Τετάρτη 23 Ιουλίου 2025

Μαύρη επέτειος με 104 νεκρούς στο Μάτι και Τσίπρας κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ να κοροιδεύουν τον κόσμο



Λίγο μετά τις τρεις το απόγευμα εκείνης της μαύρης Δευτέρας ένας 65χρονος κάτοικος στην περιοχή Νταού Πεντέλης, προσπαθεί ανεύθυνα να κάψει κάποια κούτσουρα.

Στις πέντε παρά είκοσι κάμερα ασφαλείας σε παρακείμενη κατοικία, καταγράφει λευκό καπνό να υψώνεται ανάμεσα σε μια διώροφη κατοικία και μια πρόχειρη κατασκευή που παραπέμπει σε μαντρί ή κοτέτσι.




Σε ελάχιστα λεπτά η φωτιά που ξεκινάει παίρνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις και οι ισχυροί δυτικοί άνεμοι τη σπρώχνουν ανατολικά με κατεύθυνση προς το Νέο Βουτζά, ενώ το 199 της Πυροσβεστικής ειδοποιείται στις πέντε παρά δέκα.

Από εκείνη τη στιγμή και τις επόμενες ώρες, ΣΥΡΙΖΑ, πυροσβεστική και αστυνομία τα χάνουν και οδηγούν στον θάνατο 104 ανθρώπους, ανάμεσα τους βρέφη και ανήλικα παιδιά. 

Τα λάθη του κρατικού μηχανισμού διαδέχονται το ένα το άλλο, ενώ η φωτιά φτάνει στο Μάτι και άνθρωποι αρχίζουν να φεύγουν αλλόφρονες, χωρίς να έχουν πάρει οδηγίες από τους αρμόδιους, από που να φύγουν και πώς θα φύγουν. 

Ποιος θα ξεχάσει το έγκλημα της αστυνομίας που έκλεισε τη Λεωφόρο Μαραθώνος, σπρώχνοντας όσους ήθελαν να φύγουν αλλά κι αυτούς που έρχονταν αναζητώντας τους δικούς τους, πίσω στο Μάτι, προς το Κόκκινο Λιμανάκι, με αποτέλεσμα να εγκλωβιστούν και να καούν ζωντανοί.




Αυτοί που επέζησαν αποκαλούν πλέον το συγκεκριμένο δρόμο «ο δρόμος του θανάτου», αφού εκεί εγκλωβίστηκαν δεκάδες άνθρωποι μέσα στα αυτοκίνητά τους και στο λεγόμενο «οικόπεδο του θανάτου» όπου έσβησαν 26 άτομα που δεν είχαν δρόμο διαφυγής.

Ο αριθμός των νεκρών αρχίζει να μεγαλώνει, όσο περνούν οι ώρες ενώ όσοι καταλήγουν στη θάλασσα παλεύουν με τα νερά και την αποπνιχτική ατμόσφαιρα, ειδικά οι ηλικιωμένοι, ενώ βοήθεια δεν έρχεται από το πουθενά. 

Όταν οι πυροσβέστες βρίσκουν τις πρώτες σωρούς, ενημερώνουν το Συντονιστικό αλλά ο τότε φαιδρός υπουργός προστασίας του πολίτη Νίκος Τόσκας, το αποσιωπά και μαζί με αυτών όλοι οι υπεύθυνοι του εγκλήματος.

Ο φαιδρός Τόσκας είναι ο άνθρωπος που μετά την τραγωδία θα βγει με θράσος να δηλώσει ότι δεν έβρισκε λάθη στον επιχειρησιακό σχεδιασμό, ενώ ο τότε αρχηγός της αστυνομίας δήλωνε περήφανος για τη δουλειά της ΕΛΑΣ. 

Τη Δευτέρα λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ένας αμήχανος φαιδρός Αλέξης Τσίπρας φτάνει στο Συντονιστικό Κέντρο της Πυροσβεστικής και ακούει τον Τόσκα και τον Τερζούδη να του λένε ότι η φωτιά είναι υπό έλεγχο, ενώ του απαριθμούν κάποιες περιοχές, γνωρίζοντας όλοι ότι κοροιδεύουν τον κόσμο.




Κανένας δεν αναφέρεται στο Μάτι, του μιλάνε για φωτιά στο Νέο Βουτζά και την Ραφήνα αλλά παρόλο που είναι γνωστό ακόμη και στα ΜΜΕ ότι υπάρχουν νεκροί εκεί, κανείς δεν ενημερώνει τον τότε πρωθυπουργό, για να μην ακουστεί τίποτα στις κάμερες από το στόμα τους.

Όταν ο αξιωματικός της Πυροσβεστικής Δημήτρης Λιότσιος αναλαμβάνει να συντάξει το πόρισμα για την τραγωδία στο Μάτι, καταλαβαίνει πολύ γρήγορα ότι το έργο του δεν θα είναι εύκολο.

Οι πιέσεις για απόκρυψη είναι αφόρητες και ο Βασίλης Ματθαιόπουλος που προήχθη σε αρχηγό της Πυροσβεστικής του δίνει να το καταλάβει και με το παραπάνω σε ένα προκαθορισμένο ραντεβού τους. Μόνο που δεν αντιλαμβάνεται ότι ο επιπυραγός έχει πατήσει το κουμπί rec του κινητού του και ηχογραφεί τη συνομιλία τους ή για την ακρίβεια, τις απειλές που δέχεται.

Ο νέος αρχηγός χρησιμοποιώντας ενίοτε αγοραίες εκφράσεις του λέει εν πολλοίς: «Πού πας να δείξεις τις ικανότητές σου με τα θηρία; Με 100 νεκρούς. Πού πας ρε; Εάν γράψεις για ευθύνες των ανωτέρων σου όλοι θα μαζευτούμε και θα σε σκίσουμε».

Του δίνει και οδηγίες πως να συντάξει το πόρισμα τονίζοντας να εστιάσει στους ανέμους, την καύσιμη ύλη, τη μίξη πεύκων με σπίτια και την άναρχη δόμηση.

Ο Λιότσιος φεύγει από το γραφείο του Ματθαιόπουλου αλλά δεν θα υποκύψει στις απειλές του αρχηγού. Θα κάνει τη δουλειά του, θα ενημερώσει εισαγγελέα και ανακριτή για τα όσα βιώνει, ενώ το ηχητικό απόσπασμα από τη συνομιλία του με τον Ματθαιόπουλο που δημοσιοποιείται από τη «Καθημερινή» σοκάρει την κοινή γνώμη και τους συγγενείς των θυμάτων.

Το πόρισμά του «καίει» τον Βασίλη Ματθαιόπουλο, τον Σωτήρη Τερζούδη, τον τότε Γενικό Γραμματέα Πολιτικής Προστασίας Ιωάννη Καπάκη και τον πρώην διοικητή του ΕΣΚΕ Ιωάννη Φωστιέρη που μετά τη δίκη για την πιο φονική πυρκαγιά όλων των εποχών στη χώρα μας, εκτίουν πλέον ποινή φυλάκισης πέντε ετών.

Το ελληνικό Δημόσιο, διά του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και του υπουργού, Κυριάκου Πιερρακάκη, πέρασε διάταξη με βάση την οποία το ελληνικό Δημόσιο παραιτείται της έφεσης σε όλες τις κερδισμένες αγωγές των οικογενειών θυμάτων και λοιπών πληγέντων του Ματιού. Με άλλα λόγια, οι συγγενείς των νεκρών και οι εγκαυματίες απαλλάσσονται από τη βάσανο της επαναληπτικής εκδίκασης των αγωγών τους, περιμένοντας να δουν αν θα τις ξανακερδίσουν για να λάβουν τις αποζημιώσεις τους, ως ελάχιστη κίνηση συμπαράστασης στον πόνο που βιώνουν.

Η 23η Ιουλίου δεν είναι απλώς μια ημερομηνία. Είναι υπενθύμιση. Του τι μπορεί να συμβεί όταν η πολιτεία δεν βλέπει, δεν ακούει και –το πιο σημαντικό– ολιγωρεί και δεν προλαβαίνει. Είναι κραυγή για δικαιοσύνη, λογοδοσία και μνήμη.

Η φετινή τραγική επέτειος είναι η πρώτη μετά τον επώδυνο επταετή δικαστικό αγώνα των πληγέντων, ένας αγώνας για τον οποίο δεν γράφτηκαν ονόματα στο πεζοδρόμιο του Άγνωστου Στρατιώτη, δεν βγήκε καμία τραγουδίστρια με μπλούζα "δεν έχω οξυγόνο", δεν εκμεταλλεύτηκε και δεν εργαλειοποίησε κανένας συγγενείς και κανένα κόμμα την τραγωδία.

Ο ΣΥΡΙΖΑ φέρει τεράστια ευθύνη για όσα συνέβησαν γύρω από τη διαχείριση του όλου θέματος, ενώ στην ιστορία έχει μείνει το στημένο σώου στο Κέντρο Επιχειρήσεων στο Χαλάνδρι, το βράδυ της πυρκαγιάς, με έναν φαιδρό και γελοίο Αλέξη Τσίπρα να ρωτάει άσχετα πράγματα και ένα κράτος να επιδίδεται σε μια προσπάθεια να περιορίσει το όποιο πολιτικό κόστος κοροιδεύοντας τον κόσμο.



0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου