Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Η ακροδεξιά μάνα, η... σχέση με τον Κουφοντίνα και άλλα παραμύθια του Γιάνη




Με αναμνήσεις αλά καρτ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών κατασκευάζει εντέχνως ένα πολιτικό παρελθόν ανδρείας με μη ανιχνεύσιμες χαραμάδες


Οι αναμνήσεις δεν είναι ποτέ σταθερές. Ανακατασκευάζονται και ανανεώνονται κάθε φορά προσθέτοντας ή αλλάζοντας λεπτομέρειες. Ωστόσο, οι άνθρωποι δεν είναι ηλεκτρονικοί υπολογιστές που διαθέτουν Ram και Rom. Η μνήμη τους είναι φτιαγμένη να αλλάζει, όχι να μηρυκάζει γεγονότα. Και ενίοτε να ξαναγράφει το παρελθόν χρησιμοποιώντας εμπειρίες από το τώρα.

Οι πολιτικοί πάντως διακρίνονται εκάστοτε σε αυτούς που έχουν μνήμη χρυσόψαρου και σε εκείνους που έχουν μνήμη ελέφαντα. Στην πρώτη κατηγορία θεωρείται ότι εντάσσεται η μνήμη του πρωθυπουργού, ο οποίος δήλωσε προσφάτως σε φιλοκυβερνητικό ραδιοσταθμό καθώς και στη Βουλή ότι ποτέ δεν είπε προεκλογικά πως «θα έσχιζε τα μνημόνια και θα ’ταν μέρα μεσημέρι» ή ότι «θα καταργούσε με έναν νόμο και ένα άρθρο όλα τα μέτρα λιτότητας». Στη δεύτερη κατηγορία εγγράφεται μάλλον η μνήμη του Γιάνη Βαρουφάκη. Ιδίως εκείνο το τμήμα της που χειραγωγεί τις αναμνήσεις παράγοντας μυθοπλασίες ή σκόπιμα τις διαστρεβλώνει υποτάσσοντάς τες στον εξωραϊσμό του παρελθόντος.

Το κακό στην περίπτωση των αφηγηματικών θραυσμάτων του πρώην υπουργού Οικονομικών είναι ότι αυτά σπανίως πλέον γίνονται αποδεκτά ως πειστικά από το κοινό. Οχι επειδή δεν προέρχονται από έναν διαπιστωμένα ευθύ και ειλικρινή άνθρωπο ο οποίος δεν έχει αναιρέσει ποτέ του προηγούμενη δήλωση. Κάθε άλλο. Η καχυποψία των ακροατών του οφείλεται στο ότι οι εκτιθέμενες αναμνήσεις του μοιάζουν με ένα ποπ ψυχόδραμα με αφελή πλοκή αγωνίας, που ακόμα και ένα παλιό, καλό φωσκολικό σίριαλ αδυνατεί να περιγράψει. Κυρίως, όμως, δεν υπάρχουν σχεδόν ποτέ μάρτυρες να επιβεβαιώσουν τις επηρμένες διηγήσεις του. Πρώτα απ’ όλα επειδή, ταυτόχρονα, αυτές μοιάζουν σαν τις αναδρομικές εξιστορήσεις του Φόρεστ Γκαμπ, σε μια σκηνοθετημένη κατασκευή του παρελθόντος. Με τον πρωταγωνιστή, σαν από εξελληνισμένη σαπουνόπερα που διεκδικεί παγκόσμια δικαίωση, να είναι από πολιτικά πρωτοπόρος ροκάς μηχανόβιος μέχρι ανυπότακτος διανοούμενος οικουμενικά διωκόμενος και με ένα εσωτερικό τραύμα από την εποχή του Εμφυλίου!



Ακρως τρελό και απόρρητο


Τελευταία απόπειρα του Γιάνη Βαρουφάκη να πλέξει ένα μελόδραμα που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση σεναρίου ρομάντζου και κατασκοπείας για χολιγουντιανή ταινία είναι η συνέντευξή του σε γερμανικό περιοδικό.

Εκεί σε τόνο ηρωικό και πένθιμο θυμάται ότι επί χούντας περνούσε κάθε καλοκαίρι με την οικογένειά του τις διακοπές στην κατάφυτη νότια Γερμανία και την Αυστρία -πιθανότατα για να απαλύνει τις τραυματικές εικόνες του από τους εκτοπισμένους δημοκράτες στα ξερονήσια- και ξαναφέρνει στη μνήμη του ότι άκουγε στα κρυφά με τους γονείς του κάτω από την κουβέρτα τις εκπομπές της Deutsche Welle κατά τη δικτατορίας. Αυτά του συνέβαιναν στην ηλικία έξι έως δώδεκα ετών, μέχρι που έπεσε η χούντα, ενώ ανακαλεί ότι στην ηλικία των τριών ετών άρχισε να μαθαίνει γερμανικά. Ενδέχεται από τη γλώσσα του Γκαίτε, του Φίχτε, του Καντ και του Μαρξ να έμαθε πρώιμα την παροιμία «Geteiltes Leid ist halbes Leid» (Μοιρασμένη λύπη είναι μισή λύπη). Αναπόφευκτα μοιράζεται με τους αναγνώστες του γερμανικού εντύπου ένα αφανές εσωτερικό οικογενειακό τραύμα, πασπαλισμένο με δόσεις Mission Impossible. Σκιαγραφεί ένα σύντομο θλιμμένο πορτρέτο για την, από το 2008 μακαρίτισσα, μητέρα του περιγράφοντάς την σαν μια, περίπου, ευαίσθητη Μάτα Χάρι σε «άκρως τρελή και απόρρητη» αποστολή. Ηταν, λέει, «μέλος μιας ακροδεξιάς τρομοκρατικής οργάνωσης και μισούσε τους αριστερούς. Μία από τις υποχρεώσεις της ήταν να κατασκοπεύει τον πατέρα του, έτσι γνωρίστηκαν».

Βεβαίως, αλλιώς περιέγραφε μέχρι χθες τη μητέρα του, βιοχημικό και δημοτικό σύμβουλο Παλαιού Φαλήρου, Ελένη Βαρουφάκη. Παραδεχόταν ότι «η ίδια -για λόγους ιστορικών ατυχημάτων- στο πανεπιστήμιο ήταν ενταγμένη ακόμη και στην Ακροδεξιά», αλλά δεν άφηνε καμία υπόνοια ότι μπορούσε να ήταν μέλος παρακρατικής οργάνωσης σε μια έκταση ιδεολογικής ταυτότητας που κάλυπτε από την Κου Κλουξ Κλαν έως την οργάνωση «Καρφίτσα». Αντίθετα δήλωνε πως ο πατέρας του ήταν αριστερός και το 1948, ως φοιτητής του Χημικού Αθήνας, εκτοπίστηκε και έμεινε επί τέσσερα χρόνια κρατούμενος στη Μακρόνησο. Ελεγε ακόμη πως ο πατέρας του μετά τον γάμο του, το 1954, ψήφιζε ΕΔΑ, η μητέρα του, όμως, μόνο στη δεκαετία του ’60 έγινε παπανδρεϊκή. Μετά την πτώση της δικτατορίας ο πατέρας του συνέχισε να ψηφίζει το Κομμουνιστικό Κόμμα, η δε αείμνηστη μητέρα του το ΠΑΣΟΚ, καθώς συναναστρεφόταν με τις ΕΓΕς της Μαργαρίτας Παπανδρέου, ώσπου αμφότεροι συνέκλιναν προς την Κεντροαριστερά και στη δεκαετία του ’80 άρχισαν και οι δύο να ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ.


Παρουσιάζει τη μητέρα του περίπου ως μια ευαίσθητη Μάτα Χάρι, καθώς, όπως λέει,αν και μέλος ακροδεξιάς τρομοκρατικής οργάνωσης με μίσος για τους αριστερούς ερωτεύτηκε τον πατέρα του, τον οποίο κατασκόπευε

Στέμμα και σφυροδρέπανο

Το πώς, όμως, ένα προ εβδομηκονταετίας υιοθετημένο ή αληθινό «απόσπασμα μνήμης» αναδύθηκε από το μυαλό του Γιάνη Βαρουφάκη ίσως μόνο το φροϊδικό ντιβάνι θα μπορούσε να αποκαλύψει. Ωστόσο, το οικογενειακό μυστικό μιας παρ’ ολίγον προδοσίας που αποτράπηκε χάριν του έρωτα συνδέει τον ίδιο στη χρονομηχανή της Ιστορίας ως «πολιτικό ον» και δημοκρατικό καρπό του δεσμού δύο αντίπαλων ιδεολογικά ανθρώπων. Ταυτόχρονα, όπως εκτιμάται, τον συσχετίζει υποχρεωτικά με δύο άτομα τα οποία ενώθηκαν ερωτικά μέσα στις στάχτες και τα ερείπια του τραγικού εμφύλιου πολέμου, προερχόμενα από τις δύο αιματηρές αντιτιθέμενες παρατάξεις, σε μια δραματική για τη χώρα περίοδο. Λίγο μελό η όλη φάση, αλλά σε μια σπαραχτικά ωραία ιστορία είναι περιττές οι μαρτυρίες και οι λεπτομέρειες. Κανέναν, άλλωστε, δεν ενδιαφέρει πια αν, όπως λέγεται, ένας μπάρμπας της μητέρας του ήταν ακροδεξιός Χίτης και πρωτοπαλίκαρο του εθνικιστή, αντικομμουνιστή και φιλοβασιλικού Γεωργίου Γρίβα ή ένας νονός του πατέρα του μοναρχικός συνταγματάρχης της ίδιας ταραγμένης εποχής στα τέλη της δεκαετίας του ’40. Σημασία, ίσως, έχει μόνο για τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος ιδιοσγκρασιακά έχει προσδεθεί στη φράση του Σαρτρ «η μετριοφροσύνη είναι η αρετή των ξενέρωτων», να ενώσει σε μια στομφώδη προσωπική αφήγηση σε στυλ ευπώλητης νουβέλας «το στέμμα και το σφυροδρέπανο». Η ειλικρίνεια, άλλωστε, ανάμεσα σε «αντικειμενική» ιστορία και «υποκειμενική» μνήμη είναι δευτερεύουσας σημασίας. Ο ίδιος, εξάλλου, ως καθηγητής είχε δηλώσει ότι δεν θα κατέβει ποτέ στην πολιτική, ούτε θα δεσμευτεί με κάποια εταιρεία. Απλώς συνωμότησε εις βάρος του το σύμπαν και εξελέγη βουλευτής το 2015, ενώ το 2012 είχε προσληφθεί από τη Valve Corporation για να εργαστεί στην πρόβλεψη των τάσεων στο gaming.

Clopy paste με τον Κουφοντίνα 

Πολύ πριν αναγορευτεί από τους αντιπάλους του στην πολιτική αρένα ως ανυπόφορος επιδειξίας και επιφανειακός νάρκισσος, ο Γιάνης Βαρουφάκης έφερνε σε μπλαζέ εξωγήινο που ξέμεινε στον πλανήτη πάνω σε μια ρετρό μοτοσικλέτα Yamaha XJR, μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσει το magnum opus της καριέρας του. Παράλληλα επιχειρούσε, ως αυτοδημιούργητος που έφτασε ψηλά, να χτίσει ένα εξιδανικευμένο παρελθόν ως αδιαμφισβήτητη περσόνα που είχε εμπλακεί από τα εφηβικά του χρόνια με ξεχωριστά γεγονότα και φυσιογνωμίες του χθες. Ηταν η εποχή του look αλά Ζιντάν, όπου έμπλεκε την αμερικανιά, τη σκανταλιά, τον διεθνισμό και τον γιακωβινισμό με μια radical chic αφήγηση. Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2011, σε τηλεοπτική συνέντευξή του στον Πέτρο Κωστόπουλο, ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών εξομολογούνταν ότι πριν φύγει να σπουδάσει στην Αγγλία ήταν συνιδρυτής της ΠΑΜΚ «...μαζί με τον Κουφοντίνα, όμως δεν τον θυμάμαι». Επειδή εκ του ασφαλούς θα ίσχυε και η αντίστροφη αμνησία, η αναφορά στον μετέπειτα «Λουκά» της 17Ν θεωρείται πως χάριζε στον Βαρουφάκη μια ριζοσπαστική πινελιά με μπατανόβουρτσα. Το ότι ο κατοπινός τρομοκράτης Δημήτρης Κουφοντίνας ήταν τέσσερα χρόνια μεγαλύτερός του και από το 1975 -όταν ο Βαρουφάκης ήταν 14 χρόνων-, ως μαθητής του Ε’ Γυμνασίου Εξαρχείων, μέλος της ΠΑΜΚ της περιοχής Γκύζη, από την οποία διεγράφη το 1977, ουδόλως απασχολούσε τον εκ Παλαιού Φαλήρου ορμώμενο, υποτιθέμενο «συνιδρυτή» της Κίνησης για μαθητές Λυκείου. Το ότι ουδείς άλλος εκ των πρωταγωνιστών της οργάνωσης τον θυμάται πέριξ της οδού Αραχώβης να κραυγάζει το σύνθημα «ΠΑΜΚ - ΠΑΜΚ - ΠΑΜΚ - Φενταγίν, Τουπαμάρος, Βιετκόγκ» δεν αποτελεί ισχυρό στοιχείο διάψευσης μιας απωθημένης επιθυμίας ή μιας παραχαραγμένης φαντασίωσης. Απλώς η εντύπωση που πρόσφερε σε παλιά μέλη της ΠΑΜΚ ήταν ότι έκανε τον «καμπόσο» εκμεταλλευόμενος πρωτότυπο υλικό. Κάτι σαν clopy paste δηλαδή.

Ροκάς της οκάς 

Οι μνήμες δεν συσσωρεύονταν απλώς, αλλά υποβάλλονταν σε διαρκή έλεγχο ως προς το αν είναι αληθείς ή όχι. Αρκεί να υπάρχουν αυτόπτες μάρτυρες να τις επιβεβαιώσουν. Ουδείς αμφιβάλλει ότι ως έφηβος ο Βαρουφάκης έπαιζε βόλεϊ στον Μίλωνα, είχε το αναγκαίο μακρύ μαλλί, «πήγαινε στο Χατζηκυριάκειο με ποδήλατο και έπαιζε την καλύτερη μπάλα», έκανε βουτιές στη θάλασσα τον χειμώνα και στα 15 του πάταγε τα πλήκτρα στο αρμόνιο με το παρεΐστικο μουσικό συγκρότημα, τους Migithrians. Ως έξυπνος, όμως, άνθρωπος στα 50 του θα έπρεπε να είχε μάθει ότι γνώση είναι το να ξέρεις ότι η ντομάτα είναι φρούτο: σοφία είναι το να μην τη βάζεις σε μια φρουτοσαλάτα. Ωστόσο, ο πειρασμός της αυτοπροβολής τον οδήγησε να αφήνει να εννοηθεί ότι, συμπληρωματικά της πολιτικής του δραστηριοποίησης, με τη μουσική του μπάντα έκανε support στους Socrates Drank the Conium, το σημαντικότερο ίσως ροκ συγκρότημα που έβγαλε η Ελλάδα. Αγνωστο με ποια μουσικά νήματα συνδεόταν, τότε, η Σχολή Μωραΐτη στο Ψυχικό, όπου σπούδαζε ο Βαρουφάκης με το 3ο Γυμνάσιο Πειραιά, όπου γνωρίστηκαν τα τρία αρχικά μέλη του συγκροτήματος: ο Σπάθας, ο Τουρκογιώργης και ο Μπουκουβάλας. Γεωγραφικά και κοινωνικά, πάντως, δεν συναρθρώνονταν. Ούτε βέβαια ηλικιακά, καθώς ο Γιάνης ήταν δεν ήταν 10 ετών, όταν το τρίο του γκρουπ εμφανιζόταν στο «Φλίσκο» της οδού Δροσοπούλου στην Κυψέλη, κατόπιν στο «Κύτταρο» της οδού Ηπείρου, ενώ τα κυριακάτικα πρωινά έπαιζε σε κινηματογράφο της Αμφιθέας ή στο γήπεδο του Σπόρτινγκ. Υπάρχουν, ωστόσο, και οι εύπιστοι, που χωμένοι μέχρι ασφυξίας στη μυθολογία της εγχώριας ροκ σκηνής, αναρωτιούνται μη τυχόν στα 11 χρόνια του συνόδευσε τους Socrates το 1971 στο «Paradiso» του Αμστερνταμ ή το 1976 στο Παρίσι, όπου ηχογράφησαν δίσκο με την επίβλεψη του Βαγγέλη Παπαθανασίου. Τελικά, δεν είναι κακό η δημοσιοποίηση ενός ροκ ονείρου. Χειρότερο, όμως, είναι να διακινείται ως πραγματικότητα με ηχητική υπόκρουση το «Taste of Conium».


Την εποχή που ο 15χρονος Γιάνης έπαιζε βόλεϊ στον Μίλωνα με το αναγκαίο μακρύ μαλλί, ήταν ταυτόχρονα, κατά τα λεγόμενά του, και support στους Socrates! Σε μια πιο προσεκτική ανάγνωση, την εποχή που μεσουρανούσαν οι Socrates ο Γιάνης ήταν το πολύ 10 χρόνων! 



Από τον Ανδρέα στον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ 


Η προσαρμογή παρελθόντων γεγονότων και η ενσωμάτωσή τους στο παρόν γίνεται συνήθως μέσω φευγαλέων και αποσπασματικών αναμνήσεων. Κατά παρόμοιο τρόπο, το εγχώριο κοινό πληροφορήθηκε μέσω των αναρίθμητων συνεντεύξεών του ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης δεν σπούδασε σε ελληνικό πανεπιστήμιο, διότι οι δημοκρατικοί γονείς του φοβήθηκαν μην έχει την κατάληξη του πατέρα του στις εξορίες, επειδή το 1977 επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή μοίραζε φυλλάδια, προφανώς της ΠΑΜΚ, στους περαστικούς και κατέληξε στο κρατητήριο. Τόσο ανατρεπτικές εικάζεται πως ήταν οι προκηρύξεις του ώστε οι δύο χημικοί γονείς του, έντρομοι, τον ώθησαν στα ξένα! Εχει ακόμα εξομολογηθεί ότι ο τότε καθηγητής του στη Σχολή Μωραΐτη, ο αείμνηστος Πέτρος Μώραλης, ο οποίος είχε μόλις αναλάβει εκείνη την εποχή διευθυντής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΠΑΣΟΚ, έκρινε ότι χρειαζόταν συστατική επιστολή από τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο οποίος επειδή δεν είχε μάλλον άλλες υποχρεώσεις ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, κάθισε απέναντί του σε μια πολυθρόνα και του συνέστησε επί ώρες τι και πού να σπουδάσει. Ιδού, λοιπόν, αποκαλύπτεται αβίαστα άλλο ένα πνευματικό τέκνο του Ανδρέα, το οποίο διέπρεψε στο πανεπιστήμιο του Εσεξ, όπου κάπου στα αρχεία του είναι καταχωνιασμένη η συστατική επιστολή που του έδωσε ο αιφνίδιος μέντοράς του. Παρόλη την αρωγή του κατοπινού πολιτικού ηγέτη της «Αλλαγής» στην Ελλάδα, ο συνιδρυτής της ΠΑΜΚ Βαρουφάκης διεμήνυε σε όλους τους τόνους ότι ουδέποτε υπήρξε ΠΑΣΟΚ, όπως ακριβώς και κανένας Πάπας δεν είναι καθολικός. Διαδίδεται ότι ενστερνιζόταν πιο πανανθρώπινα κηρύγματα, τα οποία τον οδήγησαν στη θέση του γραμματέα της Ενωσης Μαύρων Φοιτητών του ίδιου πανεπιστημίου. Πόστο που υπερασπιζόταν δηλώνοντας, παρά το ελληνικό του διαβατήριο, ότι «μαύρος» είναι πολιτικός όρος. Ενδεχομένως, υπό την επήρεια της ανάγνωσης της «Καλύβας του Μπάρμπα Μπεν», να αισθανόταν και κατατρεγμένος. Και επειδή αυτοαναφερόταν ως «ελευθερόφρονας κομμουνιστής» (libertarian communist), άφησε χαλάλι στη Θάτσερ -που τότε κατέρρεε πολιτικά- τα βρετανικά πανεπιστήμια και αντιστεκόμενος στις υποτιθέμενες σειρήνες της πρώιμης καθηγητικής καριέρας στο Κέμπριτζ, απέδρασε ηρωικά στη φολκλορική Αυστραλία. 

«Διωκόμενος» στους Αντίποδες 


Κατά τη μακρά καθηγητική θητεία του στο Σίδνεϊ, ο Γιάνης Βαρουφάκης υποστηρίζει πως η συντηρητική ομοσπονδιακή κυβέρνηση του τετράκις πρωθυπουργού Τζον Χάουαρντ -υποστηρικτή της επιστροφής στην Ελλάδα των Γλυπτών του Παρθενώνα- πέρασε μέσα σε μία νύχτα τροπολογία σε κάποιον νόμο περί ΜΜΕ μόνο και μόνο για να απομακρυνθεί από τον ραδιοσταθμό όπου δούλευε. Ο ίδιος είχε μια εβδομαδιαία εκπομπή στο ελληνικό πρόγραμμα της δημόσιας αυστραλιανής ραδιοφωνίας SBS, η οποία θεωρούσε ότι «ενοχλούσε» τους κρατούντες. Επί της ουσίας, με τον τερματισμό της εκπομπής του πρόσθετε ένα ακόμα παράσημο στο παλμαρέ της θυματοποίησής του ως αγωνιστή. Στην πραγματικότητα «τον καθάρισαν» από τα μικρόφωνα με την κατηγορία του «αντισημιτικού» σχολιασμού στον αέρα. 
Η αλήθεια είναι πως δεν έλεγε, σύμφωνα με τα εγχώρια ήθη, τίποτε το τρομερό και φοβερό. Σύμφωνα, όμως, με την πολιτικά ορθή αντίληψη του κρατικού ραδιοφώνου της Αυστραλίας, «η συγκεκριμένη αντι-ισραηλινή γραμμή των σχολίων του θα μπορούσε εύλογα να θεωρηθεί ότι βοηθούσε στην προώθηση των αρνητικών στερεοτύπων για τους Εβραίους, και συγκεκριμένα των Ισραηλινών Εβραίων». Το γεγονός, πάντως, κατάφερε να το πλασάρει, όπως λένε οι ομογενείς γνώστες των συνθηκών στους Αντίποδες, ως πλήγμα στην ελευθεροτυπία που στο πρόσωπό του είχε βρει έναν μαχητικό υπερασπιστή. Κάπως έτσι, φόρτωνε, επιμένουν, το βιογραφικό του με προκάτ ηρωισμούς. 

Τάγμα Ανεπιθυμήτων 


Πιθανότατα από άγνοια παρά λόγω εντυπώσεων, αλλά εξαιτίας του κατατεμαχισμού των ταυτοτήτων του χθες σε αταίριαστα μεταξύ τους τμήματα, ο άνετος Βαρουφάκης λίγο έλειψε να καταβαραθρωθεί στην άβυσσο ενός ευαίσθητου ζητήματος, τουλάχιστον για τον ελληνικό ανδρικό πληθυσμό. Ηταν ένα πρωινό Πέμπτης προς τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2011, όταν φιλοξενείται στο κανάλι ALTER. Ο οικοδεσπότης της εκπομπής Γιώργος Αυτιάς τον ρωτάει πού υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία. Ο καλεσμένος κάνει πως δεν ακούει. Ο Αυτιάς επιμένει κοφτά: «Πεζικό, Αεροπορία, φαντάρος πού;». Ο κατά τ’ άλλα χειμαρρώδης Βαρουφάκης κάνει την ανάγκη απόκρισης καθυστερημένη φιλοτιμία και με μια απαξιωτική γκριμάτσα υποκύπτει παραδεχόμενος ότι υπηρέτησε για τρεις μήνες στα 40 του χρόνια σε Τάγμα Ανεπιθυμήτων στη νήσο Σύρο! Ευτυχώς για τους συντελεστές της εκπομπής ούτε το πάτωμα του πλατό ράγισε, ούτε τα φώτα της οροφής γκρεμίστηκαν. Ούτε, φυσικά, ο Γιάννος Παπαντωνίου, ως υπουργός Αμυνας το 2001, πήρε τηλέφωνο στο κανάλι να διαμαρτυρηθεί για το αντιδημοκρατικό ατόπημα. Η αντιθεσμική ασέβεια που εν τη αφελεία του υπενθύμιζε νοοτροπίες άλλων εποχών, σε μια χώρα ήδη στην Ευρωζώνη, πέρασε στο ντούκου. Αργότερα υποχρεώθηκε να ψελλίζει νωχελικά δικαιολογίες αναβολής στράτευσης, επιρρίπτοντάς τες σε φωτογραφικούς πελατειακούς νόμους που απροσδόκητα, δήθεν, τον ωφέλησαν ή στην εξαίρεση στρατιωτικών κλήσεων για τους υπερπόντιους μετανάστες. Φρόντισε ωστόσο να ηρωοποιήσει στο γνωστό αλλά άνευ λόγου αντιστασιακό του μοτίβο τη μηδαμινή θητεία του ως ανυπότακτου εξωτερικού, όταν χρειάστηκε πιστοποιητικό στράτευσης προκειμένου να διοριστεί σε ελληνικό πανεπιστήμιο. Με τον ίδιο τρόπο που με κολλητό μπλουζάκι σαν από τη στολή του Μπάτμαν δημοσιοποίησε, εκ των υστέρων, τις διαφωνίες του με τον Γιώργο Παπανδρέου. Πιθανόν διότι ο τελευταίος τον είχε ως σύμβουλό του χρεώσει στην επιμέλεια της Τίνας Μπιρμπίλη, την οποία ο Βαρουφάκης αναίτια δεν αποδεχόταν επιστημονικά ως απλή διδακτορική απόφοιτο του Imperial College του Λονδίνου.

«Επιχείρηση Γης Μαδιάμ»

Τελικά ο τέως υπουργός Οικονομικών, ο οποίος προσφάτως δήλωσε ορμητικά στο περιοδικό «Stern» ότι «νιώθω πολιτικό ζώο» μάλλον επινόησε επί μία δεκαετία μικρά κοινότοπα και απατηλά μυθοπλαστικά τρικ στα ΜΜΕ ανασύροντας παράλληλα μη άμεσα εξιχνιάσιμες προσωπικές ιστορίες, ώστε να χαρίσει υπόσταση ανδρείας σε ένα παρελθόν ανεπαίσθητου ιστορικού και πολιτικού βάρους. Επιδόθηκε στη φανταχτερή αποκάλυψη ατομικών χαραμάδων που αντί να φανερώνουν μικρές αλήθειες υπαινίσσονταν μεγάλα ψέματα. Υποδύθηκε εξεζητημένα μια καμικάζι -ροκ εκδοχή του Τσακ Νόρις, για να καταλήξει σε μια φθαρμένη παραλλαγή ενός εξοργιστικού Φαλακρού Πράκτορα 000 στην «Επιχείρηση Γης Μαδιάμ». 
Εκτιμάται, πάντως, από συντρόφους του ότι αντί να παίζει τώρα σαν πριμαντόνα τον μέτριο συνήγορο του εαυτού του, καλύτερο θα ήταν να αντιληφθεί ότι η πολιτική απαξίωση είναι πολύ ισχυρότερη από μηνύσεις, εξεταστικές επιτροπές ή ειδικά δικαστήρια. Δεν είναι πάντως, όπως λένε, και το ευκολότερο μετά τη συνάφειά του με την αίγλη της δημοσιότητας που προσφέρει εξουσία. Ειδικά αν ο ίδιος μέσα στην ασφάλεια της αυτοπροβολής του έχει κολλήσει στους στίχους των Eagles από το μακρινό 1977, που λένε «you can check out any time you like, but you can never leave» από το «Hotel California».


Πηγή : protothema.gr


0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου