Δευτέρα 22 Ιουνίου 2015

Διαβήτης: Μύθοι και αλήθειες για την ινσουλίνη



Αν κάτι τρομάζει πολλούς ασθενείς με διαβήτη, ιδίως με την τύπου 2 μορφή του που σχετίζεται με το υπερβάλλον σωματικό βάρος και την παχυσαρκία, είναι οι ενέσεις ινσουλίνης.

Μελέτες έχουν δείξει ότι πριν από την έναρξη της ινσουλινοθεραπείας ποσοστό 30%-50% των πασχόντων από διαβήτη τύπου 2 και ένας στους δέκα ασθενείς με τύπου 1 διαβήτη νιώθουν άγχος ή φόβο, κυρίως διότι πιστεύουν ότι οι ενέσεις της ινσουλίνης είναι επώδυνες, δύσκολες στην εκτέλεσή τους ή θα έχουν επιπτώσεις στην καθημερινότητά τους.

Τίποτε από αυτά όμως δεν ισχύει. Να ποια είναι η αλήθεια σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Παθολογίας Νικόλαο Τεντολούρη, γενικό γραμματέα της Εταιρείας Μελέτης Διαβητικού Ποδιού (ΕΜΕΔΙΠ) και μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Διαβήτη (EASD).

* Η ινσουλίνη είναι καθοριστικής σημασίας στον διαβήτη. Ασφαλώς και είναι. Η ινσουλίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται από τα β-κύτταρα του παγκρέατος και είναι απαραίτητη για τη διατήρηση σε φυσιολογικά επίπεδα του σακχάρου στο αίμα.

Η ολική ή μερική έλλειψή της είναι η αιτία του διαβήτη τύπου 1 και τύπου 2, αντιστοίχως, και αν δεν αντιμετωπιστεί σωστά και εγκαίρως ο ασθενής μπορεί να εκδηλώσει σοβαρές επιπλοκές από τα επίμονα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στον οργανισμό του.

Οταν ο γιατρός συνιστά θεραπεία με ινσουλίνη, αυτό σημαίνει ότι τα β-κύτταρα του παγκρέατος παράγουν λίγη ποσότητα και πρέπει η υπόλοιπη που χρειάζεται ο οργανισμός να χορηγηθεί ως υποδόρια ένεση.

* Η σημαντική έλλειψη ινσουλίνης προκαλεί συμπτώματα. Είναι αλήθεια. Στα συμπτώματα αυτά συμπεριλαμβάνονται κόπωση, έλλειψη ενεργητικότητας, αυξημένη διούρηση (επιστημονικά αποκαλείται πολυουρία), αυξημένη δίψα (πολυδιψία) κ.λπ.

* Η θεραπεία με ινσουλίνη είναι κατάλληλη μόνο για τα άτομα με διαβήτη τύπου 1. Αυτό είναι μύθος. Η θεραπεία με ινσουλίνη είναι κατάλληλη και για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2.

Η διαφορά είναι πως ενώ οι πάσχοντες από τύπου 1 διαβήτη χρειάζονται απαραιτήτως από την αρχή ενέσεις ινσουλίνης διότι πάσχουν από ολική έλλειψη της ορμόνης, στον διαβήτη τύπου 2 η ανάγκη για ινσουλίνη συχνά προκύπτει έπειτα από κάποια χρόνια από τη διάγνωση.

* Οι ενέσεις ινσουλίνης είναι επώδυνες. Οχι μόνο δεν είναι επώδυνες, αλλά με τις ειδικές συσκευές (λέγονται πένες) ινσουλίνης που υπάρχουν είναι σχεδόν ανώδυνες – πονούν λιγότερο και από τη μέτρηση του σακχάρου στο δάκτυλο, την οποία οι ασθενείς είθισται να κάνουν αδιαμαρτύρητα.

* Οι ενέσεις δυσκολεύουν την καθημερινότητα των ασθενών. Ούτε αυτό είναι αλήθεια. Η ινσουλινοθεραπεία προσαρμόζεται στις ανάγκες και στον τρόπο ζωής των ατόμων με διαβήτη και μπορεί ο ασθενής να συνεχίσει κανονικά τη ζωή του.

* Η θεραπεία με ινσουλίνη μπορεί να προκαλέσει υπογλυκαιμία. Αυτό ισχύει περισσότερο για τα άτομα με διαβήτη τύπου 1, τα οποία κατά κανόνα διαγιγνώσκονται πριν από την ενηλικίωση (η πλειονότητα των κρουσμάτων εκδηλώνεται έως τις ηλικίες 14-15 ετών) και έχουν πιο ασταθή νόσο.

Στους πάσχοντες από τύπου 2 διαβήτη που αποτελούν την πλειονότητα των κρουσμάτων διαβήτη (το 90%-95%) ο κίνδυνος υπογλυκαιμίας είναι μικρότερος.





Πηγή : ΤΑ ΝΕΑ Ένθετο Υγεία


0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου