Το κλίμα που διαμορφώθηκε στη χώρα μετά τον καβγά Δένδια-Τσαβούσογλου στην Αγκυρα σε απευθείας μετάδοση στάθηκε αφορμή να αναδειχθούν, για μία ακόμα φορά, οι βαθιές αδυναμίες του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι αδυναμίες ενός βαθιά διχασμένου κόμματος, χωρίς πρόγραμμα και σαφείς θέσεις για τα μείζονα ζητήματα. Ενός κόμματος που αδυνατεί να διεκδικήσει την εξουσία σε ομαλές περιόδους και προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τις κρίσεις, πηγαίνοντας όπου του δείχνει η πυξίδα. Αυτό έκανε το 2014-2015, που γέμισε τον κόσμο ψέματα και δημιούργησε προσδοκίες που μέσα σε ένα εξάμηνο διέψευσε, αυτό προσπαθεί να κάνει και τώρα με την κρίση της πανδημίας.
Πολυφωνία
Η πολυφωνία του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να κάνει με τις αρχές λειτουργίας ενός πολυσυλλεκτικού κόμματος όπως αυτές θα έπρεπε να υπάρχουν ή τον σεβασμό της διαφορετικής άποψης. Αυτό συνέβαινε και συμβαίνει στα μεγάλα κόμματα. Συνέβαινε παλαιότερα στο ΠΑΣΟΚ και συμβαίνει τώρα στη Νέα Δημοκρατία, όπου υπάρχουν πολλές απόψεις απέναντι σε κρίσιμα ζητήματα, αλλά κυρίαρχη είναι αυτή της πλειοψηφίας. Που στις κρίσιμες στιγμές επικρατεί και γίνεται σεβαστή.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα με τα ποσοστά μεγάλου κόμματος και τη νοοτροπία και τις δυσλειτουργίες μικρού, τα πράγματα δεν λειτουργούν έτσι. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει επίσημη θέση στα μεγάλα θέματα που ακολουθείται ακόμα και από αυτούς που διαφωνούν. Και είναι χαρακτηριστικό ότι ο κ. Τσίπρας καταγγέλλεται ταυτοχρόνως και ότι αγνοεί τα κομματικά όργανα και κάνει ότι θέλει και ότι δεν χτυπάει το χέρι στο τραπέζι και δεν επιβάλλει τις θέσεις του απέναντι στους διαφωνούντες. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό είναι δύο.
» Πρώτον, μπορεί ο κ. Τσίπρας να φιλοτεχνεί το προφίλ του αδιαμφισβήτητου ηγέτη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πραγματικότητα υπάρχουν πρόσωπα που «τρέμει» μέσα στο κόμμα του.
» Δεύτερον, ο «χυλός», δηλαδή η εκ προθέσεως μη ύπαρξη βασικής και σαφούς θέσης στα μεγάλα ζητήματα, είναι επιλογή του. Για να μπορεί να λαϊκίζει και να πηγαίνει κάθε φορά προς όποια κατεύθυνση τον βολεύει.
Εθνικά μέτωπα
Η έκδηλη αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ στα μείζονα εθνικά ζητήματα -το ίδιο έπαθε και πέρυσι στην ελληνοτουρκική κρίση του Εβρου- δεν οφείλεται μόνο στην μικροψυχία του να παραδεχθεί σωστές κινήσεις του πολιτικού του αντιπάλου. Οφείλεται κυρίως στην προσπάθεια να κρύψει το γεγονός ότι δεν έχει σαφείς θέσεις στα εθνικά ζητήματα.
Λένε, για παράδειγμα, ότι στη σύγκρουση των δύο γραμμών στα ελληνοτουρκικά, αυτή που εξέφρασε και πρόσφατα ο Κώστας Καραμανλής από τη μία και ο Κώστας Σημίτης από την άλλη, ο κ. Τσίπρας τάσσεται με τη θέση Καραμανλή. Αλήθεια; Μήπως πήρε θέση στη δημόσια συζήτηση για το θέμα; Αλλά και να έπαιρνε υπέρ του Κώστα Καραμανλή, τους Αντ. Λιάκο, Νικ. Μπίστη και Παν. Παναγιώτου, τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και θερμούς υποστηρικτές του Κώστα Σημίτη, τους ρώτησε; Ή μήπως πήρε θέση ο κ. Τσίπρας όταν δημοσίως πλακώθηκαν οι τρεις τους με τον Παύλο Πολάκη, όταν είχε γράψει σε ανάρτηση του Κώστα Σημίτη «άει κρύψου, που έχεις γνώμη για τα εθνικά». Και τι έχουν να πουν για τις απόψεις των σημιτικών που μπήκαν στον ΣΥΡΙΖΑ, ο Αντώνης Κοτσακάς και οι άλλοι τσοχατζοπουλικοί που το έπαιζαν «πατριωτικό» ΠΑΣΟΚ;
Το πρόβλημα στον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι οι διαφορετικές απόψεις, αλλά ο ίδιος ο αρχηγός του. Ο κ. Τσίπρας γίνεται αντισημιτικός όταν θέλει να… καλοπιάσει τους ψηφοφόρους της λαϊκής Δεξιάς, αλλά δεν ενοχλήθηκε όταν ο Κώστας Σημίτης τάχθηκε δημοσίως υπέρ της συμφωνίας των Πρεσπών. Και αρέσκεται να προσποιείται τον μιμητή του Ανδρέα Παπανδρέου (σ.σ.: χωρίς να μπορεί να ξεχωρίσει καν την αντιγραφή από την… κακή απομίμηση) για να προσεγγίσει τους ψηφοφόρους του λαϊκού ΠΑΣΟΚ που ακόμα δεν έχουν πάει στον ΣΥΡΙΖΑ. Και… την ίδια στιγμή φορτώνει στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου την εκτόξευση του χρέους της δεκαετίας του ’80 και την καταστροφή της ελληνικής οικονομίας.
Κατά τον ίδιο τρόπο, ο κ. Τσίπρας είναι αντιαμερικανός για να χαϊδέψει τα αφτιά του αριστερού ακροατηρίου του, αλλά όταν κάνει δηλώσεις στην Ουάσιγκτον, όχι μόνο δεν είναι επιθετικός, όπως απαιτούσαν οι στιγμές, αλλά έγινε και «κόλακας» του Αμερικανού προέδρου, δηλώνοντας για τον Ντόναλντ Τραμπ ότι «η προσέγγισή του μπορεί να μοιάζει διαβολική, αλλά είναι για καλό». Ηταν τότε που ο κ. Τσίπρας διεκδικούσε την εύνοια του Αμερικανού προέδρου για να παίζει αυτό το χαρτί και στην εσωτερική σκηνή.
Αυτό βεβαίως δεν εμπόδισε τον κ. Τσίπρα, όταν πλέον το κλίμα παγκοσμίως είχε γυρίσει κατά του Ντόναλντ Τραμπ, να υποστηρίξει μετά την ήττα του ότι «το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών δείχνει την ανάγκη για προοδευτικές κυβερνήσεις».
Ο Τσίπρας είναι, λοιπόν, αυτός που δεν επιθυμεί ο ΣΥΡΙΖΑ, σαν κάθε μεγάλο, πολυσυλλεκτικό κόμμα που σέβεται τον εαυτό του και τους ψηφοφόρους του, να έχει σαφείς θέσεις. Γιατί με σαφείς θέσεις δεν μπορείς να το παίζεις όποτε θες φιλοαμερικανός και όποτε σε συμφέρει αντιαμερικανός κ.λπ. Ή δεν μπορείς όποτε θες να είσαι υπέρ της ψήφου των αποδήμων και όποτε θες κατά (σ.σ.: χωρίς να έχεις τη δύναμη να το υποστηρίξεις κιόλας). Και δεν είναι μόνο τα εθνικά ζητήματα.
Οικονομία, ασφάλεια
Στην οικονομία, όταν «γ@@σε -κατά την προσφιλή φράση του κ. Πολάκη- τη μεσαία τάξη», έβρισκε επιχειρήματα για να εμφανιστεί ο προστάτης όσων βρίσκονται κάτω από το όριο της φτώχειας, ο προστάτης των αδύναμων και των ανέργων. Τώρα, που είναι στην αντιπολίτευση, πρώτον προσπαθεί να ενοχοποιήσει τον Τσακαλώτο ότι δήθεν αποκλειστικά δική του επιλογή ήταν η καταστροφή της μεσαίας τάξης επί των ημερών του και δεύτερον την υπερασπίζεται εξαγγέλλοντας και πάλι ακοστολόγητα προγράμματα με ανύπαρκτα λεφτά.
Στην ασφάλεια, όταν είχε μετατρέψει τη χώρα σε ξέφραγο αμπέλι, πρότεινε στους ανθρώπους που βίωναν καθημερινά την ανασφάλεια «αν μπουν κλέφτες σπίτι τους, να κάνουν ότι κοιμούνται». Σήμερα, από τη μία εγκαλεί την κυβέρνηση για «αστυνομοκρατούμενο κράτος» και από την άλλη προσπαθεί να υποστηρίξει ότι επεισόδια τύπου Νέας Σμύρνης είναι απόδειξη ανασφάλειας. Ανάλογα με το πού μιλά και σε ποιους μιλά θα υποστηρίξει πάντα αυτό που θέλει να ακούσει το ακροατήριό του.
Στα μεγάλα έργα ως πρωθυπουργός ήταν υπέρ και «μεταρρυθμιστής» και ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης απέναντι και υπερασπιστής πότε των κορμοράνων και πότε των ανύπαρκτων αρχαίων, προκειμένου να μην προχωρήσει κάποιο μεγάλο έργο. Και όταν ο κόμπος φτάνει στο χτένι, «αδειάζει» με ευκολία τους «συναγωνιστές του», όπως έκανε πρόσφατα με το νομοσχέδιο για το Ελληνικό που άλλαξε θέση σε έναν πρωινό καφέ και ο Φίλης με τον Δρίτσα και πολλούς άλλους, που έδιναν μάχες κατά του έργου, «κατάπιαν» τη γλώσσα τους.
Ακόμα και στην ιδεολογική κατεύθυνση και φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα δεν είναι οι διαφορετικές θέσεις των στελεχών, αλλά ο ίδιος ο Τσίπρας. Οποτε θέλει το «παίζει» ΚΚΕ και όποτε τον συμφέρει το «παίζει» ΠΑΣΟΚ. Από κάτω «σφάζονται» οι «προεδρικοί» με την «Ομπρέλα» για το αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κόμμα της Αριστεράς ή της Κεντροαριστεράς και εκείνος εφευρίσκει νεωτερικούς όρους, όπως «σύγχρονη Αριστερά», για να κινείται σαν εκκρεμές, ανάλογα με ό,τι και όπως τον βολεύει.
Μόνο στην υπεράσπιση του Παύλου Πολάκη και του Νίκου Παππά έχει μείνει σταθερός ο Τσίπρας.
«Αδειάζοντας» οποιονδήποτε επιτεθεί στον «αψύ Σφακιανό» (σ.σ.: που σκόρπισε γέλιο παντού όταν χαρακτήρισε τον Λακόπουλο «σημιτικό», αποδεικνύοντας ότι έχει πλήρη άγνοια του ποιος είναι τι, αλλά -όπως και πολλοί άλλοι- ζει και πιστεύει τις εμμονές και τα ψέματά του).
Και εξαπολύοντας επίθεση εναντίον όποιου τολμά να θέσει ακόμα και ερώτημα για τη σκοτεινή δράση του Νο2, Νίκου Παππά.
ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ