Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2016

Αποψη: Η Ελλάδα μετά την εκλογή Τραμπ



Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, ερχόμενη σε συνέχεια του Brexit, αλλά και της θεαματικής ανόδου κάθε μορφής ακραίων κομμάτων και κινημάτων και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, καθιστά επιτακτική μια εκ βαθέων συζήτηση για την έννοια της Δύσης και τις κοινές αξίες και συμφέροντα που συνδέουν (;) τις χώρες-μέλη της ευρωατλαντικής κοινότητας. Επιπλέον, η ούτως ή άλλως προβλεπόμενη με την αλλαγή κατόχου του Λευκού Οίκου αναθεώρηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής εθνικής ασφάλειας αποκτά ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον λόγω της προσωπικότητας του κ. Τραμπ, αλλά και του πολύ σημαντικού αμερικανικού ρόλου τόσο στις παγκόσμιες υποθέσεις όσο και σε θέματα ασφαλείας της Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου.

Η προσπάθεια πρόβλεψης της νέας αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση, καθώς ο κ. Τραμπ ήταν μέχρι σήμερα εξαιρετικά φειδωλός και υπεραπλουστευτικός στις σχετικές δηλώσεις του, ενώ δεν είναι σαφές ποιο θα είναι το επιτελείο του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και εθνικής ασφάλειας. Οι γνώσεις του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής είναι πολύ περιορισμένες και ελπίζεται ότι τόσο το Κογκρέσο (η σχέση του οποίου με τον κ. Τραμπ δεν θα είναι υποχρεωτικά εύκολη) όσο και οι αρμόδιες υπηρεσίες (State Department, Πεντάγωνο, υπηρεσίες πληροφοριών, κ.λπ.) θα έχουν αυξημένη επιρροή στη διαμόρφωση πολιτικής.

Οσον αφορά την Ανατολική Μεσόγειο και τις πιθανές συνέπειες για τη χώρα μας, ένα πρώτο πρόβλημα είναι οι περιορισμένες επαφές και προσβάσεις στο επιτελείο Τραμπ, ζήτημα που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί αμέσως μόλις γίνουν γνωστά τα πρόσωπα που θα τοποθετηθούν σε θέσεις-κλειδιά. Η ηπιότερη, συγκριτικά με Ομπάμα και Κλίντον, άποψη του Τραμπ για τη Ρωσία δεν αποτελεί υποχρεωτικά αρνητική εξέλιξη για την Ελλάδα, που αντιμετωπίζει τη Ρωσία ως έναν μάλλον δύσκολο γείτονα αλλά και εξαιρετικά σημαντικό εταίρο για την Ευρώπη και υπογραμμίζει με κάθε ευκαιρία την ανάγκη εύρεσης ενός modus vivendi. Η προτεραιοποίηση της αντιμετώπισης της ισλαμικής τρομοκρατίας ενδέχεται να αυξήσει τη σημασία της Τουρκίας στα μάτια της Ουάσιγκτον, με όποιες συνέπειες αυτό μπορεί να έχει για τις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό (αν και αυτό το ενδεχόμενο θα μας απασχολούσε και σε περίπτωση εκλογής Κλίντον). Η περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεων με το Ισραήλ πιθανώς δεν βλάπτει τη χώρα μας, εφόσον η στρατηγική σχέση με το Τελ Αβίβ συνεχίζει να εξελίσσεται. Ανησυχία, ωστόσο, προκαλεί το ενδεχόμενο τριγμών εντός ΝΑΤΟ λόγω του (πάγιου) αμερικανικού αιτήματος για αύξηση της ευρωπαϊκής συμβολής στον καταμερισμό εργασίας, όσο και το ενδεχόμενο ενίσχυσης των αντισυστημικών και φυγόκεντρων τάσεων εντός Ε.Ε., καθώς και η τυχόν δυσκολία συνεργασίας ΗΠΑ - Ευρώπης. Εις βάρος επίσης των ελληνικών συμφερόντων θα ήταν μια επιδείνωση των σχέσεων των ΗΠΑ με το Ιράν.

Εν κατακλείδι, όμως, οποιοσδήποτε και αν εκλεγόταν στην προεδρία των ΗΠΑ (ακόμη και ο «δικός μας» Μ. Δουκάκης) δεν θα «προσέφερε» περιφερειακό ρόλο και αυξημένη επιρροή στη χώρα μας. Αυτά κερδίζονται μόνο ως αποτέλεσμα συστηματικού στρατηγικού σχεδιασμού και αποτελεσματικής υλοποίησης στόχων σε βάθος χρόνου. Δυστυχώς, όμως, αυτά αποτελούν χρόνιες παθογένειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.



Θάνος Π. Ντόκος
Ο κ. Θάνος Π. Ντόκος είναι γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.

Έντυπη Καθημερινή


0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου