Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2014

Πολυτεχνείο 41χρόνια μετά ένα γεγονός που με συγκλόνισε στα 8 μου χρόνια.



του Κώστα Βουκελάτου


Συμπληρώνονται φέτος, 41 χρόνια από την δυναμική και μαζική αντίδραση της νεολαίας απέναντι στην δικτατορία.
Το πολυτεχνείο το καπηλεύτηκε όλα αυτά τα χρόνια η αριστερά λες και ήταν μόνο δικός της αγώνας κατά της δικτατορίας, λες και δεν υπήρχαν πολίτες από όλες τις παρατάξεις που δεν άντεχαν το καθεστώς και δεν κακοποιήθηκαν και κτυπήθηκαν για να υπερασπιστούν την δημοκρατία μας.
Ορισμένοι από την γενιά του πολυτεχνείου που πρωτοστάτησαν στην εξέγερση γιατί υπήρχαν και άλλοι πραγματικοί αγωνιστές που δεν τους ενδιέφερε να εκτεθούν καπηλεύτηκαν αυτή τους την παρουσία, εξαργυρώνοντάς την με καριέρες, ρουσφέτια και διανομή προνομίων, διαμορφώνοντας έτσι την νοοτροπία που χρεοκόπησε τη χώρα και μας έφερε μέχρι εδώ.
Φυσικά όπως όλοι γνωρίζουμε τότε τα πανεπιστημιακά ιδρύματα ήταν χώροι ελεύθερης έκφρασης, σήμερα έχουν μετατραπεί σε γκέτο λαθρομεταναστών, παράνομων μικροπωλητών και τα ελέγχουν ομάδες ακροαριστερών αναρχικών που μόνο δημοκρατικά δεν ενεργούν.
Προς όλους αυτούς τους δήθεν επαναστάτες λοιπόν που θέλουν να καπηλευτούν και φέτος το συμβολισμό του πολυτεχνείου και την μνήμη των πραγματικών ηρώων έχω να πω μόνο το παρακάτω :
Ο αγώνας των φοιτητών και των πολιτών κατά της δικτατορίας ήταν αποφασιστικός και δυναμικός αλλά πάντα ειρηνικός, δεν προέταξαν ποτέ βία κατά του καθεστώτος, αντίθετα υπέστησαν βία οπότε μόνο αγωνιστές δεν είναι όλοι αυτοί που σήμερα χρησιμοποιούν την βία σαν όπλο για να δείξουν την αντίθεση τους.
Επειδή όμως στον παραλογισμό επικρατεί πάντα κάποια στιγμή η λογική θα αναφερθώ σε μια προσωπική μου στιγμή που συνέβη μία ημέρα πριν από την πτώση της πύλης του πολυτεχνείου. Το παρακάτω περιστατικό το έζησα 8 χρονών και φέρνω τις εικόνες εκείνης την ημέρας κάθε χρόνο τα τελευταία 40 χρόνια.
Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 1973 14:30 μεσημέρι, το τρόλεϊ σταμάτησε στην Ομόνοια γιατί όλοι οι δρόμοι προς το πολυτεχνείο και οι παράλληλοι προς αυτό ήταν κλειστοί. Κατεβήκαμε μαζί με την μητέρα μου όπως και οι υπόλοιποι επιβάτες και περπατήσαμε μέχρι τον προορισμό μας.
Όλοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι με άρματα, στρατό και αστυνομία, πήραμε την Αχαρνών από την αρχή της και κατευθυνόμασταν προς τον Άγιο Παντελεήμονα όπου διέμενε η γιαγιά μου. Υπήρχε μία ηρεμία και πολύ λίγοι άνθρωποι στους δρόμους, φυσικά και δεν υπήρχαν καταστήματα ανοικτά και κάθε γωνία είχε αστυνομικούς.
Στην συμβολή των οδών Αχαρνών και Αγορακρίτου στρίψαμε αριστερά και κατηφορίσαμε γιατί είχαν κλείσει με άρματα την Αχαρνών στο ύψος της Κορδιγκτώνος.
Παίρνοντας την Αλκιβιάδου φτάσαμε στην Σωζοπόλεως και μόλις στρίψαμε αριστερά για να φτάσουμε στην Θήρας όπου και διέμενε η γιαγιά μου, περνάγαμε τον έρημο δρόμο και ξαφνικά ένα άρμα ερχόταν με φόρα κατά πάνω μας και ο στρατιώτης πυροβολούσε στο αέρα.
Βρεθήκαμε και εγώ και η μητέρα μου σε κίνδυνο αφού ενώ είχε καθαρό δρόμο ο οδηγός του άρματος αποφάσισε να μας πατήσει, η μητέρα μου έξαλλη και φοβισμένη από το συμβάν έβαλε της φωνές στον στρατιώτη του άρματος λέγοντας «δεν ντρέπεσαι δεν βλέπετε το μικρό παιδί θα το σκοτώσετε».
Το άρμα ενώ είχε φτάσει στην Αχαρνών γύρισε απότομα και ερχόταν και πάλι καταπάνω μας αφού η μητέρα είχε βγει εκτός εαυτού και πάλι στον δρόμο, μάλιστα ο στρατιώτης είχε στρέψει το πυροβόλο επάνω στην μητέρα μου με άγριες διαθέσεις.
Τότε από το στενό της Αλκαμένους ερχόντουσαν δύο φοιτητές και από πίσω τους κυνηγούσε ένας αστυνομικός με γκλοπ, βλέποντας την μητέρα μου στον δρόμο, εμένα να κλαίω στο πεζοδρόμιο και το άρμα να έρχεται κατά πάνω μας άκουσα τον αστυνομικό να λέει « παίρνω τον μικρό, πάρτε την μητέρα».
Ένα χέρι με τράβηξε μέσα στο στενό της Αλκαμένους και δύο άτομα πήραν την μητέρα μου σηκωτή από τον δρόμο και την έφεραν μέσα στο στενό όπου και μπήκαμε όλοι μέσα σε μια αυλή σπιτιού.
Ξαφνικά κοιταχτήκαμε όλοι μας μέσα στην αυλή φοιτητές, αστυνομικός, εγώ και η μητέρα μου και ο αστυνομικός βγήκε αμέσως έξω και πήγε προς το άρμα φωνάζοντας να φύγουν λέγοντας τους «δεν ντρέπεστε καθόλου τι είναι αυτά τα πράγματα παραλογίσατε», το άρμα έστριψε αδιάφορο και συνέχισε ο στρατιώτης να ρίχνει στον αέρα πηγαίνοντας και πάλι προς την Αχαρνών.
Ο αστυνομικός γυρνώντας  στο σημείο που μας είχες αφήσει φανερά ταραγμένος κάλεσε περιπολικό και έδωσε εντολή να μας πάνε στο σπίτι μας και όχι στο σπίτι της γιαγιάς μου και μας προειδοποίησε να μην ξανά ανέβουμε στο κέντρο τις επόμενες ημέρες.
Μπήκαμε στο περιπολικό και από το τζάμι είδα τον αστυνομικό να δίνει το χέρι του στους φοιτητές που πριν από λίγο καταδίωκε και μάλιστα έφυγαν ήρεμα ακολουθώντας αντίθετες κατευθύνσεις.
Αυτό το γεγονός το αναφέρω πάντα κάθε χρόνο και το μάθημα που πήραμε όλοι μας εκείνη την ημέρα είναι ότι στον παραλογισμό επικρατεί πάντα η λογική και από τότε πιστεύω πάντα ότι η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία αρκεί να λογικευτούμε και να σοβαρευτούμε.


0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου