Ο Τραμπ τείνει να ξεπεράσει πολύ γρήγορα τον έως τώρα πρωταθλητή στις γκάφες Τζορτζ Μπους
Η μακρά λίστα με τις γκάφες του πρώην προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Τζορτζ Μπους του νεότερου είναι αρκούντως τραγελαφική ώστε να έχει αφήσει το στίγμα της στην προεδρία του. Οι επιλογές του, κυρίως στην εξωτερική πολιτική, με τους δύο πολέμους που εξαπέλυσε στη Μέση Ανατολή, κληροδοτώντας στους διαδόχους του το απόλυτο χάος σε όλη την περιοχή, τα βασανιστήρια και την απόρριψη του πρωτοκόλλου του Κιότο για την κλιματική αλλαγή επιβεβαίωσαν τους φόβους των επικριτών του ότι επρόκειτο για τον «χειρότερο πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ». Και όμως: μόλις οκτώ χρόνια μετά την ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας του Μπους, ο Ντόναλντ Τραμπ κατόρθωσε να κάνει τους «neocons» να φαντάζουν σοβαροί και τους Αμερικανούς να μιλάνε όχι μόνο για έναν «ακόμη χειρότερο πρόεδρο» αλλά να αμφισβητούν μέχρι και την κατάσταση της πνευματικής του υγείας. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και ανώτατα στελέχη της αμερικανικής κυβέρνησης παραδέχονται σε κατ' ιδίαν συζητήσεις ότι ο Τραμπ «είναι ο πιο γελοίος πρόεδρος που είχε ποτέ η Αμερική».
Σε πέντε μόλις μήνες προεδρίας, ο Τραμπ έχει βρεθεί μπλεγμένος σε σκάνδαλο για δοσοληψίες στενών συνεργατών του με τη ρωσική κυβέρνηση - χαρακτηρίζεται πιο σοβαρό και από το Watergate -, εξετάζεται το ενδεχόμενο να ξεκινήσει εισαγγελική έρευνα εναντίον του για πιθανή παρακώλυση της Δικαιοσύνης, απέσυρε τις ΗΠΑ από τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα και αποξένωσε τους παραδοσιακούς συμμάχους της Αμερικής στην Ευρώπη. Εχοντας ως στόχο να αποδομήσει την πολιτική του προκατόχου του Μπαράκ Ομπάμα, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, ο Τραμπ προσπάθησε ανεπιτυχώς (προς το παρόν) να καταργήσει το Obamacare και να επιβάλει απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ προσφύγων και πολιτών από έξι μουσουλμανικές χώρες, βάλλοντας παράλληλα κατά των δικαστικών αρχών που του ακυρώνουν τα σχέδια. Επίσης σκοπεύει να ανατρέψει το άνοιγμα του Ομπάμα προς την Κούβα.
Αδιαφορώντας για την ελευθερία του Τύπου, ανέδειξε σε νούμερο έναν εχθρό του τους δημοσιογράφους και τα «συστημικά» μέσα ενημέρωσης, τα οποία κατηγορεί για διασπορά ψευδών ειδήσεων με στόχο τον ίδιο - παρότι είναι ο δικός του στρατός διαδικτυακών «τρολς» που ευθύνεται ακριβώς για αυτό. Την ίδια στιγμή ασκεί πολιτική μέσω Twitter, απευθυνόμενος σε φίλους και εχθρούς χωρίς «μεσάζοντες».
Η πρώτη αντίδραση του Τραμπ στην είδηση ότι η έρευνα του ειδικού ανακριτή Ρόμπερτ Μιούλερ για τη φερόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές και τις σχέσεις συνεργατών του προέδρου με τη Μόσχα επεκτείνεται και θα περιλαμβάνει πλέον και τον ίδιο ήρθε φυσικά μέσω Twitter. «Κατασκεύασαν μια ψεύτικη συνωμοσία, βρήκαν μηδέν αποδείξεις και τώρα μιλάνε για παρακώλυση Δικαιοσύνης σε αυτήν την ψεύτικη ιστορία. Ωραία» έγραψε. Για να προσθέσει σε δεύτερο tweet: «Είστε μάρτυρες στο μεγαλύτερο κυνήγι μαγισσών στην αμερικανική πολιτική ιστορία - του οποίου ηγούνται κάποιοι πολύ κακοί και διαπλεκόμενοι άνθρωποι».
Την Τετάρτη η αμερικανική εφημερίδα «Washington Post» έγραψε ότι η ομοσπονδιακή έρευνα για τις διασυνδέσεις συνεργατών του Τραμπ με τη Ρωσία στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του 2016 εξετάζει και το ενδεχόμενο ο πρόεδρος να προσπάθησε να παρακωλύσει τη Δικαιοσύνη: τον Φεβρουάριο παρακίνησε τον τότε διευθυντή του FBI Τζέιμς Κόμεϊ να σταματήσει τις έρευνες ενάντια στον πρώην σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Μάικλ Φλιν και τον Μάιο τον απέλυσε από την κεφαλή του FBI, προφανώς επειδή δεν «συμμορφώθηκε». Στην ένορκη κατάθεσή του ενώπιον του Κογκρέσου, ο Κόμεϊ είπε ότι ο Τραμπ του ζήτησε στη διάρκεια ιδιωτικής τους συνάντησης να «αφήσει ήσυχο τον Φλιν» επειδή είναι «καλός τύπος».
Η αδιαφορία του Τραμπ για τη λειτουργία των θεσμών και η διαρκής προσπάθειά του να παρακάμπτει ακόμη και το ίδιο του το κόμμα έχει θορυβήσει τους Αμερικανούς. Παρότι η εκλογική βάση των Ρεπουμπλικανών εξακολουθεί να τον υποστηρίζει, τα ποσοστά αποδοχής του κινούνται γύρω στο 30% και είναι λίγο πιο υψηλά από εκείνα του Μπους του νεότερου στο τέλος της προεδρίας του.
Μηνύουν τον Τραμπ για προσωπικό πλουτισμό
Αγωγή εναντίον του προέδρου Τραμπ κατέθεσαν την περασμένη Δευτέρα η Πολιτεία του Μέριλαντ και η Ουάσιγκτον, κατηγορώντας τον ότι επωφελείται του αξιώματός του για προσωπικό πλουτισμό, προωθώντας τις επιχειρήσεις του σε βάρος των υπολοίπων. Ακολούθησε την Τετάρτη αντίστοιχη αγωγή από 196 μέλη του Κογκρέσου από το Δημοκρατικό Κόμμα, η οποία αφορά στις απολαβές του Τραμπ από ξένες κυβερνήσεις που σύμφωνα με τους ίδιους περιβάλλονται από μυστικότητα, εμποδίζοντας τον κοινοβουλευτικό έλεγχο.
Ο Τραμπ έχει μεταβιβάσει τη διοίκηση των επιχειρήσεών του στους γιους του, ωστόσο ο ίδιος παραμένει ιδιοκτήτης τους. «Με το να μην απευθύνεται στο Κογκρέσο για να ζητήσει τη συγκατάθεσή του, ο Τραμπ αρνείται στα μέλη του Κογκρέσου το δικαίωμα που τους παρέχει το Σύνταγμα - να προσφέρουν ή να αρνηθούν τη συγκατάθεσή τους στην αποδοχή από τον ίδιο των προνομίων που του παρέχουν ξένες κυβερνήσεις» εξήγησε η Μπριάν Γκόροντ, νομική σύμβουλος της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης Constitutional Accountability Center.
Οι προσφυγές αυτές βασίζονται σε μία ρήτρα του πρώτου άρθρου του αμερικανικού Συντάγματος η οποία απαγορεύει σε κάθε πρόσωπο που κατέχει δημόσιο αξίωμα - συμπεριλαμβανομένου του προέδρου - να «δέχεται δώρα, αμοιβές, αξιώματα ή τίτλους οποιουδήποτε είδους από οποιονδήποτε ξένο βασιλέα, πρίγκιπα ή ξένο κράτος» χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του αμερικανικού Κογκρέσου. Νομικοί ωστόσο επισημαίνουν ότι ο Τραμπ θα προσπαθήσει να αντικρούσει τη βάση των επιχειρημάτων των εναγόντων, υποστηρίζοντας ότι τα κίνητρά τους είναι κομματικά.
Ψυχάρη Ειρήνη
ΤΟ ΒΗΜΑ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου