Η χώρα βαδίζει προς τις εκλογές, με τον ΣΥΡΙΖΑ να διατηρεί ευκρινές προβάδισμα από τη Νέα Δημοκρατία. Πόσο θα αλλάξει το σκηνικό η αυξανόμενη οικονομική ανασφάλεια
Επιστρατεύοντας κάθε πιθανό και απίθανο όπλο που διαθέτουν στη φαρέτρα τους, οι πολιτικές δυνάμεις τα δίνουν όλα στην τελική ευθεία προς τις κρίσιμες κάλπες της προσεχούς Κυριακής, με βασικό στόχο να προσελκύσουν τους 600.000 και πλέον αναποφάσιστους ψηφοφόρους.
Η κατεύθυνση άλλωστε προς την οποία θα κινηθεί την τελευταία προεκλογική εβδομάδα ποσοστό άνω του 10% του εκλογικού σώματος το οποίο, σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις, δεν έχει κάνει ακόμη την επιλογή του θεωρείται καθοριστική για την τελική έκβαση της κρίσιμης εκλογικής μάχης.
Στα κομματικά επιτελεία επικρατεί προβληματισμός για τον τρόπο με τον οποίο θα κατανεμηθεί το ιδιαιτέρως υψηλό ποσοστό των αναποφάσιστων, μέρος των οποίων ίσως επιλέξει και επί της κάλπης, καθώς από αυτή τη δεξαμενή των ψηφοφόρων είναι δυνατόν να προκύψει η επιζητούμενη αυτοδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος διατηρεί σε όλες τις τελευταίες έρευνες ευκρινές προβάδισμα έναντι της Νέας Δημοκρατίας.
Τα «πηδήματα» και η ρευστότητα
Η ακραία πόλωση ανάμεσα στα δύο κόμματα που διεκδικούν την εξουσία, τα ένθεν κακείθεν εκβιαστικά διλήμματα που τίθενται και η εκατέρωθεν συντονισμένη επιχείρηση ανάδειξης των προγραμματικών ασαφειών της αντίπαλης παράταξης αναμένεται να κορυφωθούν κατά την τελευταία προεκλογική εβδομάδα, που όπως διαφαίνεται θα κυλήσει μέσα στο κλίμα της αυξημένης οικονομικής ανασφάλειας που πυροδοτούν οι ενισχυμένες ανάγκες για τραπεζική ρευστότητα.
Ωστόσο, παρά τις ασφυκτικές συνθήκες στον οικονομικό τομέα, το προεκλογικό σκηνικό, όταν δεν πολώνεται από αναίτιες, τις περισσότερες φορές, φραστικές εξάρσεις, διανθίζεται από ευφυολογήματα για «πηδήματα», τα οποία προκαλούν πόλεμο δηλώσεων και αντιδηλώσεων ανάμεσα στη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ, που δεν αφήνουν να περάσει απαρατήρητη η παραμικρή παρεκτροπή οποιουδήποτε στελέχους του ενός ή του άλλου κόμματος.
Σε όσους, ωστόσο, δεν κατατρίβονται με τους μικροκομματικούς ανταγωνισμούς και ενδιαφέρονται για την πορεία της χώρας, η αυξανόμενη διαρροή καταθέσεων που παρατηρείται όσο πλησιάζουν οι κάλπες αποτελεί ένα ηχηρό μήνυμα για τους επερχόμενους, ενδεχομένως μεγαλύτερους, κινδύνους.
Κι αυτό καθώς η δραματική επιδείνωση των συνθηκών ρευστότητας στα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα υποχρέωσε τις τέσσερις συστημικές ελληνικές τράπεζες να ζητήσουν, στο τέλος της εβδομάδας, την ενεργοποίηση του έκτακτου μηχανισμού ρευστότητας (ELA) από την Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία με τη σειρά της μετέφερε το αίτημα στη Φρανκφούρτη, την έδρα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από τον ELA (Emergency Liquidity Assistance), ο οποίος έχει σαφώς υψηλότερο κόστος (από 0,05% που είναι το επιτόκιο για την άντληση ρευστότητας από την ΕΚΤ διαμορφώνεται στο 1,55%), κατέστη αναγκαία επειδή, ταυτόχρονα με τη φυγή των καταθέσεων, οι ελληνικές τράπεζες επιβαρύνθηκαν από τις δυσμενείς εξελίξεις στην ισοτιμία του ευρώ με το ελβετικό φράγκο, αλλά και από την υποχρέωση να καλύψουν τις νέες εκδόσεις εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου.
Στο μεταξύ, στον απόηχο των κατηγορηματικών δηλώσεων του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ο οποίος αποκλείει κάθε συζήτηση για ενδεχόμενη διαγραφή χρέους και καλεί τους Ελληνες πολιτικούς να μην υπόσχονται περισσότερα από αυτά που μπορούν να υλοποιήσουν, πρόσθετες δυσχέρειες από το διεθνές περιβάλλον συνιστούν οι εντεινόμενες πιέσεις από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η οποία δείχνει επίσης να σκληραίνει τη στάση της έναντι της Ελλάδας.
Δεν είναι μόνον η επωδός κορυφαίων Ευρωπαίων αξιωματούχων, σύμφωνα με την οποία η εταιρική αλληλεγγύη -και άρα η ρευστότητα- προς την Ελλάδα θα συνεχίζεται μόνο για όσο η χώρα εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της. Είναι, πολύ περισσότερο, οι ανησυχητικές πληροφορίες από τη Φρανκφούρτη, σύμφωνα με τις οποίες τα ελληνικά ομόλογα δεν θα περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που πρόκειται να ανακοινωθεί εντός της εβδομάδας από τον διοικητή της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι σε μια προσπάθεια τόνωσης της ανάπτυξης στην Ευρωζώνη.
Η συγκεκριμένη εξέλιξη διαψεύδει τις προσδοκίες που είχαν καλλιεργηθεί στην Αθήνα από επίδοξους διεκδικητές της εξουσίας και ταυτόχρονα επιβαρύνει την ήδη βαριά οικονομική ατμόσφαιρα που σκιάζεται από τον συνεχιζόμενο θόρυβο γύρω από το περιώνυμο Grexit, το οποίο, όπως λέγεται και γράφεται στα διεθνή ΜΜΕ, μπορεί να μην προβλέπεται από τις συνθήκες, αλλά είναι δυνατόν να προκύψει ως αποτέλεσμα ελληνικής πρωτοβουλίας που θα προέλθει επειδή «η πλευρά των εταίρων και δανειστών της χώρας θα κλείσει τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης προς την Αθήνα».
Πηγές, άλλωστε, από τις Βρυξέλλες ξεκαθαρίζουν ότι, σε πλήρη αντίθεση με τη διακινούμενη φιλολογία των Αθηνών, «το μέτωπο Βερολίνου - Φρανκφούρτης είναι ενιαίο», ενώ «δεν υφίστανται» τα περί διαφωνιών ανάμεσα στον κ. Σόιμπλε και τον κ. Ντράγκι. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι ο διοικητής της ΕΚΤ, παρά τις αυταπάτες που τρέφονταν το τελευταίο διάστημα στην Ελλάδα, διαμηνύει σε κάθε ευκαιρία ότι η απρόσκοπτη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας θα συνεχιστεί μέχρις ότου η χώρα είναι σε πρόγραμμα.
Σε αυτό το πλαίσιο, πληροφορίες από αξιωματούχους που έχουν γνώση των διαθέσεων που επικρατούν στην ευρωπαϊκή ηγεσία επισημαίνουν ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση που θα αναδειχτεί από την κάλπη της επόμενης Κυριακής θα πρέπει να έχει ως πρώτιστο καθήκον την άμεση επαφή με τους θεσμικούς εταίρους της χώρας για να συμφωνήσουν περί του τι μέλλει γενέσθαι με το υφιστάμενο πρόγραμμα, το οποίο έχει παραταθεί ως το τέλος Φεβρουαρίου.
«Μονόδρομος το νέο πρόγραμμα»
«Η ευρωπαϊκή πλευρά είναι έτοιμη να εξετάσει κάθε λογικό αίτημα για νέα παράταση έως το τέλος Μαρτίου προκειμένου να υπάρξει επαρκής χρόνος για διαπραγμάτευση με τη νέα κυβέρνηση», λένε οι ίδιες πηγές, που επιμένουν ότι λόγω και της υστέρησης των εσόδων τα διαθέσιμα του Ελληνικού Δημόσιου «φτάνουν δεν φτάνουν ως τις 15 Φεβρουαρίου». Προσθέτουν επίσης ότι έως τότε -και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα προκηρυχθούν νέες εκλογές- θα είναι εξασφαλισμένη η χρηματοδότηση από τον ELA ώστε να μπορούν οι ελληνικές τράπεζες να αγοράζουν τα έντοκα γραμμάτια που θα χρειαστεί να εκδώσει το Δημόσιο είτε για να αντικαταστήσει τίτλους που λήγουν, είτε για να καλύψει άλλες υποχρεώσεις πληρωμών.
Παρά τις... ηρωικές δηλώσεις, οι οποίες γίνονται μάλλον για λόγους προεκλογικής κατανάλωσης στα ανά την ελληνική επικράτεια τηλεοπτικά πάνελ, όπου ακούγονται ακόμη και απόψεις όπως εκείνες της κυρίας Ραχήλ Μακρή για... εκτύπωση εγχώριου χρήματος, ή άλλων υποψηφίων του ΣΥΡΙΖΑ που καλούν τους πολίτες να μην πληρώσουν (!) τις υπολειπόμενες δόσεις του ΕΝΦΙΑ, το βέβαιο είναι ότι η νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι η σύνθεσή της, θα χρειαστεί από την πρώτη κιόλας μέρα της ορκωμοσίας της να ξεκινήσει συζητήσεις για το νέο πρόγραμμα.
Στο επιτελείο του Αλέξη Τσίπρα, προεξοφλώντας τη νίκη τους, κάνουν υπολογισμούς για την υπέρβαση του πήχη της αυτοδυναμίας: «Με τον Καμμένο μέσα κάνουμε κυβέρνηση. Με τον Καμμένο έξω έχουμε αυτοδυναμία», είναι η φράση που ακουγόταν συχνότερα τις προηγούμενες μέρες στην Κουμουνδούρου
Με δεδομένη μάλιστα την επιδείνωση τόσο της τραπεζικής ρευστότητας όσο και των εσόδων του Δημοσίου, δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι «ίσως δεν είναι πλέον επαρκές ένα πρόγραμμα, όπως αυτό που διαπραγματευόταν η απερχόμενη κυβέρνηση, σε συνδυασμό με την προληπτική πιστωτική γραμμή». Αντιθέτως, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι θεωρούν ότι «τα όσα μεσολάβησαν έχουν πιθανόν καταστήσει αναγκαίο ένα τρίτο Μνημόνιο».
Μέσα σε αυτό το κλίμα, οι μετεκλογικές εξελίξεις που θα δρομολογηθούν ήδη από το βράδυ της επόμενης Κυριακής αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη σημασία, καθώς ο χαρακτήρας και η σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης που θα αναδειχτεί από την κάλπη της 25ης Ιανουαρίου θα αποτελέσουν τον πλέον καθοριστικό παράγοντα τόσο για την εσωτερική πολιτική ατμόσφαιρα όσο και για τις σχέσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους της χώρας. Χωρίς να έχουν μετρηθεί οι τυχόν επιπτώσεις από τις πιο πρόσφατες ανησυχητικές εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα, οι τελευταίες δημοσκοπήσεις κατέγραφαν αντιστροφή της τάσης σμίκρυνσης της διαφοράς υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος φαίνεται να διευρύνει το προβάδισμά του χωρίς να κατακτά την αυτοδυναμία, από την οποία, όμως, δεν απέχει πολύ.
Στο επιτελείο του κ. Αλέξη Τσίπρα, προεξοφλώντας τη νίκη τους, κάνουν υπολογισμούς για την υπέρβαση του πήχη της αυτοδυναμίας, την εκλογή δηλαδή περισσοτέρων από 151 βουλευτές, που εξαρτάται από τα κόμματα που θα μπουν στην επόμενη Βουλή. «Με τον Καμμένο μέσα κάνουμε κυβέρνηση. Με τον Καμμένο έξω, έχουμε αυτοδυναμία», είναι η φράση που ακουγόταν συχνότερα τις προηγούμενες μέρες στην Κουμουνδούρου.
Οι τελευταίες έρευνες της κοινής γνώμης δείχνουν ανάκαμψη της δημοσκοπικής δύναμης των Ανεξάρτητων Ελλήνων, που φαίνεται ότι μπορεί να είναι παρόντες και στην επόμενη Βουλή. Σε μια τέτοια περίπτωση, ο πρόεδρος των ΑΝ.ΕΛ. κ. Πάνος Καμμένος θα είναι ο πιθανότερος κυβερνητικός εταίρος του κ. Τσίπρα, όπως αφήνεται και από τις δύο πλευρές να διαφανεί προεκλογικά.
Αν, αντιθέτως, δεν μπουν τελικά στη Βουλή οι ΑΝ.ΕΛ., όπως και το Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών του πρώην πρωθυπουργού Γιώργου Παπανδρέου, το οποίο δείχνει ακόμη να κινείται κάτω από το 3%, τότε διευκολύνονται τα σχέδια του ΣΥΡΙΖΑ για αυτοδυναμία. Εφόσον όμως δεν επιτευχθεί αυτοδύναμη πλειοψηφία, αρκετοί θεωρούν ότι αυτό μπορεί να υποχρεώσει την Κουμουνδούρου να αναζητήσει κυβερνητικούς εταίρους στο Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη (ο οποίος σε συνέντευξή του στο «ΘΕΜΑ» μιλάει για «κυβέρνηση του 51%») ή στο ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου, σύμφωνα με όσα λένε στελέχη του, κυρίως σε συνομιλητές τους από το εξωτερικό.
Σενάρια με Αβραμόπουλο
Αν και πηγές που απηχούν τις απόψεις που επικρατούν στα ηγετικά κλιμάκια του ΣΥΡΙΖΑ, δεν αποκλείουν, σε περίπτωση που το κόμμα τους βρεθεί πολύ κοντά στην αυτοδυναμία και δεν την κατακτήσει, τον σχηματισμό κυβέρνησης μειοψηφίας που θα στηρίζεται σε ψήφο ανοχής (του ΚΚΕ, που πάντως αρνείται διαρρήδην, ή άλλων κοινοβουλευτικών δυνάμεων), τις τελευταίες ημέρες εντείνονται τα σενάρια που εμφανίζουν την Κουμουνδούρου διαθέσιμη να προωθήσει συναινετικές μετεκλογικές λύσεις με επίκεντρο το πρόσωπο του Ελληνα επιτρόπου Δημήτρη Αβραμόπουλου.
Η σπουδή του ΣΥΡΙΖΑ να χαιρετίσει πρόσφατη παρέμβαση του κ. Αβραμόπουλου, ο οποίος μιλώντας στο Κολέγιο των Επιτρόπων ζήτησε περισσότερη ευελιξία του Συμφώνου Σταθερότητας για να βοηθηθούν οι χώρες του Νότου, αναζωπύρωσε παλαιότερη φημολογία, σύμφωνα με την οποία ο νυν επίτροπος διατηρεί εδώ και καιρό διαύλους επικοινωνίας με τον κ. Τσίπρα, ο οποίος προτίθεται να τον προτείνει για επόμενο Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Οπως μάλιστα υποστηρίζουν οι θιασώτες μιας τέτοιας πρωτοβουλίας, ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποκομίσει πολλαπλά οφέλη από την πρόταση για τον κ. Αβραμόπουλο. Κι αυτό καθώς από τη μια θα δείξει «συναινετική διάθεση» τόσο εντός της χώρας, υποχρεώνοντας μάλιστα τη Ν.Δ. να συμφωνήσει με την επιλογή του, όσο και εκτός Ελλάδος. Ενώ από την άλλη θα μπορέσει να στείλει ένα δικό του στέλεχος -τον κ. Γιάννη Μηλιό, που δεν είναι υποψήφιος σε αυτές τις εκλογές, ή τον κ. Δημήτρη Παπαδημούλη, που διαθέτει ευρωπαϊκή εμπειρία- στην Κομισιόν.
Πηγή : protothema.gr
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου