Παρασκευή 9 Ιουνίου 2017
Μητσοτάκης: Εκλογές για να αποφασίσουν οι πολίτες
Καταρχάς, θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά για την συμπαράστασή σας, τις τελευταίες δύσκολες μέρες, και σε μένα και στη Ντόρα και σε όλη μας την οικογένεια. Πιστεύω, όμως, ότι η καθολική αναγνώριση στην πολιτική διαδρομή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όπως τουλάχιστον αποτυπώθηκε από όσους εξέφρασαν δημόσιο λόγο, αυτό το δεκαήμερο, προσφέρει σε όλους μας μια πολύ μεγάλη ικανοποίηση.
Έρχομαι τώρα στα τρέχοντα. Έξω από αυτή την αίθουσα, η Ελλάδα είναι μια χώρα όπου επικρατεί απογοήτευση, απαισιοδοξία και, δυστυχώς, αβεβαιότητα. Απογοήτευση, γιατί η κοινωνία βλέπει τις θυσίες πολλών ετών να μην έχουν αποτέλεσμα. Φαίνεται, δυστυχώς, ακόμα στα φτωχά νούμερα της οικονομίας μας, η οποία παραμένει καθηλωμένη, όταν όλη η Ευρώπη βρίσκεται πια σε μια τροχιά υγιούς ανάπτυξη.
Απαισιοδοξία, γιατί, δυστυχώς, η καθημερινότητα είναι πάρα πολύ σκληρή και κανείς δεν περιμένει κάτι καλύτερο, τουλάχιστον από τη σημερινή Κυβέρνηση. Είναι ένα συναίσθημα το οποίο συναντάς πολύ έντονα, όταν επικοινωνείς με τους πολίτες.
Και αβεβαιότητα, βέβαια, γιατί ο δρόμος μπροστά μας εξακολουθεί να μην είναι καθαρός. Αποδείχθηκε και στο Eurogroup της 22ης Μαΐου. Και συνεχίζει να αποδεικνύεται, καθώς η τρίτη αξιολόγηση «ανοιγοκλείνει» κι έρχονται νέα προαπαιτούμενα στη Βουλή και εκπρόθεσμες τροπολογίες σε άσχετα νομοσχέδια.
Χθες, είχα τη χαρά να βρεθώ με μια μεγάλη ομάδα εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα. Νέοι άνθρωποι, αλλά και μεγαλύτερης ηλικίας, που δουλεύουν delivery σε καταστήματα εστίασης, καθώς και courier. Παιδιά που εργάζονται ατελείωτες ώρες, με τις δικές τους μοτοσυκλέτες, συχνά σε συνθήκες επικίνδυνες, συνήθως χωρίς καμία ασφάλιση. Και όλα αυτά για ένα πολύ μικρό μεροκάματο, το οποίο, φυσικά, έχουν απόλυτη ανάγκη. Είδα, επίσης, εργαζόμενους σε super market και σε εταιρείες security. Συχνά προσλαμβάνονται για τετράωρα και δουλεύουν οκτάωρα. Άλλες φορές δεν πληρώνονται καθόλου και απολύονται, όταν ζητάνε τα δεδουλευμένα.
Αυτή είναι η άλλη όψη μιας αγοράς εργασίας, η οποία, δυστυχώς, έχει γίνει μια ζούγκλα. Και κατηγορίες ολόκληρες εργαζομένων νιώθουν, σήμερα, εντελώς απροστάτευτες. Νιώθουν, επίσης, ότι δεν υπάρχει κανείς να τους ακούσει. Και είναι αυτό, φυσικό επακόλουθο. Διότι η Κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου διέψευσε ανεδαφικές ελπίδες, τις οποίες η ίδια επιπόλαια δημιούργησε. Και δεν εκπλήρωσε ούτε μία από τις αναρίθμητες υποσχέσεις που έδωσε. Ψήφισε αλλεπάλληλα μέτρα λιτότητας και τώρα έχει κλειστεί μέσα στα τείχη της εξουσίας. Και δεν έχει, δεν μπορεί να έχει, καμία επαφή με την πραγματική κοινωνία, που έχει αφεθεί στην τύχη της. Δυστυχώς, η εικόνα της ελληνικής κοινωνίας, σήμερα, είναι μια εικόνα που ο καθένας ενδιαφέρεται για τον εαυτό του ή στην καλύτερη περίπτωση για την οικογένειά του.
Και αυτή η Ελλάδα, η Ελλάδα που βρίσκεται έξω από τα σιδηρόφρακτα τείχη της Κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, αυτή η Ελλάδα πρέπει να είναι η πρώτη μας έγνοια. Τα παιδιά των delivery, οι συνταξιούχοι που συνάντησα πρόσφατα στην Καλλιθέα, εργαζόμενοι στην ιχθυόσκαλα που ξεκινούν χαράματα, η Ελλάδα που ξυπνάει νωρίς. Όλοι αυτοί που περνούν, σήμερα, πολύ δύσκολα, δυστυχώς, είναι οι περισσότεροι.
Αυτή την «εκτός τειχών» Ελλάδα είμαστε εδώ, για να την αφουγκραστούμε προσεκτικά. Είμαστε εδώ για να την εμψυχώσουμε. Είμαστε εδώ για να ακούσουμε αυτά τα οποία έχει να μας πει, αλλά και για να της δείξουμε ότι υπάρχει άλλος δρόμος να βγούμε από το αδιέξοδο. Και να της δείξουμε, επίσης, ότι η εξουσία δεν είναι αυτοσκοπός. Είναι μέσο για την ευημερία της κοινωνίας.
Αυτήν την Ελλάδα, που μετρά την καθημερινότητα με τις δυσκολίες της, η Κυβέρνηση την αντιμετωπίζει με μια απίστευτη ελαφρότητα. Με την ίδια ελαφρότητα που αντιμετωπίζει τα πιο κρίσιμα εθνικά θέματα.
Το αν θα έβαζε ή όχι ο κ. Τσίπρας γραβάτα, θα ήταν ανέκδοτο, αν η χώρα δεν ζούσε μια τραγωδία άνευ προηγουμένου, από το 2015. Με Κυβέρνηση η οποία, όταν δεν ψεύδεται, είναι εντελώς εκτός τόπου και χρόνου. Που πανηγυρίζει εδώ και δύο - τρεις μήνες για μια συμφωνία που στο μεταξύ κοστίζει δυο - τρία δις σε παραπάνω μέτρα λιτότητας, κάθε εβδομάδα. Με μια Κυβέρνηση που αδυνατεί να διαπραγματευθεί, γιατί δεν διαθέτει καμία απολύτως αξιοπιστία και γιατί ο επαίτης παίρνει μόνο αυτά που του δίνουν.
Αυτή είναι η πραγματικότητα. Η Κυβέρνηση θα πάρει ό,τι της δώσουν σε μια διαπραγμάτευση που θα κάνει τελικά ό,τι της ζητήσουν, γιατί πολύ απλά είναι θεατής. Σε μια διαπραγμάτευση, όπου οι αποφάσεις λαμβάνονται με κριτήρια που, δυστυχώς, δεν αφορούν τη χώρα μας, αλλά που αντανακλούν πολιτικές συγκυρίες σε άλλες χώρες, καθώς και προτεραιότητες διεθνών οργανισμών. Μια Κυβέρνηση που επιδεικνύει, και σήμερα ακόμα, προκλητική αλαζονεία και κυνισμό, αφού το μόνο που την ενδιαφέρει είναι η παραμονή στην εξουσία και η καλοπέρασή τους.
Φυσικά, όλα αυτά δεν σου κοστίζουν τόσο, όταν βρίσκεσαι στα σαλόνια της εξουσίας και δεν έχεις ούτε την ευθιξία ούτε την εντιμότητα να πας τη χώρα σε εκλογές. Κοστίζουν, όμως, πολύ περισσότερο σε όποιον είναι στο δρόμο, σε όποιον αγωνίζεται για ένα μισθό ή για ένα μεροκάματο ή όποιον κοιτάει να βοηθήσει τους δικούς του με ό,τι έχει μείνει από τη σύνταξή του.
Χωρίς ανάπτυξη, η Ελλάδα θα φθείρεται στις μυλόπετρες των φόρων και της φτώχειας.
Και βέβαια, οι εταίροι μας δεν ενδιαφέρονται πραγματικά για το πώς περνούν οι Έλληνες, αλλά για το πώς θα διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα και την υποχρέωση που έχουμε αναλάβει να επιστραφούν τα χρήματα που μας έχουν δανείσει.
Και τι κάνει ο κ. Τσίπρας για όλα αυτά; Συνεχώς υποχωρήσεις στο εξωτερικό και κακής ποιότητας πολιτική στο εσωτερικό. Όλοι πια ξέρουν ότι η διαχωριστική γραμμή Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο ούτε υπάρχει ούτε έχει κανένα νόημα. Κι, όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ πάνε να ζωντανέψουν νεκρούς διχασμούς, βγαλμένους από τη μούχλα ενός μακρινού παρελθόντος.
Ο κ. Τσίπρας στην αγωνία του να επιβιώσει πολιτικά γυρίζει τη χώρα πολλές δεκαετίες πίσω. Αλλά όλοι το ξέρουν ότι ο πραγματικός διαχωρισμός, σήμερα, είναι ανάμεσα στην αλήθεια και στα ψέματα. Ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις, από τη μια, και στην τυφλή λιτότητα, από την άλλη. Ανάμεσα στο ρεαλισμό και τη δημαγωγία.
Η ελληνική κοινωνία, έχοντας πια πλήρη επίγνωση της κατάστασης, θέλει να φύγει μπροστά. Και η αποστολή μας είναι αυτό να το κάνουμε αυτό πράξη, και μάλιστα αποφασιστικά. Το έχουμε πει πολλές φορές, το επαναλαμβάνουμε: Από την κρίση θα βγούμε όλοι μαζί. Ενωμένοι. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Αλλά δεν υπάρχει και άλλος χρόνος. Και σίγουρα δεν θα υπάρξει χρόνος μετά τις εκλογές. Θα πρέπει να κινηθούμε γρήγορα και να ξέρουμε ακριβώς πού θα πάμε.
Γιατί όταν δεν ξέρεις πού πας, καταλήγεις κάπου αλλού και παίρνεις και όλη τη χώρα μαζί. Όπως συνέβη και συμβαίνει με την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.
Σας παραπέμπω και σας υπενθυμίζω στα λόγια του ίδιου του πρωθυπουργού. Τι μας έλεγε ο κ. Τσίπρας, πέρυσι το φθινόπωρο, μιλώντας όχι γενικώς και αορίστως, αλλά θέτοντας συγκεκριμένους στόχους και χρονοδιαγράμματα;
Είχε ορίσει τρεις άμεσους στόχους:
Πρώτον, το κλείσιμο της αξιολόγησης,
δεύτερον, την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης,
τρίτον, τη ρύθμιση του χρέους.
Η Κυβέρνηση, σήμερα, έχει χάσει και τους τρεις στόχους, που η ίδια είχε θέσει. Και μαζί της – και αυτό είναι το δυστύχημα – χάνει και η χώρα. Η αξιολόγηση ακόμα τυπικά δεν έχει κλείσει. Τώρα πάει να κλείσει η αξιολόγηση, με μεγάλη καθυστέρηση και, φυσικά, με νέα επώδυνα μέτρα, με ένα τέταρτο Μνημόνιο, που παλαιότερα δεν μας τα ζητούσαν, και με τεράστιο κόστος για την οικονομία. Και πάλι λέω «πάει να κλείσει», γιατί «ανοιγοκλείνει», με προαπαιτούμενα τα οποία προστίθενται την τελευταία στιγμή και εκ των υστέρων.
Η ίδια Κυβέρνηση, που - στον προϋπολογισμό του 2017 - προέβλεπε ανάπτυξη 2,7%, την έχει ήδη αναθεωρήσει στο 1,8%, ενώ υπάρχουν εκτιμήσεις για ακόμα χαμηλότερα. Πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ που μιλάει για ανάπτυξη 1,1%.
Και όλα αυτά, ενώ η κατάσταση της πραγματικής οικονομίας είναι ορατή δια γυμνού οφθαλμού. Οι πολίτες το γνωρίζουν, γιατί τη ζουν.
Η ποσοτική χαλάρωση, ο δεύτερος μεγάλος στόχος, μοιάζει να απομακρύνεται. Υπενθυμίζω ότι έπρεπε να έχουμε μπει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από τον Μάρτιο του 2015 και θα είχαμε, προφανώς, μπει αν δεν είχε μεσολαβήσει η περιπέτεια του ΣΥΡΙΖΑ. Αγωνιζόμαστε και τώρα να μπούμε και μακάρι να τα καταφέρουμε. Αλλά αυτό το οποίο πριν λίγο καιρό, πριν από λίγες εβδομάδες, έμοιαζε δεδομένο, σήμερα, αποτελεί ακόμα ζητούμενο και είναι εξαιρετικά επισφαλές.
Και φυσικά στο ζήτημα του χρέους, αποκαλύπτεται όλη η επιπολαιότητα και ο οπορτουνισμός της Κυβέρνησης. Η Κυβέρνηση αποσιωπά συστηματικά το γεγονός ότι η ίδια συμφώνησε, το Μάιο του 2016, οι αποφάσεις για το χρέος να ληφθούν μετά το τέλος του προγράμματος. Την υπογραφή του Ευκλείδη Τσακαλώτου φέρει η απόφαση αυτή και πρέπει να το υπενθυμίζουμε διαρκώς. Και παρότι οι ίδιοι υποχωρούν διαρκώς στο ζήτημα αυτό, σήκωσαν από μόνοι τους το ζήτημα του χρέους ως άλλοθι για τα στελέχη τους, να ψηφίσουν το τέταρτο Μνημόνιο. Κορόιδεψαν συνειδητά τα στελέχη τους και εξαπάτησαν τους πολίτες, λέγοντας ότι αξίζει να ψηφιστεί ένα νέο Μνημόνιο, με μέτρα σχεδόν 5 δις ευρώ και να δεσμευτεί η χώρα, επίσης, σε υψηλά πλεονάσματα για πολλά ακόμα χρόνια, γιατί; Διότι υποτίθεται ότι θα παίρναμε κάτι σημαντικό για το χρέος. Και, τελικά, δεν φαίνεται να παίρνουμε ούτε αυτό.
«Ζούμε σε συνθήκες μιας διαρκούς πολιτικής ήττας», μας είπε ο κ. Σκουρλέτης. Έκαναν τη δική τους πολιτική ήττα, ήττα της χώρας. Και φυσικά, ήττες και αποτυχίες η Κυβέρνηση μετράει γενικώς. Όχι μόνο στο εξωτερικό, αλλά και στο εσωτερικό. Η Κυβέρνηση αυτή δεν έχει άλλο τρόπο να κάνει πολιτική, παρά μόνο με κατάχρηση εξουσίας. Εκτός αν βρει τα δύσκολα, όπως για το χρέος, οπότε ξαφνικά αρχίζει να μιλάει για συναίνεση. Ενώ συγχρόνως επιχειρεί να βάλει φυτίλι σε νέα πεδία. Μπας και κάπου βάλει φωτιά η σπίθα.
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι τα όσα διαδραματίζονται στο χώρο της Παιδείας. Έκανα, χθες, σχετική δήλωση και θα συναντηθώ, σήμερα, με το Προεδρείο της Συνόδου των Πρυτάνεων. Το σχέδιο νόμου το οποίο παρουσίασε η Κυβέρνηση αποτελεί ένα τεράστιο βήμα προς τα πίσω. Επαναφέρει παθογένειες του παρελθόντος, που έκαναν πολύ κακό στα ελληνικά πανεπιστήμια. Πλήττει ευθέως την αυτονομία των Ιδρυμάτων. Καταργεί θεσμούς που συνέβαλαν στη λογοδοσία και στη διαφάνεια. Διώχνει διαπρεπείς ακαδημαϊκούς, μεταξύ των οποίων πολλοί Έλληνες του Εξωτερικού οι οποίοι είχαν έρθει να υπηρετήσουν το ελληνικό Πανεπιστήμιο. Τους αντικαθιστά με κομματικά στελέχη του Υπουργείου Παιδείας. Υποβαθμίζει τα μεταπτυχιακά προγράμματα. Και τέλος, ξαναφέρνει μια παρωχημένη και εξαιρετικά επικίνδυνη αντίληψη για το ακαδημαϊκό άσυλο, που ουσιαστικά προστατεύει όσους έχουν καταστήσει τα Πανεπιστήμια χώρους ανομίας και βίας.
Οι τελευταίες δηλώσεις – τις έβλεπα σήμερα το πρωί – του Υπουργού Παιδείας είναι ανατριχιαστικές. «Το Πανεπιστήμιο», λέει ο Υπουργός, «είναι ένας θεσμός που ιστορικά εκφράζει μια συγκρουσιακή συνύπαρξη». Τι πράγματα είναι αυτά;
Εμείς θέλουμε Πανεπιστήμια για τα παιδιά μας, τα οποία να είναι ποιοτικά, ελεύθερα, ανταγωνιστικά, συνδεμένα με την αγορά εργασίας. Και Πανεπιστήμια που να δίνουν ουσιαστική προοπτική σε νέους ανθρώπους. Όχι Πανεπιστήμια – πεδία μιας ιδεολογικής ή πολύ συχνά μιας φυσικής σύγκρουσης.
Προσέξτε: Και όλα αυτά συμβαίνουν σε μια στιγμή, που η σκιά της τρομοκρατίας έχει πέσει ξανά πάνω στην Ελλάδα. Και η πρόσφατη απόπειρα δολοφονίας του πρώην πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου δείχνει ότι η χώρα, δυστυχώς, γυρίζει πίσω σε άλλες εποχές. Εμείς αυτό δεν θα το επιτρέψουμε. Και δεν θα αφήσουμε την Κυβέρνηση να αφήσει τη δημόσια ζωή ανυπεράσπιστη στην πολιτική βία και την τρομοκρατία. Το σχέδιο νόμου της Κυβέρνησης για τα Πανεπιστήμια πρέπει να αποσυρθεί.
Εμείς δεν θα είχαμε - και δεν είχαμε ποτέ - αντίρρηση να μπούμε σε έναν έντιμο διάλογο με την Κυβέρνηση, εφόσον αυτή παρουσίαζε - ή παρουσιάσει έστω και τώρα - μια σοβαρή βάση για συζήτηση. Στο παρελθόν, άλλωστε, η παράταξή μας είχε δείξει έμπρακτα τη διάθεσή της για συναινέσεις στο χώρο της Παιδείας. Στηρίξαμε ως Αντιπολίτευση τον Νόμο 4009/2011, διότι θεωρήσαμε ότι αυτό ήταν σωστό για τη χώρα. Πότε έκανε, αλήθεια, κάτι αντίστοιχο ο ΣΥΡΙΖΑ ως Αντιπολίτευση;
Κλείνω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με την εξής παρατήρηση: Τις τελευταίες ημέρες εντείνεται το αίσθημα ότι η Ελλάδα βρίσκεται ξανά σε ένα εξαιρετικά κρίσιμο σταυροδρόμι. Πρόσφατες εξελίξεις επιβεβαιώνουν ότι η Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα έχει εξαντληθεί, ενώ έχει εξαντλήσει και τα αποθέματα αντοχής της οικονομίας και της κοινωνίας. Ένας ακόμη χειμώνας χάθηκε σε μια διαπραγμάτευση, δυστυχώς, που φέρνει τη χώρα στο ίδιο σημείο που ήταν και πριν. Χωρίς λύση για το χρέος και με την οικονομία σε κινούμενη άμμο. Και ακόμη και η προβολή μέτρων και περικοπών στο μέλλον, μετά τη λήξη της θητείας αυτής της Κυβέρνησης, κάτι το οποίο είναι πολιτικά και νομοθετικά πρωτοφανές, δεν φαίνεται να έφερε κανένα αποτέλεσμα.
Τα γεγονότα, δυστυχώς, μας δικαιώνουν. Η χώρα πρέπει να βγει από το αδιέξοδο που την έχουν βάλει η ανικανότητα και ο λαϊκισμός. Η Κυβέρνηση, οχυρωμένη στην εξουσία της, επιμένει σε μια πολιτική καμένης γης.
Όμως, μόνο μια αξιόπιστη Κυβέρνηση, προσηλωμένη στις μεγάλες αλλαγές που χρειάζεται η χώρα, μπορεί να ανακτήσει την χαμένη αξιοπιστία της πατρίδας μας. Να διεκδικήσει από τους εταίρους μας να κάνουν πράξη, αυτά για τα οποία έχουν δεσμευθεί από το Νοέμβριο του 2012 για το χρέος. Αλλά κυρίως – το πιο σημαντικό – να βάλει μπροστά τις μηχανές της ανάπτυξης, να προσελκύσει επενδύσεις, να δημιουργήσει νέες δουλειές. Και στις ταραγμένες εποχές που ζούμε, να διασφαλίσει τη γεωπολιτική σταθερότητα, αλλά να εκμεταλλευτεί και τις μεγάλες ευκαιρίες, που οι ανακατατάξεις στην περιοχή προσφέρουν.
Είχαμε, δυστυχώς, δίκιο, όταν λέγαμε ότι, όσο πιο γρήγορα φύγει αυτή η Κυβέρνηση, τόσο καλύτερα θα είναι για την χώρα.
Καλώ τον κ. Τσίπρα, για άλλη μια φορά, να αναλάβει τις ευθύνες του και να δώσει την ευκαιρία στους πολίτες να αποφασίσουν.
Έχουμε μπροστά μας ένα κρίσιμο καλοκαίρι και δεν πρέπει να χαθεί άλλος χρόνος.
Σας ευχαριστώ.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου