«Αγοράζω τα χρυσαφικά σας σε τιμή κοσμήματος, όχι απλώς χρυσού». Η, εδώ και χρόνια, δέσμευση του συλληφθέντος ενεχυροδανειστή περνούσε μέσω των τηλεοπτικών σποτ το κατώφλι χιλιάδων σπιτιών σε όλη τη χώρα, εγείροντας σε πολλούς ελπίδες για μια πρόσκαιρη έστω οικονομική ανάσα. Ο 51χρονος συλληφθείς με το... μεγαλοπρεπές όνομα, που αυτοσυστηνόταν ως «επιχειρηματίας» με κοινωνικό πρόσωπο και φιλανθρωπική δράση, είχε επιδιώξει τη δημοσιότητα από ματαιοδοξία ή με την πεποίθηση ότι αυτή μελλοντικά θα τον προστάτευε. «Συχνά, όμως, η αναγνωρισιμότητα γυρνάει... μπούμερανγκ», σχολιάζει άνθρωπος του χώρου. Ο ίδιος διήγε βίο μεγιστάνα στη βίλα του στη Σαρωνίδα, διαθέτοντας σωματοφύλακα και δίνοντας καθημερινά το «παρών» στα νυχτερινά στέκια της Γλυφάδας. Ταυτόχρονα, βομβάρδιζε το κοινό από όλα τα κανάλια επικοινωνίας με διαφημίσεις που επικεντρώνονταν το πρόσωπό του. Ηταν επόμενο να προσελκύσει το ενδιαφέρον των Αρχών. Είχε, μάλιστα, συλληφθεί το 2014 και το 2015 για φορολογικές παραβάσεις. «Ο “Ριχάρδος” ήταν η πιο γνωστή αλυσίδα, αλλά όχι η μοναδική» επισημαίνει η ίδια πηγή, «πολλές παρόμοιες επιχειρήσεις ακμάζουν με θεμιτά ή αθέμιτα μέσα, επιλέγουν, όμως, συνειδητά χαμηλό προφίλ».
Τα ενεχυροδανειστήρια και η ταχύτατη εξάπλωσή τους την τελευταία 8ετία αποτελούν άλλο ένα κεφάλαιο της ελληνικής κρίσης. Η παραδοσιακά «περιθωριακή» ενασχόληση του ενεχυροδανειστή άρχισε να γίνεται περιζήτητη μετά τις πρώτες περικοπές μισθών και συντάξεων. Τότε, πλήθος πολιτών, όταν συνειδητοποιούσαν ότι ο μήνας δεν «έβγαινε», άνοιγαν μπαούλα για να φέρουν στην επιφάνεια τιμαλφή και οικογενειακά κειμήλια, που θα μπορούσαν να ανταλλάξουν έναντι μετρητών. Η αύξηση της ζήτησης έφερε αύξηση της προσφοράς. «Αρχισαν, λοιπόν, να ξεφυτρώνουν σε κάθε γειτονιά, ακόμα και σε ακριβές περιοχές, εισάγοντας συχνά μια νέα αισθητική, για να απενοχοποιήσουν τη διαδικασία: δεν επέλεγαν πια τον ημιώροφο ή το ημιυπόγειο κτιρίων, αλλά το ισόγειο με τη βιτρίνα, τους μεσήλικους άνδρες αντικατέστησαν ευειδείς κοπέλες», αναφέρει στην «Κ» ένας 48χρονος, που την περίοδο 2011-12 σκεφτόταν να δραστηριοποιηθεί στον κλάδο. «Τη βλέπαμε ως την ευκαιρία που είχε αναδείξει η κρίση» θυμάται ο ίδιος, που άλλαξε γνώμη και δεν προχώρησε. «Φιλοδοξούσα να δημιουργήσω μια επιχείρηση στα αγγλοσαξονικά πρότυπα», τονίζει. Ο ίδιος έχει ζήσει επί μακρόν στο εξωτερικό: «Εκεί τα ενεχυροδανειστήρια λειτουργούν με διαφάνεια και κανόνες, εκδίδουν ακριβή παραστατικά και δέχονται αντικείμενα ακόμα και ταχυδρομικά». Το δικό του σχέδιο προέβλεπε το κατάστημα να είναι διαδικτυακό. «Χαίρομαι που δεν το έκανα στην Ελλάδα, δεν υπήρχε κανένα νομικό πλαίσιο, ενώ οι περισσότεροι του επαγγέλματος ανήκαν στον υπόκοσμο και είχαν σχηματίσει κλίκες για να ελέγχουν την αγορά». Χάρη δε στα υπέρογκα κέρδη τους «εξασφάλιζαν προστασία». Πάντως, τα τελευταία τρία χρόνια η κρίση... έφτασε και στα ενεχυροδανειστήρια, που στο μεταξύ βέβαια είχαν πολλαπλασιαστεί: από 300 νόμιμα και άλλα τόσα παράνομα προ κρίσης έφτασαν τις 4.500 πανελλαδικώς. Πολλοί εκτιμούν ότι συνολικά, νόμιμα και παράνομα, στις μέρες της ακμής άγγιξαν τις 6.000.
Τα ξεπούλησαν όλα
Πλέον τα νοικοκυριά δεν είχαν τίποτα άλλο να ξεπουλήσουν και οι εργαζόμενοι στα ενεχυροδανειστήρια και τα ανταλλακτήρια χρυσού έπλητταν πίσω από τις βιτρίνες και τις αλεξίσφαιρες πόρτες. Σύμφωνα με πολλούς, τότε άρχισαν ορισμένοι να γίνονται κλεπταποδόχοι.
«Εν προκειμένω, τα όρια μεταξύ νόμιμου και παράνομου είναι δυσδιάκριτα», απαντά στην «Κ» ο κ. Θεόδωρος Φλωράτος, πρώην διευθυντής κεντρικής υπηρεσίας ΣΔΟΕ. «Στο διάστημα 2012-2015 είχαμε διενεργήσει 300 ελέγχους σε 4.000 ενεχυροδανειστήρια σε όλη τη χώρα, νόμιμα και παράνομα, τα περισσότερα εκ των οποίων είτε δεν διέθεταν άδεια λειτουργίας, είτε ΑΦΜ, συνολικά το 60% είχε κάνει παράβαση». Η συνήθης δικαιολογία ήταν ότι είχαν μόλις ανοίξει και... δεν είχαν προλάβει. Απαξ και ξεκινούσε η έρευνα του ΣΔΟΕ, πολλοί εξαφανίζονταν. Η έκδοση παραστατικών με ακριβή στοιχεία, η διατήρηση των αντικειμένων για 14 μέρες, το ύψος του τόκου αποτελούν πεδία προς διερεύνηση. «Είχαμε φτάσει πολύ κοντά στην εξάρθρωση κυκλωμάτων, αλλά στο μεταξύ η υπηρεσία άρχισε να αποδεκατίζεται, από 1.500 άτομα έμειναν 150», υπογραμμίζει.
«Το νομικό πλαίσιο στην Ελλάδα δημιουργήθηκε μετά την πτώχευση της χώρας το 1932 με την ίδρυση δημόσιου ενεχυροδανειστηρίου και εν συνεχεία με την αδειοδότηση και ιδιωτικών, που θα ανακούφιζαν από τον φόρτο εργασίας το κρατικό». Το 1994 τροποποιήθηκε ο χρόνος κράτησης των αντικειμένων σε δεκατέσσερις εργάσιμες μέρες, κάτι που ισχύει έως σήμερα. «Οι διαφορές, ωστόσο, μεταξύ της κρίσης του 1932 και του 2010 ήταν πολλές», υπογραμμίζει ο κ. Φλωράτος και «η ελληνική οικογένεια είχε μάθει να καταναλώνει και δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, εξ ου και πούλησε τόσα αντικείμενα με συναισθηματική αξία». Σύμφωνα με τον ίδιο, υπάρχει ανάγκη περαιτέρω νομοθετικών ρυθμίσεων. «Θα μπορούσε η συναλλαγή να γίνεται ενώπιον ενός κρατικού φορέα, όπως τα ΚΕΠ, που αποτελούν άλλωστε διαμεσολαβητή σε αγοραπωλησίες μεταξύ ιδιωτών».
ΙΩΑΝΝΑ ΦΩΤΙΑΔΗ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου