Με την εφαρμογή ειδικής διάταξης του υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη που αντικατέστησε το άρθρο 23 του Νόμου 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας» και ψηφίστηκε τον περασμένο Φεβρουάριο μαζί με τις τροποποιήσεις του Ποινικού Κώδικα, συνελήφθη για ενδοοικογενειακή βία γνωστός ποινικολόγος που έσπευσε στα επείγοντα μαζί με τη σύζυγό του που έφερε τραύματα οφειλόμενα κατά δήλωσή της σε «οικιακό ατύχημα» δήθεν (πτώση από σκάλα).
Το νέο αυστηρό νομοθετικό πλαίσιο, που αντικατέστησε το άρθρο 23 του νόμου 3500/2006 «περί ενδοοικογενειακής βίας», υποχρεώνει τους γιατρούς να ειδοποιούν τις αρχές όταν κατά την εξέταση διαπιστώνουν ευρήματα που παραπέμπουν σε ενδοοικογενειακή βία ανεξαρτήτως με το τι δηλώνει το θύμα.
Παράλληλα με την θέσπιση υποχρέωσης καταγγελίας ο νόμος θωρακίζει τους ιατρούς και λοιπούς επαγγελματίες (λ.χ. παιδαγωγούς, ψυχολόγους) που καταγγέλλουν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους, με σχετικό (εκτός αν αποδειχθεί πως ενήργησαν δολίως) ακαταδίωκτο σε εκδικητικές σε βάρος μηνύσεις των δραστών, αλλά και αποφυγή της ταλαιπωρίας να καταθέσουν ως μάρτυρες στο ακροατήριο κατά την εκδίκαση της υπόθεσης. (εκτός αν το δικαστήριο κρίνει απολύτως αναγκαία τη κατάθεση τους με φυσική παρουσία και δεν αρκεί η ανάγνωση της αναφοράς τους).
Ειδικότερα, το νέο άρθρο 23 του ν. 3500/2006 όπως διαμορφώθηκε με το νόμο Φλωρίδη (5090/2024) και η αντίστοιχη αιτιολογική του έχουν ως εξής:
Άρθρο 130
«Άρθρο 23
Υποχρεώσεις των επαγγελματιών
1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο, ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδο-οικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ενηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβη-σαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.
2. Α. Τα πρόσωπα της παρ. 1 καλούνται να εξετασθούν ως μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, μόνο αν το έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας δεν αποδεικνύεται με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο.
3. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και για τα μέλη του προσωπικού και τους Προϊσταμένους των Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ.) του άρθρου 6 και της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4547/2018 (Α’ 102).»
Η αιτιολογική έκθεση του νομοσχεδίου και μεταγενέστερα νόμου 5090/2024, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις στο άρθρο 23 του ν. 3500/2006 αποσκοπείται να διευρυνθούν οι κατηγορίες των επαγγελματιών που υποχρεούνται, όταν υποπίπτει στην αντίληψή τους, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους, περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας που στρέφεται κατά ανηλίκου, να ενημερώνουν άμεσα τις αρμόδιες αρχές. Την ειδική αυτή υποχρέωση προβλέπει η διάταξη και για τους ιατρούς, σε περίπτωση που διαπιστώνουν κατά την ιατρική εξέταση σοβαρά ιατρικά ευρήματα που συνηγορούν στη πιθαναλόγηση προέλευσης από περιστατικό ενδοοικογενειακής βίας. Παράλληλα, μέσω της θέσπισης ειδικού ακαταδίωκτου για το αναφερόμενο περιστατικό (με εξαίρεση την εν γνώσει αναληθή αναφορά) και μερικής απαλλαγής από την υποχρέωση εμφάνισης στην ακροαματική διαδικασία, αποσκοπείται η ενθάρρυνση των ανωτέρω επαγγελματιών να αναφέρουν τα περιστατικά και η κάμψη κάθε αναστολής λόγω της στάθμισης ενδεχόμενου κινδύνου εμπλοκής τους σε χρονοβόρες, δαπανηρές και ψυχοφθόρες δικαστικές διαμάχες».
Μήνυση σε βάρος του γνωστού δικηγόρου σε βάρος του οποίου ασκήθηκε νωρίτερα σήμερα κακουργηματική δίωξη για τον ξυλοδαρμό της γυναίκας του, είχε υποβάλει και η πρώην σύζυγός του παλαιότερα.
Όπως αποκαλύπτει το protothema.gr, στις 16 Οκτωβρίου του 2017, η πρώην σύζυγος του ποινικολόγου είχε υποβάλει σε βάρος του μήνυμα για ενδοοικογενειακή βία στο Αστυνομικό Τμήμα των Βριλησσίων. Η γυναίκα είχε καταγγείλει ότι είχε υποστεί βία από τον δικηγόρο και πρώην σύζυγό της το μεσημέρι της 14ης Οκτωβρίου του 2017, στα Βριλήσσια. Η μήνυση είχε υποβληθεί στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και είναι άγνωστο έως αυτή τη στιγμή πώς εξελίχθηκε η υπόθεση.
Σε βάρος του ποινικολόγου, που παραμένει κατούμενος στη ΓΑΔΑ μέχρι την απολογία του αύριο, ενώπιον της 18ης Τακτικής Ανακρίτριας, ασκήθηκε νωρίτερα σήμερα ποινική δίωξη κακουργηματικού χαρακτήρα για το αδίκημα της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης, κινήθηκε ήδη πειθαρχική διαδικασία ελέγχου και από τον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας.
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της υπόθεσης, τόσο ο δικηγόρος, όσο και η 37χρονη σύζυγός του υποστήριξαν ότι τα τραύματα της γυναίκας προκλήθηκαν από πτώση στις σκάλες του σπιτιού της. Ο γιατρός ιδιωτικής κλινικής στην οποία μετέβη το ζευγάρι τα ξημερώματα της Κυριακής για τις πρώτες βοήθειες όμως, διαπίστωσε ότι είχαν προκληθεί από ανθρώπινο χέρι. Μάλιστα, όταν ρώτησε την 37χρονη σύζυγο και επίσης δικηγόρο, αν την είχε χτυπήσει ο σύζυγός της, αρχικά εκείνη του απάντησε θετικά, συντάχθηκε στη συνέχεια με την εκδοχή του ποινικολόγου και στη συνέχεια δήλωσε ότι δεν επιθυμεί την ποινική του δίωξη. Παρόλ΄αυτά -και εδώ εντοπίζεται αντιφατική συμπεριφορά- δέχθηκε να πάρει κωδικό panic button στο κινητό της: Πρόκειται για την ειδική εφαρμογή για θύματα ενδοοικογενειακής βίας, με την οποία ενημερώνουν άμεσα τις Αρχές όταν βρίσκονται σε κίνδυνο. Σημειώνεται, δε, ότι ο δικηγόρος κατέχει δύο όπλα.
Κώστας Βουκελάτος