Ο πόλεμος που εκτυλίσσεται στην Ουκρανία έχει ήδη εκτοπίσει περισσότερους από δύο εκατομμύρια ανθρώπους, έχει καταστρέψει αναρίθμητες ζωές και τον τρόπο να βγάλουν τα προς το ζην, έχει προκαλέσει θάνατο, δυστυχία και ανθρώπινο πόνο σε αδιανόητη κλίμακα.
Έως τώρα, η διεθνής κοινότητα έχει εύλογα εστιάσει στην υπεράσπιση της κυριαρχίας της Ουκρανίας και της δημοκρατίας της, στη στρατιωτική και ανθρωπιστική αρωγή στον αγώνα της και στην παροχή βοήθειας προς τους πρόσφυγες. Σε αυτά τα ζητήματα δεν θα υποχωρήσουμε, ενώ θα συνεχίσουμε να σφίγγουμε τον κλοιό σε οικονομικό επίπεδο ενάντια στο καθεστώς της Ρωσίας, με την επιβολή κυρώσεων.
Υπάρχει ωστόσο και μία άλλη σημαντική, πιο λεπτή αλλά κρίσιμη πτυχή αυτής της κρίσης η οποία απαιτεί την προσοχή μας. Η ευαλωτότητα της Ευρώπης όσον αφορά τις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας η οποία παράγεται από αέριο.
Σε κανονικούς καιρούς, η προσφορά και η ζήτηση στην αγορά καθορίζουν την τιμή κάθε αγαθού. Αλλά δεν βρισκόμαστε σε κανονικούς καιρούς και το φυσικό αέριο έχει εξελιχθεί σε έναν μεγάλης σημασίας παράγοντα στην αντιπαράθεση ισχύος ανάμεσα στη Ρωσία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Με άλλα λόγια, η χονδρική αγορά φυσικού αερίου της ΕΕ δεν λειτουργεί κανονικά εδώ και κάποιο καιρό. Πιστεύω ότι αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί γρήγορα και αποφασιστικά ώστε να αποτρέψουμε επιπλέον κόστος στις ζωές των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οικονομίες των κρατών-μελών και στην επιτυχή εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Όπως προκύπτει από την ανάλυση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας (ACER) και της Ομάδας Συντονισμού για το Φυσικό Αέριο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι τιμές του αερίου έχουν αποσυνδεθεί από την οικονομία της αγοράς και πλέον ακολουθούν την παρόρμηση του φόβου και της κερδοσκοπίας. Τοποθετήσεις σχετικά με την παροχή φυσικου αερίου οδηγούν σε έντονες αντιδράσεις στην αγορά, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα παράλογες τιμές που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματικότητα των αποθεμάτων φυσικού αερίου ή την προσφορά και τη ζήτηση εντός της Ένωσης.
Συνέπεια αυτής της αποτυχίας είναι μία πολύ μεγάλη πρόσθετη επιβάρυνση για τους πολίτες, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν πολλά περισσότερα απ’ ό,τι θα έπρεπε για αέριο για να θερμάνουν τα σπίτια τους και για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από αέριο. Επιπλέον, οι τιμές της ενέργειας επηρεάζουν σημαντικά και τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη, καθιστώντας το κόστος ζωής υψηλότερο για όλους.
Αυτό το σπιράλ κερδοσκοπίας και αύξησης των τιμών με πολιτική διάσταση πρέπει να σταματήσει. Όταν οι αγορές παύουν να λειτουργούν κανονικά, είναι υποχρέωση των κυβερνήσεων και των ρυθμιστικών αρχών να δράσουν και να διασφαλίσουν την επανεκκίνηση και την ανάκτηση της ισορροπίας της αγοράς. Αυτή η στιγμή είναι τώρα.
Για το λόγο αυτό, έχω στείλει επιστολή στην Πρόεδρο της Ευρωπαίκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, με την οποία ζητώ από την Κομισιόν να εξετάσει «Σχέδιο Έξι Σημείων» το οποίο ετοίμασα, ώστε η ΕΕ να ρυθμίσει τη χονδρική αγορά αερίου. Οι ακραίες συνθήκες επιτάσουν να σκεφτόμαστε έξω από το καθιερωμένο πλαίσιο και έχει έρθει η στιγμή να αντιμετωπίσουμε ευθέως αυτή την απειλή. Αυτό που επιζητούμε είναι παρεμβάσεις μόνο ως λύση ύστατης ανάγκης και με ένα προσωρινό σύνολο μέτρων. Παρακάτω, ακολουθεί μία σειρά τεχνικών αλλά αναγκαίων ενεργειών για την αποκατάσταση της ισορροπίας στις αγορές.
Καταρχάς, χρειαζόμαστε ένα πλαφόν τιμών σε αυτό που είναι γνωστό ως Ταμείο Μεταφοράς Τίτλων (TTF) -ή, αλλιώς, την ιστορικά υψηλότερη τιμή αερίου πριν από την κρίση. Δεύτερον, θα πρέπει να έχουμε ένα ημερήσιο όριο τιμών, όπως συμβαίνει στα χρηματιστήρια. Αυτό θα μας επιτρέψει να περιορίσουμε τις απότομες αλλαγές στη διακύμανση των τιμών στο TTF, για παράδειγμα στο εύρος του +/- 10%.
Θα πρέπει επίσης να εξετάσουμε τον καθορισμό της τιμής σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Με άλλα λόγια, τον καθορισμό τιμών ως έκτακτη αντίδραση μόνο στην περίπτωση ανακοινώσεων που αφορούν τις ροές φυσικού αερίου μέσω αγωγών από τη Ρωσία.
Χρειαζόμαστε, επίσης, ένα πλαφόν στο μικτό περιθώριο κέρδους. Για παράδειγμα, στη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας θα μπορούσε να είναι ένα πλαφόν της τάξης του 5%, με βάση την παρακολούθηση του κόστους παραγωγής και των μονάδων παραγωγής από τους ρυθμιστές της αγοράς.
Υπάρχει επίσης το ζήτημα των αγοραπωλησιών με φυσική παράδοση, ήτοι να εξεταστεί το ενδεχόμενο να επιτραπούν, για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, συναλλαγές μόνο με φυσική παράδοση για να αποφευχθεί η χειραγώγηση της αγοράς.
Τέλος, έχουμε την ενίσχυση της ρευστότητας: αύξηση της ρευστότητας στην αγορά φυσικού αερίου συνδέοντας τις αγορές των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Ασίας. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να γίνει μέσω της τόνωσης της συνεργασίας μας με την Κίνα όσον αφορά τα φορτία Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG), και πιθανώς εφαρμόζοντας πλαφόν στο κόστος μεταφοράς για να εξουδετερωθούν κίνητρα κερδοσκοπίας.
Αντιλαμβάνομαι ότι αυτά τα σημεία αποτελούν σημαντικές παρεμβάσεις στην αγορά. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να εφαρμοστούν με για περιορισμένο χρονικό διάστημα και να συνοδεύονται από σαφώς προσδιορισμένες προϋποθέσεις ενεργοποίησης, αλλά και ρήτρες εξόδου. Είναι σχεδιασμένα για να δώσουν στην ΕΕ χρόνο, με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να σταθεροποιήσει την αγορά αερίου, να σταματήσει την κερδοσκοπία στην αγορά η οποία είναι σε βάρος πολιτών και επιχειρήσεων, να αφοπλίσει την «εργαλειοποίηση» της αγοράς αερίου λόγω της γεωπολιτικής έντασης, και να εξασφαλίσει χρόνο για πιο βιώσιμες, μεσομακροπρόθεσμες λύσεις.
Επιπλέον, πρόκειται για μέτρα που έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί σε άλλες αγορές στο παρελθόν, υπό ακραίες συνθήκες. Και -ακόμα πιο σημαντικό- μπορούν να φέρουν σε λογικά επίπεδα τις τιμές δίχως να επιφέρουν επιπρόσθετο δημοσιονομικό κόστος στις οικονομίες μας και χωρίς να επηρεάσουν την παραγωγική δυνατότητα ή τις αλυσίδες προμήθειας φυσικού αερίου.
Πρέπει, όμως, να αναλάβουμε δράση τώρα. Αυτό το πρόβλημα δεν θα εκλείψει μόλις υποχωρήσει η ζήτηση για αέριο θέρμανσης. Θα συνεχιστεί στις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας -οι οποίες συνδέονται με τις τιμές αερίου στις αγορές χονδρικής- θέτοντας ένα τεράστιο βάρος στα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Το Σχέδιο Έξι Σημείων έχει σχεδιαστεί για να προστατεύσει τη λειτουργία των αγορών χονδρικής φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας της Ευρώπης και να διασφαλίσει ότι η ΕΕ, οι πολίτες και οι οικονομίες των κρατών-μελών δεν θα υποφέρουν αδικαιολόγητα σε μια περίοδο που ήδη χαρακτηρίζεται από μεγάλες προκλήσεις. Χωρίς αυτό, ο κίνδυνος για την σταθερότητα κατα μήκος της Ένωσης μόνο θα αυξάνεται.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου