Σημεία ομιλίας του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή στη συζήτηση σύμφωνα με το άρθρο 142Α του Κανονισμού της Βουλής, με αντικείμενο την ενημέρωση του Σώματος σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις για την Ελλάδα
Ξεκάθαρη παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών
Από την περασμένη Τετάρτη στην Ουκρανία συντελείται μία τομή στον χρόνο και στη μακρά Ιστορία της Ευρώπης, γιατί η ανοιχτή εισβολή της Ρωσίας στο ανεξάρτητο γειτονικό της κράτος ξυπνάει και πάλι στην ήπειρο τους παλιούς εφιάλτες των πολέμων και των σφαιρών επιρροής. Με το θράσος της βίας επιχειρείται να ακρωτηριαστεί μία χώρα και μαζί της το Διεθνές Δίκαιο, ενώ καταπατώντας τα σύνορα η Ρωσία αναθεωρεί και ανοικοδομεί εκ των υστέρων και κατά το δοκούν παγιωμένες ιστορικές και γεωγραφικές πραγματικότητες.
Η απόφαση του Προέδρου Putin:
Αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των οικουμενικά αποδεκτών κανόνων περί επίλυσης διακρατικών διαφορών με ειρηνικές μεθόδους.
Αμφισβητεί, με τη χρήση βίας, την εδαφική ακεραιότητα μιας γειτονικής χώρας, με την οποία μάλιστα η Ρωσία έχει στενότατους ιστορικούς, κοινωνικούς, πολιτιστικούς, θρησκευτικούς δεσμούς.
Προκαλεί εκατοντάδες, ενδεχομένως ήδη χιλιάδες, αθώα θύματα, ανάμεσά τους και Έλληνες στη Μαριούπολη.
Οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες στον δρόμο της προσφυγιάς. Και το πιο ανατριχιαστικό, με πρόσχημα μία ανύπαρκτη απειλή κατά της χώρας του ο Vladimir Putin επιχειρεί να καταργήσει την ελευθερία μιας άλλης χώρας. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η Ρωσία δεν κινδυνεύει από κανέναν γείτονά της.
Με άλλα λόγια, πρόκειται για μία βίαιη επιστροφή στην εποχή των ηγεμονιών, όταν όμως όλοι γνωρίζουμε πως η πρόοδος του κόσμου, η σταθερότητα της ηπείρου μας, προέκυψε από το εντελώς αντίθετο: τη συνεργασία δηλαδή μεταξύ ελεύθερων και ανεξάρτητων κρατών, με βάση κοινούς κανόνες και διεθνώς αναγνωρισμένες Συνθήκες. Καθώς μάλιστα η συγκεκριμένη απόπειρα επιβολής του παρελθόντος στο παρόν υλοποιείται με μία ωμή και βίαιη προβολή ισχύος, ο αγώνας για την αποτροπή της γίνεται μία παγκόσμια υπόθεση προάσπισης της ελευθερίας.
Η Δύση καλείται να αναβαπτιστεί στις αξίες της
Είναι φανερό ότι εισερχόμαστε πια σε μια άλλη ιστορική εποχή, αντιμέτωποι με κινδύνους που πιστεύαμε πια ότι τους έχουμε ξορκίσει. Η Δύση, λοιπόν, η ευρωπαϊκή μας οικογένεια, καλείται να αναβαπτιστεί στις αξίες της, καθώς και θα τις υπερασπίζεται και θα τις ενδυναμώνει. Γιατί, πράγματι, και από την ατλαντική αλλά και από την ευρωπαϊκή συμμαχία δεν έχουν λείψει μέχρι σήμερα ούτε οι καθυστερήσεις ούτε οι δισταγμοί. Όταν όμως αυτή η τελευταία πρόκληση χτύπησε τον πυρήνα της παγκόσμιας γεωπολιτικής ισορροπίας, αυτά τα εμπόδια ξεπεράστηκαν μέσα σε ημέρες.
Σαν να προβαλλόταν μέσα στο ίδιο το σπίτι μας αυτά που συμβαίνουν στο Κίεβο, στο Χάρκοβο, στη Μαριούπολη, στην Οδησσό. Αλλά και μεταξύ μας, στις συσκέψεις των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στην τελευταία σύνοδο κορυφής είναι σίγουρο ότι κάτι άλλαξε όταν ακούσαμε τον εκλεγμένο ηγέτη μίας δημοκρατικής χώρας, τον Volodymyr Zelensky, να μας λέει ότι ίσως είναι η τελευταία φορά που μας μιλάει.
Από εκείνη τη στιγμή η Δύση προχωρεί σε πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά, καθώς η ρωσική οικονομία συνθλίβεται από τις συνέπειες των επιλογών της ηγεσίας της. Και το καθεστώς της Μόσχας, απομονωμένο από την παγκόσμια κοινή γνώμη, δέχεται ήδη την πρώτη εσωτερική κριτική, με τη ρωσική νεολαία να αντιδρά πρώτη στην εισβολή.
Η στάση της πατρίδας μας
Η στάση της πατρίδας μας σε αυτή την κρίση είναι προϊόν των δικών μας ιστορικών βιωμάτων, αλλά είναι προϊόν και των μεγάλων γεωπολιτικών μας επιλογών. Γιατί ήμασταν πάντα στην σωστή πλευρά της Ιστορίας και το ίδιο κάνουμε και τώρα. Θα το ξαναπώ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει από αυτό το βήμα ότι «Ανήκομεν εις την Δύσιν». Εγώ θα προσέθετα, είμαστε και εμείς Δύση και ανήκουμε στην ελευθερία, στη δημοκρατία, στη διεθνή νομιμότητα.
Είμαστε ένας λαός που 48 χρόνια μετά ζει ακόμα με την ανοιχτή πληγή της Κύπρου. Και που καλείται να απαντά σε συνεχείς αναφορές για υποτιθέμενες αδικίες των Διεθνών Συνθηκών σχετικά με τα νησιά του Αιγαίου. Άρα δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα. Εδώ, συνεπώς, δεν χωρούν ίσες αποστάσεις.
Ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο ή είσαι απέναντι τους. Για να το πω διαφορετικά, στο έδαφος της Ουκρανίας και ανεξάρτητα από οτιδήποτε έχει προηγηθεί, μια είναι η κυρίαρχη αναμέτρηση: μεταξύ ενός λαού που θέλει να επιλέγει πώς θα ζήσει και με ποιους θα συμμαχήσει και μιας ξένης χώρας η οποία έχει αποφασίσει να επιβάλει το δικό της τρόπο ζωής.
Είναι, συνεπώς, μια σύγκρουση η οποία ξεφεύγει από τα τοπικά σύνορα και γίνεται -θα έλεγα- στοίχημα υπαρξιακό για την επόμενη μέρα κάθε κοινωνίας. Αν, δηλαδή, στο εξής θα ζούμε σε συνθήκες ελευθερίας ή θα είμαστε όμηροι του κάθε αυτόκλητου αυταρχικού ηγέτη.
Άλλωστε και η δική μας πατρίδα θρηνεί ήδη θύματα, ομογενείς μας, για να αρκείται σε λίγα απλοϊκά ειρηνιστικά συνθήματα που ταυτίζουν θύτες με θύματα. Ούτε μπορώ να ακούω αφελή ερωτήματα για το πώς χάθηκαν οι άνθρωποι μας στην Μαριούπολη. Εγώ ένα ξέρω: ότι ζούσαν πριν την εισβολή και δεν ζουν μετά από αυτήν. Και αν αυτό το αναγνωρίζει ο Πρόεδρος Macron από την Γαλλία, δεν μπορεί να μην το αντιλαμβάνονται κάποιοι Έλληνες μέσα στην Ελλάδα. Στο κάτω-κάτω στα Ελληνικά έγραψε τη συμπαράσταση του.
Για την Ελλάδα, λοιπόν, δεν υπάρχουν διλήμματα. Και στο ερώτημα για τη στάση που θα έπρεπε να τηρήσουμε απαντούν τα λόγια του Ελευθερίου Βενιζέλου στον γερμανό Πρέσβη όταν του ζήτησε, το 1915, να υπαναχωρήσουμε από την τότε συμμαχία μας με την Σερβία: «Το έθνος μου είναι πολύ μικρό για να διαπράξει μία τόσο μεγάλη ατιμία». Η ρήση αυτή ισχύει στο ακέραιο. Είμαστε με το πλευρό της Ουκρανίας, είμαστε στο πλευρό της ειρήνης, της νομιμότητας και της δημοκρατίας.
Ταυτόχρονα είμαστε έτοιμοι να υποδεχθούμε, όπως και όλη η Ευρώπη, πρόσφυγες πολέμου. Και με τη σειρά μου καλώ τις δεκάδες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, οι οποίες μέχρι τώρα μετείχαν πρόθυμα στην περίθαλψη των ροών εξ ανατολών, να δραστηριοποιηθούν σήμερα και προς αυτή την κατεύθυνση.
Η στάση της Ευρώπης
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σε αυτήν την κρίση η Ευρώπη στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, γιατί η κρίση αυτή αφορά εμάς, πρώτα και πάνω απ’ όλα τους Ευρωπαίους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση γεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου για να μην έχει καμία ευρωπαϊκή χώρα ποτέ ξανά αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και για να διασφαλιστεί ως αξίωμα, γεωμετρικό αξίωμα που δεν χρειαζόταν καν απόδειξη, το απαραβίαστο των συνόρων ως θεμέλιος λίθος που θα οδηγήσει τις κοινωνίες μας σε ειρήνη και σε ευημερία.
Γνωρίζετε ήδη τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν εναντίον της Ρωσίας, η οποία αποκλείεται από το διεθνές σύστημα συναλλαγών και πληρωμών, ένα μεγάλο μέρος των πολύ σημαντικών αποθεματικών της που βρίσκονται στο εξωτερικό δεσμεύονται, όπως και οι περιουσίες της πολιτικής αλλά και της οικονομικής νομενκλατούρας της χώρας. Απαγορεύεται η πρόσβαση της Ρωσίας σε τεχνολογίες αιχμής αλλά και σε κάθε τύπου ανταλλακτικά.
Και όλα αυτά σημαίνουν αυτόματα μεγάλη αύξηση του κόστους δανεισμού, πληθωρισμό, μεγάλο πλήγμα στη βιομηχανική βάση της Ρωσίας. Την ίδια ώρα που η απαγόρευση εξαγωγών θα υπονομεύσει τον ενεργειακό τομέα της χώρας, που είναι και ο βασικός τροφοδότης της οικονομίας της. Όσο για τον εμπορικό αποκλεισμό, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι σε αυτή την αχανή ρωσική επικράτεια τα 3/4 της πολιτικής αεροπορίας αποτελούνται από αεροσκάφη ευρωπαϊκής ή αμερικανικής προέλευσης, τα οποία αργά ή γρήγορα θα χρειαστούν ανταλλακτικά.
Είναι το μεγαλύτερο πακέτο κυρώσεων το οποίο επιβλήθηκε ποτέ από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σίγουρα δεν έχει την άμεση ισχύ ενός βομβαρδισμού. Μεσοπρόθεσμα, όμως, ενδεχομένως και βραχυπρόθεσμα, κλονίζει καίρια την οικονομική αλλά και γεωπολιτική θέση όποιου το υφίσταται.
Υπέρτατος σκοπός η άμυνα
Η κρίση στην Ουκρανία μας ωθεί να εγκαταλείψουμε παλιές βεβαιότητες. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η συλλογική ευφορία που έφερε το τέλος του κομμουνισμού, η πτώση του Τείχους, η πρόσδεση των ανατολικών χωρών στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, στο κοινοτικό εγχείρημα, έβαλαν σε δεύτερη μοίρα κάποια νέα γεωπολιτικά στοιχεία τα οποία μόλις αναδύονταν. Και πολλές δεκαετίες εδραιωμένης ειρήνης στις χώρες μας θεώρησαν αφελώς, όπως αποδεικνύεται, τον πόλεμο ως ένα παλιό απομεινάρι μακρινών σκοτεινών καιρών.
Όμως τα γεγονότα ανατρέπουν με πάταγο κατεστημένες απόψεις, βάζοντας από την πίσω πόρτα την βία στην Ευρώπη. Και φέρνοντας λαούς και κυβερνήσεις αντιμέτωπες με μία πιο ρεαλιστική, πιο γεωπολιτική αντίληψη των διεθνών σχέσεων, που δεν σταματά στο Κίεβο.
Μιλώ για την άμυνα ως υπέρτατο σκοπό. Θέμα που κι εδώ, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μας απασχόλησε προ εβδομάδων. Και τώρα αναδεικνύεται πράγματι σε υπέρτατη εθνική αλλά και πανευρωπαϊκή ανάγκη. Γιατί όπως δεν υπάρχει ασφάλεια χωρίς δημοκρατία, έτσι δεν υπάρχει και δημοκρατία χωρίς ασφάλεια.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, με προστατευμένα σύνορα τα οποία αποτελούν το περίγραμμά της. Η κρίση στον Έβρο, πριν από δύο χρόνια, λειτούργησε ως καταλύτης, καθιερώνοντας τα εθνικά σύνορα ως ευρωπαϊκά όρια μιας κοινότητας αξιών. Για ν’ ακολουθήσουν ανάλογες κρίσεις στην Λιθουανία, την Πολωνία και μία άλλη δοκιμασία να επαναλαμβάνεται σήμερα, πολύ πιο αιματηρά, δυστυχώς, δίπλα και πάλι στα χερσαία σύνορα της Ευρώπης.
Η συμφωνία της Ελλάδος με τη Γαλλία μπορεί να αποτελέσει ένα πρότυπο μιας τέτοιας πορείας. Με κράτη-μέλη τα οποία θα έχουν θωρακισμένη την εθνική κυριαρχία τους, με δεδομένη την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ τους, με τη Νοτιοανατολική και την Ανατολική πτέρυγα τώρα του ΝΑΤΟ, ναι, να παίζει ουσιαστικότερο ρόλο στην περιοχή.
Όταν κάποιοι χτυπούν τα τύμπανα του πολέμου στην Ευρώπη, κάποιοι θα πρέπει να ξανασκεφτούν αν οι φρεγάτες Belharra και τα Rafale έχουν θέση στις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Κάποιοι θα πρέπει να αναλογιστούν τη σημασία που αποκτά το πλέγμα των εθνικών συμμαχιών που η ελληνική διπλωματία έχτισε με ισχυρούς συμμάχους ανά την υφήλιο. Κάποιοι θα πρέπει να ξαναζυγίσουν, στη ζυγαριά της Ιστορίας, την ξεπερασμένη συζήτηση περί «βουτύρου και κανονιών» με την οποία έμαθαν να σκέφτονται.
Ήδη αυτό το στρατηγικό σοκ για την Ευρώπη έχει βαθιές συνέπειες, φέρνοντας τα κράτη-μέλη ακόμα πιο κοντά. Όχι πια μόνο οικονομικά, όπως συνέβαινε εδώ και δεκαετίες, αλλά πια και γεωπολιτικά και αμυντικά.
Η Ευρώπη επιστρέφει δυναμικά στο παγκόσμιο γεωπολιτικό στερέωμα
Οι πρόσφατες αποφάσεις έχουν διάσταση πρωτοφανή, έχουν ταχύτητα μοναδική και έχουν ουσία ιστορική, καθώς για πρώτη φορά υπερβαίνουν εθνικές στρατηγικές και υπηρετούν κοινούς στόχους. Είναι οι αποφάσεις μιας Ευρώπης που επιστρέφει δυναμικά στο παγκόσμιο γεωπολιτικό στερέωμα.
Και στην κατεύθυνση αυτή κινούνται και όλες οι διπλωματικές πρωτοβουλίες της χώρας μας. Για παράδειγμα, τώρα ναι, είναι ώριμο το αίτημά μας, το οποίο είχαμε διατυπώσει πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση στην Ουκρανία, να ενταχθεί στη συζήτηση για το επόμενο Σύμφωνο Σταθερότητας της Ευρώπης η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους προϋπολογισμούς των χωρών που είναι αναγκασμένες να τις κάνουν. Γιατί η επένδυση στην Άμυνα αποτελεί τελικά επένδυση στην ασφάλεια και, ναι, αποτελεί επένδυση στην ευημερία. Και το ίδιο ισχύει φυσικά και για την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο δρόμος τον οποίο επιλέγει να ακολουθήσει ο δυτικός κόσμος είναι δύσκολος, είναι, ωστόσο, ο μόνος τον οποίο πρέπει να βαδίσουμε ώστε το ρολόι του χρόνου να μην επιστρέψει από τον 21ο στον 19ο αιώνα.
Δεν μπορούν να αποκλειστούν απόπειρες εκβιασμού από μέρους της Ρωσίας. Θα συναντήσουν προφανώς την ομόθυμη απόκρουση όλων των εταίρων. Όμως αντιλαμβανόμαστε ότι παρόμοιες τακτικές θα διαταράξουν τη διεθνή αγορά, προκαλώντας ενδεχομένως και νέες ανατιμήσεις. Συμφωνήσαμε, όμως, ότι αυτό είναι το πρόσκαιρο τίμημα που θα πληρώσουν οι ευρωπαϊκοί λαοί για την υπεράσπιση των αξιών που αποτελούν τα θεμέλια της ηπείρου μας.
Σε εθνικό επίπεδο, η κυβέρνηση κινείται ήδη οργανωμένα όσον αφορά στο κόστος στήριξης των νοικοκυριών. Από τον περασμένο Σεπτέμβριο ξεπερνά τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ η στήριξη την οποία έχει δώσει η κυβέρνηση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Και αυτή η πολιτική θα συνεχιστεί, ιδίως προς τους πιο ευάλωτους, μέχρι που να περάσει αυτή η ενεργειακή κρίση. Προφανώς μέριμνα υπάρχει και για τη διατήρηση ικανών αποθεμάτων στον τομέα της ενέργειας.
Θα ξαναπώ πάντως ότι σε ένα πρόβλημα πανευρωπαϊκό απαιτείται πανευρωπαϊκή λύση. Το κλειδί μεσο-μακροπρόθεσμα είναι πολιτικές όπως η κοινή προμήθεια, η κοινή αποθήκευση, η κοινή χρηματοδότηση ενεργειακής πολιτικής στην Ευρώπη. Και πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό ότι, μετά από ελληνική πρωτοβουλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επεξεργαστεί ένα ειδικό σχέδιο για τη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών μέσω ενός κοινού ταμείου με βάση την εμπειρία της πανδημίας, για να μπορέσουμε να εξακολουθούμε να στηρίζουμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις χωρίς να επιβαρύνουμε ασύμμετρα τους εθνικούς προϋπολογισμούς.
Μόνη απάντηση η γρήγορη απεξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες
Σε βάθος χρόνου, η μόνη απάντηση στην ενεργειακή ασφάλεια τόσο της χώρας όσο και της Ευρώπης είναι η γρήγορη απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και από τους υδρογονάνθρακες γενικότερα. Τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αλλά -τώρα πια είναι εμφανές- όσο και για γεωπολιτικούς λόγους πια.
Στόχος της κυβέρνησης είναι να καταστούμε ενεργειακά αυτόνομη και ανταγωνιστική χώρα, αξιοποιώντας πρώτα και πάνω από όλα το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα να μετατραπούμε και σε κόμβο διασύνδεσης ενέργειας και μεταφοράς πράσινης ενέργειας σε όλη τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Την ίδια ώρα, υλοποιούμε ως κυβέρνηση το μεγαλύτερο πρόγραμμα αναβάθμισης κτηρίων που έχει δρομολογηθεί ποτέ στη χώρα. Προχωράμε σε καινούργιες δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας, όπως το πρόγραμμα το οποίο θα υλοποιηθεί άμεσα σχετικά με την αντικατάσταση ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών, κλιματιστικών και ψυγείων, ενώ ταυτόχρονα κατασκευάζουμε σημαντικές υποδομές φυσικού αερίου που θα έχει σημαντικό ρόλο ως καύσιμο-γέφυρα.
Και, βέβαια, ενισχύουμε τη διαφοροποίηση των πηγών μας. Τον Ιανουάριο, να σας αναφέρω ενδεικτικά, η χώρα μας κάλυψε το 47% της εγχώριας ζήτησης με LNG από τη Ρεβυθούσα, 20% μέσω του αγωγού TAP. Το ρωσικό αέριο, που διαχρονικά αποτελούσε το μεγαλύτερο ποσοστό στο μείγμα του φυσικού αερίου που εισάγει η χώρα, υποχώρησε για πρώτη φορά στο 33%, και η χώρα προτίθεται να προχωρήσει, με ιδιωτικά κεφάλαια, στην κατασκευή και δεύτερου σταθμού υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου, το FSRU στην Αλεξανδρούπολη.
Πρόκειται, όπως βλέπετε, για ένα σύνθετο ενεργειακό σχέδιο που κινείται με γνώμονα το οικονομικό και περιβαλλοντικό συμφέρον της χώρας, ταυτόχρονα όμως με βάση και τον ρόλο που μπορεί η πατρίδα μας να έχει στο νέο χάρτη των ενεργειακών συσχετισμών που διαμορφώνονται στον κόσμο.