Η εκπνοή του 2018 επεφύλασσε μία από τις πιο θεαματικές εξελίξεις όλης της χρονιάς, καθώς, όπως αρχικά έγινε γνωστό από διαρροές στον Τύπο και κατόπιν επιβεβαιώθηκε από τον ίδιο τον Ντόναλντ Τραμπ μέσω Twitter, ο πρόεδρος των ΗΠΑ αιφνιδιαστικά διέταξε την άμεση αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων που βρίσκονται στις κουρδοκρατούμενες περιοχές της βορειοανατολικής Συρίας και υπολογίζονται σε τουλάχιστον 2.000 πεζοναύτες.
"Έχουμε νικήσει τον ISIS στη Συρία, πράγμα που αποτελούσε τον μόνο λόγο για να είμαστε εκεί κατά τη διάρκεια της Προεδρίας Τραμπ” ανέφερε χαρακτηριστικά στην ανάρτησή του ο ένοικος του Λευκού Οίκου, που ως γνωστόν αρέσκεται στην εμφάνιση "επιτυχιών".
Λίγα πράγματα είναι προς το παρόν γνωστά ως προς τον τρόπο υλοποίησης αυτής της απόφασης, η οποία απηχεί μεν τις προτιμήσεις που έχει εκφράσει ο Τραμπ προ πολλού, όμως έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τους σχεδιασμούς του Πενταγώνου, που έμοιαζε το προηγούμενο διάστημα να έχει επικρατήσει.
Όμως οι αντιφάσεις της αμερικανικής πολιτικής (στη Μέση Ανατολή και όχι μόνο) έρχονται να επιλυθούν με εκρηκτικό τρόπο, ιδίως μετά την αποφασιστική παρεμβολή του Ταγίπ Ερντογάν.
Για τους Αμερικανούς στρατηγούς και τους νεοσυντηρητικούς κύκλους, η κατοχύρωση στρατιωτικής παρουσίας στο κουρδοκρατούμενο ανατολικό τρίτο της Συρίας (περιοχή ίση σε έκταση λ.χ. με την Κροατία) και η παγίωση της απόσχισης της περιοχής από την εξουσία της Δαμασκού ήταν ένα χρήσιμο διαπραγματευτικό χαρτί στις διαβουλεύσεις για την "επόμενη μέρα” της συριακής κρίσης, ένα απαραίτητο αντίβαρο στο ισχυρό στρατιωτικό αποτύπωμα που βρέθηκε να έχει για πρώτη φορά στην περιοχή η Ρωσία και κυρίως ένας εναλλακτικός τρόπος (μετά και την αποτυχία του αυτοανακηρυχθέντος "χαλιφάτου” του ISIS) για να διακοπεί η εδαφική συνέχεια του "άξονα” Τεχεράνης-Βαγδάτης-Δαμασκού-Βηρυτού, που βρίσκεται στην φυσική κατάληξη του κινεζικού "νέου δρόμου του μεταξιού”, αλλά και απειλεί το Ισραήλ.
Στο φόντο αυτό θα πρέπει να ερμηνευθούν οι κινήσεις δημιουργίας οιονεί κρατικών υποδομών στην επίμαχη περιοχή, καθώς και οι πρόσφατες εξαγγελίες του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ Τζέιμς Μάττις για συγκρότηση μόνιμης δύναμης αποτελούμενης από 40.000 Κούρδους μαχητές του YPG (δηλ. της αδελφής οργάνωσης του ΡΚΚ στη Συρία) και για τοποθέτηση αμερικανικών παρατηρητηρίων στη μεθόριο με την Τουρκία.
Για την Άγκυρα, που παλεύει διαχρονικά με το δικό της κουρδικό πρόβλημα, η προοπτική δημιουργίας μιας δεύτερης (μετά από αυτήν του Ιρακινού Κουρδιστάν) αυτόνομης οντότητας στα νότια σύνορά της, με αμερικανική μάλιστα στρατιωτική προστασία, αποτελούσε πραγματικό εφιάλτη. Εξ ού και ο Ταγίπ Ερντογάν έσπευσε να ανακοινώσει ότι μια στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας στα ανατολικά του Ευφράτη είναι υπόθεση 24ώρων. Για τον σκοπό αυτό, μάλιστα, συγκεντρώθηκαν από την τουρκική πλευρά των συνόρων δυνάμεις τεθωρακισμένων και πυροβολικού, αλλά και ισλαμιστές αντάρτες, σύμμαχοι της Τουρκίας, προερχόμενοι από τον συριακό θύλακα της Ίντλιμπ.
Είναι προφανές ότι η τηλεφωνική επικοινωνία Τραμπ-Ερντογάν την προηγούμενη εβδομάδα, εν μέσω αυτών των εντάσεων, κατέληξε σε κάποιου είδους συναλλαγή. Άλλωστε το ίδιο διάστημα ο Αμερικανός πρόεδρος με αμφίσημες δηλώσεις του κρατούσε ανοικτό το ζήτημα της έκδοσης του εγκατεστημένου στην Πενσιλβάνια μεγάλου αντιπάλου του Ερντογάν, Φετουλάχ Γκιουλέν, ενώ μόλις την Τρίτη οι ΗΠΑ εμφανίσθηκαν έτοιμες να προσφέρουν στην Τουρκία αντιαεροπορικά συστήματα Patriot, προκειμένου να ακυρωθεί η τουρκική παραγγελία των ρωσικών συστοιχιών S-400.
Όμως τα συμφραζόμενα της πιθανολογούμενης συμφωνίας δίνει κατεξοχήν η υπόθεση της εξαφάνισης στην Κωνσταντινούπολη του εξόριστου Σαουδάραβα δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι, η οποία διατηρείται μονίμως στον αφρό από την πλευρά της Τουρκίας και απέληξε ήδη σε μια μεγάλη ήττα για τον πρόεδρο των ΗΠΑ: ψήφισμα της αμερικανικής Γερουσίας κατονομάζει ως "υπεύθυνο” της δολοφονίας τον Σαουδάραβα πρίγκηπα διάδοχο Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν, εκλεκτό της προεδρικής οικογένειας και "πυλώνα” της μεσανατολικής πολιτικής Τραμπ.
Είναι τέτοιος ο βαθμός στον οποίο το ζήτημα της Σαουδικής Αραβίας έχει συνυφανθεί με τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις της Ουάσιγκτον (δεδομένου άλλωστε του ότι η CIA δεν θα επέτρεπε τη συγκάλυψη της εξόντωσης ενός συνεργάτη της, όπως ο Κασόγκι), που δεν εισακούσθηκε από το Καπιτώλιο ούτε η συνήθως πολύ επιδραστική ισραηλινή κυβέρνηση, η οποία ποικιλοτρόπως προσβλέπει στον Μοχάμαντ μπιν Σαλμάν.
Επαναβεβαιώνοντας, αυτή τη φορά έναντι του Πενταγώνου, την πρωτοκαθεδρία του σε θέματα εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, την οποία η Γερουσία μόλις είχε αμφισβητήσει, ο Τραμπ αποδεικνύει ότι δεν παραδίδεται εύκολα. Και κυρίως ότι δεν βάζει στο ίδιο επίπεδο την δεύτερη μεγαλύτερη χώρα του ΝΑΤΟ με τους Κούρδους, οι οποίοι, όσο και αν υπήρξαν οι πιο αξιόπιστοι συμπολεμιστές των ΗΠΑ κατά του ISIS, τώρα εγκαταλείπονται και έχουν σημάνει συναγερμό.
Θα όφειλαν όμως να έχουν διακρίνει το προφανές ήδη από τότε που η Τουρκία καταλάμβανε αβρόχοις ποσί τον κουρδικό θύλακα του Αφρίν στην βορειοδυτική Συρία (ή όταν η Βαγδάτη και οι σύμμαχοί της εξίσου εύκολα ανακαταλάμβαναν το Κιρκούκ και ακύρωναν το δημοψήφισμα για ανεξαρτητοποίηση του Ιρακινού Κουρδιστάν).
Στην πραγματικότητα, η κίνηση του Τραμπ, εφόσον ολοκληρωθεί, δίνει στην αμερικανική πλευρά την ευκαιρία να διεμβολίσει τη συμμαχία Τουρκίας-Ρωσίας-Ιράν, χωρίς τα ρίσκα της αυτοπρόσωπης παρουσίας σε μια περίκλειστη και μη υπερασπίσιμη περιοχή.
Το κενό που πρόκειται να ανοίξει προσκαλεί σε αγώνα δρόμου, τόσο την Άγκυρα, η οποία πιθανότητα θα υλοποιήσει τα σχέδιά της για επέμβαση, όσο και την Δαμασκό, που προφανώς επείγεται να ανακαταλάβει αυτό το κρίσιμο για τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση (λόγω των πετρελαιοπηγών του και των εύφορων εδαφών πέριξ του φράγματος του Ευφράτη) τμήμα της επικράτειάς της. Αδιευκρίνιστο παραμένει το αν θα μπορέσουν να επωφεληθούν και τα υπολείμματα του ISIS.
Την ώρα που ο Τραμπ αίφνης εισακούει μια πάγια απαίτησή της, η Μόσχα βρίσκεται φορτωμένη με έναν διπλωματικό (ίσως και επιχειρησιακό) πονοκέφαλο.
Του Κώστα Ράπτη
Πηγή : capital.gr
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου