Η οποιαδήποτε απόφαση στα δημοσιονομικά μας πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη σχέση κόστους-οφέλους. Καταρχήν η μείωση τους Φ.Π.Α. από το 13% που είναι όλα τα τρόφιμα σήμερα (μόνο τα αλκοολούχα ποτά είναι στο 24%) στο 6%, δηλαδή κατά 7 μονάδες κοστίζει 1,5 δισ. ευρώ, δηλαδή έχει τεράστιο κόστος με μηδενική επίδραση στις τιμές.
- Αν και το πρόσφατο παράδειγμα της Ισπανίας δείχνει ότι παρά τη μείωση Φ.Π.Α. ο πληθωρισμός στα τρόφιμα συνεχίζει να τρέχει και εκεί- θα θυμίσουμε ένα δικό μας παράδειγμα. Από το 2020 η Κυβέρνηση έχει μειώσει τον Φ.Π.Α. κατά 11 μονάδες από το 24 στο 13% στην εστίαση, στον καφέ στα μη αλκοολούχα ποτά, στους κινηματογράφους. Σας πληροφορούμε λοιπόν ότι:
- Ο υπο-δείκτης τιμών καταναλωτή της εστίασης της ΕΛΣΤΑΤ έμεινε ακίνητος, για την ακρίβεια μεταβλήθηκε μόλις 0,3%, αντί για 11%, και μετά από μερικούς μήνες αυξήθηκε και πάνω από τα προηγούμενα επίπεδα.
- Αντίστοιχα στους κινηματογράφους ο δείκτης τιμών μειώθηκε κατά μόλις 1% αντί για 11%.
- Ποιο θα είναι τελικά το όφελος του καταναλωτή;
- Για έναν καταναλωτή που ξοδεύει 350 ευρώ μηνιαίως στο super-market (σύμφωνα με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ το 2021 η μέση μηνιαία δαπάνη για τρόφιμα ήταν 312 ευρώ), με μείωση 2% μιλάμε για όφελος 7 ευρώ το μήνα. Με μείωση 1% μιλάμε για όφελος 3,5 ευρώ το μήνα. Με μείωση 0,3% όπως η Ισπανία μιλάμε για όφελος 1 ευρώ το μήνα! Αυτό μας υπόσχονται;
- Εμείς με το market pass δίνουμε μεσοσταθμικά 30 ευρώ το μήνα και σε οικογένειες με περισσότερα παιδιά έως 100 ευρώ το μήνα. Συνεπώς μιλάμε για ένα πολύ πιο αποτελεσματικό μέτρο, στοχευμένο, που προήλθε από τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων κοστίζει πολύ λιγότερο (500 εκατ. το εξάμηνο) και αποδίδει πολύ περισσότερο (30 ευρώ το μήνα, έναντι 1 έως 7 ευρώ που είναι η μείωση Φ.Π.Α.).
Συνεπώς για ποιο λόγο να πετάξουμε λεφτά των φορολογουμένων στις τσέπες των επιχειρήσεων ενώ μπορούμε απευθείας τα έσοδα που εισπράττουμε να τα δίνουμε στους καταναλωτές με διάφορα μέτρα όπως είναι το market pass;
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου