Το έγκλημα ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και προσωπικά του Αλέξη Τσίπρα ξετυλίγετε στην αίθουσα του δικαστηρίου.
Συγγενείς θυμάτων που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους στη φονική πυρκαγιά στο Μάτι περιέγραψαν στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο τις δραματικές στιγμές όταν προσπαθούσαν να ξεφύγουν από το πύρινο ποτάμι που κατέκαψε τα σπίτια τους.
Ο Θανάσης Μωραΐτης έχασε τη 92χρονη μητέρα του καθώς εγκατέλειπαν το σπίτι τους. Δεν μπόρεσε να τη σώσει και κλαίγοντας κατέθεσε στο δικαστήριο για τις τελευταίες της στιγμές.
«Όταν κατάλαβα ότι δεν μπορούσα να τη σώσω, άφησα τη μητέρα μου να καεί και έτρεξα να σωθώ εγώ, για την οικογένειά μου. Δεν μπορεί κανείς να φανταστεί τι νιώθω», είπε και ξέσπασε: «Έχω χάσει την εμπιστοσύνη μου στον θεσμό του ελληνικού κράτους. Κοστολογεί την ανθρώπινη ζωή 10.000 ευρώ. Όσα προβλήματα και να 'χει. Κανείς δεν αξίζει να περνάει αυτό το πράγμα και να πεθαίνει έτσι. Είναι αδύνατον να ζούμε εμείς καθημερινά με αυτό το βάρος…».
«Κάποια στιγμή ακούσαμε για φωτιά. Γύρω στις 15.00. Πήγαμε με τον γιο μου και έναν φίλο και αγναντέψαμε. Ήταν μια μικρή φωτιά και δεν ανησυχήσαμε. Στην αρχή η φωτιά φαινόταν υπό έλεγχο. Κατά τις 6 παρά είχε αρχίσει να παίρνει μεγάλες διαστάσεις στην Καλλιτεχνούπολη. Τότε ανέβασα σχετική φωτό στο Φέισμπουκ. Μετά από λίγο πέρασε ένα πυροσβεστικό αεροσκάφος, έκανε δύο ρίψεις και έφυγε. Μετά τίποτα άλλο, ούτε πυροσβεστική, ούτε σειρήνα, τίποτα», κατέθεσε.
«Δεν μπορούσα να σώσω τη μητέρα μου... Καιγόμουν, είχα εγκαύματα»
«Πήγαμε να φύγουμε από το σπίτι, αλλά δυστυχώς μέσα στον πανικό χάθηκαν τα κλειδιά του αυτοκινήτου. Από την άλλη, δεν ξέρω αν παίρναμε αυτοκίνητο αν θα γλιτώναμε. Όταν μας έφτασε η φωτιά στα 400 μέτρα, το θερμικό κύμα ήταν τεράστιο, καίγονταν λάστιχα, αυτοκίνητα, ξύλινα πατζούρια. Μπήκα στο αυτοκίνητο, δεν έβρισκα τα κλειδιά, είπα στη γυναίκα μου και στον γιο μου να φύγουν και να μείνω να σώσω τη μητέρα μου, 92 χρόνων. Δεν μπορούσα να τη σώσω. Ταυτόχρονα, είχα τη φωτιά στην πλάτη μου, καιγόμουν, είχα εγκαύματα», κατέθεσε και με κλάματα είπε πως δεν μπόρεσε να σώσει την υπέργηρη μητέρα του.
Στη συνέχεια, μαζί με την υπόλοιπη οικογένεια, έτρεξε προς την παραλία και όλοι μαζί μπήκαν στη θάλασσα για να σωθούν: «Με την οικογένειά μου τρέξαμε προς την παραλία. Στον δρόμο στην Ποσειδώνος είδαμε το πρώτο πυροσβεστικό. Ήταν πολλά αυτοκίνητα μπλοκαρισμένα και τους φωνάζαμε να φύγουν γιατί ερχόταν η φωτιά».
Η συγκλονιστική μαρτυρία του Θανάση Μωραΐτη συνεχίζεται με τον ίδιο να λέει: «Μπήκαμε στο νερό. Όταν είδαμε τη φωτιά από την παραλία, άρχισε να βρέχει φωτιά. Προσπαθούσαμε να μπαίνουνε στο νερό, για να ξεπλένουμε ρουθούνια και στόμα για να μην πάθουμε μεγάλο κακό. Μείναμε 3-4 ώρες στο νερό. Μας φόρτωσαν στα καΐκια, με αρχή υποθερμίας, γιατί όλοι τουρτουρίζαμε, μας άφησαν στη Ραφήνα.
«Δεν είδα καθόλου ασθενοφόρα. Πήγα στο Λιμεναρχείο να αναφέρω τον χαμό της μητέρας μου. Στις 22.00. Οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι δεν γνώριζαν ότι υπήρχαν νεκροί είναι ψέματα, είχα εγώ ενημερώσει από πριν τις 23.00», πρόσθεσε.
«"Κάντε ό,τι θέλετε" τους έλεγαν. Είδαν μόνο ένα ελικόπτερο»
Άλλος μάρτυρας, ο Ορέστης Τσίντζας, ο οποίος έχασε τη μητέρα του, επέρριψε ευθύνες στις αρμόδιες αρχές για την τραγωδία στο Μάτι.
«Λίγες μέρες πριν από το συμβάν βρισκόμουν στην Ελλάδα 16-20 Ιουλίου, ήμασταν στο σπίτι στον Νέο Βουτζά. Δεν είχαμε παρατηρήσει κάποια προσπάθεια του δήμου να καθαρίσει τους δρόμους. Τη Δευτέρα το μεσημέρι της 23ης Ιουλίου μιλήσαμε με τη μητέρα μου στο τηλέφωνο. Βρισκόταν στη Νέα Μάκρη. Δεν υπήρχε ειδοποίηση ότι υπήρχαν ισχυροί άνεμοι στην περιοχή. Δεν υπήρχε καμία εντολή εκκένωσης, σχέδιο αντιμετώπισης της πυρκαγιάς. "Κάντε ό,τι θέλετε" τους έλεγαν από την Πυροσβεστική. Καμία οδηγία δεν είχαν. Ένα ελικόπτερο είδαν μόνο που έριξε νερό κατά τη διάρκεια των 2-3 ωρών της φωτιάς», τόνισε στην κατάθεσή του.
«Έδωσα DNA, ταυτοποιήθηκε η μητέρα μου»
Όπως είπε, η μητέρα του βρέθηκε απανθρακωμένη μαζί με τον ενοικιαστή του σπιτιού τους μέσα στο αυτοκίνητο πολύ κοντά από το σπίτι τους.
«Τελευταία φορά που μίλησα μαζί της στη μία το μεσημέρι. Η μητέρα μου νοίκιαζε ένα σπίτι. Την ημέρα της τραγωδίας βρισκόταν στο ίδιο αυτοκίνητο με τον ενοικιαστη, 600 μέτρα απο το σπίτι, 2 λεπτά οδήγησης. Στις 6.05 η μητέρα μου ήταν μαζί με τον γείτονα. Δεν υπήρχε παροχή ηλεκτρισμού δεν μπορούσε να ανοίξει την γκαραζόπορτα. Έφυγαν με το αυτοκίνητο της μητέρας μου. Ή θα έφευγαν από την πύλη Α ή από την Β. Αποφάσισαν να φύγουν από εκεί. Δεν είχαν ειδοποίηση από πού έπρεπε να φυγουν. Επικρατούσε πανικός. Την επόμενη μέρα έδωσα DNA ταυτοποιήθηκε η μητέρα μου. Ήταν μία τραγωδία που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Υπήρχε χρόνος να αντιδράσουν», είπε ο μάρτυρας.
«Έλεγαν ότι δεν υπήρχαν θύματα, ενώ ήδη εμείς είχαμε βρει τη μητέρα μου νεκρή»
Άλλος συγγενής θύματος, ο κ. Δημήτρης Σιαπέρας, ο οποίος έχασε τη μητέρα του στις φλόγες επεσήμανε στην κατάθεσή του ότι την ώρα που ο ξάδελφός του μιλούσε σε απευθείας σύνδεση σε τηλεοπτικό σταθμό αναφέροντας ότι η θεία του είχε πεθάνει, οι αρχές έλεγαν ότι δεν υπήρχαν νεκροί.
«Δεν ήταν απανθρακωμένη. Τη βρήκα αλλοιωμένη. Η φωτιά είχε περάσει τόσο γρήγορα. Πήγα στους πυροσβέστες για βοήθεια. Καμία απάντηση. Ο ξάδελφος μου είχε μιλήσει live στο δελτίο του AΝΤΕΝΝΑ και είπε: "Βρήκαμε τη θεία μου απανθρακωμένη" και αυτό είναι την ώρα που λέγανε ότι δεν υπήρχαν νεκροί, θέλω να το αναφέρω αυτό για την ιστορία. Το ΕΚΑΒ μου απάντησε ότι δε μπορούσε να πάρει τη μητέρα μου. Μου είπαν ότι είχαν εντολή να μαζέψουν άλλες σορούς. Τους κατάφερα τελικά. Την πήγαν στο Σισμανόγλειο».
Η αδελφή του μάρτυρα, Κωνσταντίνα Σιαπέρα, είπε στην κατάθεσή της: «Κάποια στιγμή μίλησα με τον πατέρα μου και μου είπε "έχουμε καεί, έσωσα μια γυναίκα". Ρώτησα πού είναι η μητέρα μου. Μου είπε "δεν ξέρω". Κατάλαβα ότι κάτι είχε συμβεί. Άρχισα να τηλεφωνώ στα νοσοκομεία. Ο αδελφός μου πήγαινε ήδη προς το Ν. Βουτζά για να ψάξει. Ήξερα ότι αν η μητέρα μου ήταν στη ζωή θα μας είχε πάρει. Θυμόταν όλα τα τηλέφωνά μας Τα βρήκε ο αδελφός μου στο σπίτι του θείου μου».
Μάλιστα πρόσθεσε ότι η μητέρα της: «Δεν είχε καεί, είχε περάσει το θερμικό κύμα και έτσι είχε πεθάνει. Αιτία θανάτου ήταν "θερμικά εγκαύματα". Ρώτησα τον πατέρα μου γιατί δεν έφυγαν. Μου είπε ότι δεν τους ειδοποίησαν, ότι δεν υπήρχε κανείς. Ότι ζητούσε βοήθεια και δεν υπήρχε κανείς. Κανένα σχέδιο. Άδικα έφυγαν τόσοι άνθρωποι. Στη Κινέτα που ήταν η θεία μου είχαν πάρει εντολή για εκκένωση, δεν καταλαβαίνω γιατί τόσο διαφορετική ενημέρωση"».
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου