Την απόρρητη έκθεση του υπουργείου Μεταφορών για την διεξαγωγή των Τεχνικών Ελέγχων Οχημάτων στην Ελλάδα δημοσιεύει αποκλειστικά το NewsAuto.gr στην οποία καταγράφονται όλες οι παθογένειες του συστήματος και της νομοθεσίας με αποτέλεσμα οι έλεγχοι στα ΚΤΕΟ να είναι ελλιπείς σε βάρος της οδικής ασφάλειας και του περιβάλλοντος. Μάλιστα στην έκθεση αναγράφονται εκτενώς τα προβλήματα που έχουν εντοπιστεί στις διαδικασίες ελέγχου των οχημάτων και πως ένα υπάλληλος ΚΤΕΟ μπορεί να «περάσει» ένα όχημα που πρέπει να κοπεί αλλά και για τα πενιχρά πρόστιμα που επιβάλλονται στους παραβάτες.
Σύμφωνα λοιπόν με τα επίσημα στοιχεία που ανακοινώνει το Υπουργείο Μεταφορών, το ποσοστό απόρριψης όλων των κατηγοριών οχημάτων στα ΚΤΕΟ της χώρας για το 2017 κυμάνθηκε στο 5,3 % σε σύνολο 2,93 εκατομμύριων τεχνικών ελέγχων. Προφανώς, στα πλαίσια του ανταγωνισμού και δεδομένου ότι η χώρα μας απαρτίζεσαι από έναν εκ των γηραιότερων στόλων στην Ευρώπη, ο έλεγχος παραμένει ελλιπής χωρίς ποιότητα και τα ΚΤΕΟ ηθελημένα ή μη, υποβαθμίζουν τα αποτελέσματα σε βάρος της οδικής ασφάλειας και της προστασία του περιβάλλοντος. Στην έκθεση, παρατίθενται οι βασικές παράμετροι και οι αντίστοιχες ενέργειες αλλοίωσης ενός τυπικού τεχνικού ελέγχου ως προς τη διεξαγωγή του και το αποτέλεσμά του, αλλά και προτάσεις για την αναβάθμιση της ποιότητας των ελέγχων αυτών.
Παραλήψεις και μη ορθή χρήση του εξοπλισμού
Ένας τεχνικός έλεγχος πρακτικά χωρίζεται σε δυο στάδια, την εισαγωγή των στοιχείων του οχήματος στο Μηχανογραφικό Σύστημα του ΚΤΕΟ από τη γραμματεία και τη διαδικασία των μετρήσεων με σκοπό τη σύνταξη και έκδοση Δελτίου Τεχνικού Ελέγχου.
Εισαγωγή οχήματος χωρίς τα απαραίτητα δικαιολογητικά
Καθημερινά, προσκομίζονται στα ΚΤΕΟ οχήματα, των οποίων οι ιδιοκτήτες δεν έχουν την πιο πρόσφατη άδεια κυκλοφορίας στη κατοχή τους. Αυτό διασταυρώνεται μέσω του ΜΣ του ΚΤΕΟ, καθώς στο ΜΣ του Υπουργείου εμφανίζεται ημερομηνία έκδοσης άδειας κυκλοφορίας μεταγενέστερη της προσκομιζόμενης. Η πιο συνηθισμένη περίπτωση είναι η μη ενημερωμένη άδεια κυκλοφορίας, αναφέροντας τα στοιχεία προηγουμένου κάτοχου έπειτα από μεταβίβαση. Ενώ με χαμηλότερη συχνότητα προσκομίζονται φωτοαντίγραφα των αδειών και όχι οι πρωτότυπες. Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, ο έλεγχος δε μπορεί να διενεργηθεί σε καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις.
Έκδοση παράβολου μετά το πέρας του τεχνικού ελέγχου
Σύμφωνα με την ΥΑ Φ50/34524/4444/2008 (ΦΕΚ Β’1280/02.07.2008), το ηλεκτρονικό παράβολο πρέπει να δεσμεύεται πριν την έναρξη της διαδικασίας ενός εκπρόθεσμου τεχνικού ελέγχου. Πρακτικά, αυτό δε τηρείται καθώς ενδέχεται κατά τη διενέργεια να προκύψουν επικίνδυνες ελλείψεις, με συνέπειες όπως την αφαίρεση στοιχείων κυκλοφορίας και την ενημέρωση των Αρχών. Έπειτα η ακύρωση του δεσμευμένου παράβολου απαιτεί διαδικασία αιτιολογίας της πράξης αυτής και προώθησης του αιτήματος επιστροφής χρημάτων μέσω Δ.Ο.Υ. Συνηθίζεται, μετά το πέρας των μετρήσεων και πριν την έκδοση ΔΤΕ ο ελεγκτής να ενημερώνει σχετικώς τη γραμματεία ώστε αυτή να προβεί σε εκτύπωση και δέσμευση παράβολων. Η διαπίστωση της πράξης αυτής είναι απλή αν παραθέσει κάποιος την ώρα έναρξης του ελέγχου (λήψη 1ης φωτογραφίας) και την ώρα έκδοσης του παράβολου.
ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
Ένας τυπικός τεχνικός έλεγχος περιλαμβάνει τα εξής στάδια:
Ταυτοποίηση στοιχείων αδείας κυκλοφορίας (αριθμός κυκλοφορίας, αριθμός πλαισίου, αριθμός και τύπος κινητήρα, χρώμα, σχήμα αμάξης..)
Καταγραφή χιλιομέτρων, έλεγχος φώτων θέσης, διασταύρωσης, πορείας, πέδησης και οπτικός έλεγχος αμαξώματος
Μέτρηση εκπομπών καυσαερίων
Μέτρηση έντασης φώτων
Σύγκλιση – απόκλιση εμπρόσθιου άξονα
Μέτρηση απόδοσης ανάρτησης και πέδησης
Οπτικός έλεγχος στο λάκκο κατόπτευσης ή στο ανυψωτικό μηχάνημα
Εξ’ αυτών, οι μετρήσεις των εκπομπών καυσαερίων, του φωτόμετρου, της σύγκλισης – απόκλισης, της ανάρτησης και της πέδησης μέσω των μηχανημάτων είναι απαραίτητες για την έκδοση ενός δελτίου καθώς δεν είναι υποχρεωτική η καταγραφή οπτικών ελλείψεων.
Εκπομπές Καυσαερίων
Σύμφωνα με τη παράγραφο 8.2 του Παραρτήματος I της πρόσφατης Ευρωπαϊκή Οδηγίας 2014/45/ΕΚ, ορίζονται οι μέθοδοι και τα όρια αποδεκτών εκπομπών καυσαερίων.
Ο τρόπος μέτρησης της θολερότητας ενός κινητήρα diesel πραγματοποιείται επιταχύνοντας από τη ταχύτητα βραδυπορίας (ρελαντί) έως τη ταχύτητα ανακοπής καυσίμου. Η διαδικασία αυτή αποφεύγεται για λόγους:
επιτυχίας του ελέγχου, καθώς η θολερότητα είναι ποσοτικό μέγεθος και η μη επιτάχυνση του κινητήρα με τον τρόπο που ορίζει η νομοθεσία καταγράφει χαμηλότερους συντελεστές θολερότητας (Κ) από τους πραγματικούς.
αποφυγής δυσαρέσκειας των πελατών λόγω έλλειψης γνώσης σχετικά με τον ορθό τρόπο μέτρησης των εκπομπών
αποφυγής θορύβων και ρύπανσης του περιβάλλοντα χώρου
Η μέτρηση εκπομπών κινητήρων βενζίνης είναι αποτέλεσμα 5 παραγόντων, εκ των οποίων οι 2 όταν το όχημα βρίσκεται σε κατάσταση βραδυπορίας ( CO% και HC) και 3 όταν βρίσκεται στις 2000-3000 στροφές ανά λεπτό (CO%, HC και συντελεστής λ). Η εξασφάλιση χαμηλών ρύπων για κάποιο συγκεκριμένο αυτοκίνητο δεν είναι στη διακριτική ευχέρεια του ελεγκτή, καθώς στο μονοξείδιο του άνθρακα (CO) υπολογίζεται η επί τοις εκατό περιεκτικότητα και δεν αφήνει περιθώριο μεταβολής, όπως ο ποσοτικός συντελεστής Κ στα πετρελαιοκίνητα. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι σε ένα ΕΔΧ 18 ετών με 1.500.000 διανυθέντα χιλιόμετρα είναι εύκολο να καταγραφούν εντός ορίων μετρήσεις ενώ σε ένα IX με 10.000 χιλιόμετρα χωρίς καταλύτη είναι σχεδόν αδύνατο. Επομένως όταν ένα βενζινοκίνητο όχημα δεν εκπέμπει εντός ορίων , οι μετρήσεις του αντικαθίστανται με μετρήσεις ενός εκ των υπολοίπων αυτοκινήτων που βρίσκονται στο χώρο του ελέγχου.
Μέτρηση έντασης και σκόπευσης φώτων
Κατά τη μέτρηση της έντασης και σκόπευσης φώτων σε τεχνικό έλεγχο ΜΟΤΟ είναι αφενός ευκολότερο να απορριφθούν οι μετρούμενες τιμές και αφετέρου απασχολείται και δεύτερος ελεγκτής ως χέρι βοήθειας στον ελεγκτή που έχει αναλάβει τον έλεγχο στο ρόλο του αναβάτη ώστε να μετρηθούν τα μεγέθη. Για να απλοποιηθεί η διαδικασία, έχει κατασκευαστεί μια διάταξη με ένα προβολέα δύο διαβαθμίσεων έντασης φωτός, στον οποίο έχει προσαρμοστεί το φωτόμετρο των ΜΟΤΟ έτσι ώστε με την απλή ενεργοποίηση της διάταξης επιτυγχάνεται η ακριβής ένταση και σκόπευση της μεσαίας και της μεγάλης σκάλας αντίστοιχα.
Βέβαια, με έναν τυπικό έλεγχο ενός ΚΤΕΟ στις τιμές έντασης και σκόπευσης των φώτων των ΜΟΤΟ, θα διαπιστωθεί πως είναι οι ίδιες (ειδικά ως προς την ένταση) και επομένως οι μετρήσεις δεν είναι οι πραγματικές τους.
Έλεγχος ανάρτησης και πέδησης
Μετά τις μετρήσεις καυσαερίων και φώτων ακολουθούν οι μετρήσεις ανάρτησης και πέδησης. Όταν ο εμπρόσθιος άξονας ανέβει στο αμορτισερόμετρο, εκτός της απόδοσης ταυτόχρονα υπολογίζεται το βάρος του άξονα. Αυτό το βάρος θα χρησιμοποιηθεί αργότερα για τον υπολογισμό της απόδοσης πέδησης. Μετά τη μέτρηση της ανάρτησης του εμπρόσθιου άξονα, οι τροχοί πέφτουν στους κυλίνδρους (ράουλα) όπου υπολογίζεται η διακύμανση της πέδησης αλλά και η επιμέρους απόδοση του εμπρόσθιου άξονα. Ακολουθεί η ίδια διαδικασία για τον πίσω άξονα. Προσθέτοντας τις δυνάμεις πέδησης των τεσσάρων τροχών και διαιρώντας τις με το συνολικό βάρος (προκύπτει από το ζύγισμα των 2 αξόνων κατά τη διάρκεια της μέτρησης της ανάρτησης) προκύπτει η συνολική απόδοση.
Αν παρατηρηθεί χαμηλή απόδοση της ανάρτησης σε έναν τροχό, θα σημειωθεί Σοβαρή Έλλειψη αυτόματα από το Σύστημα, είτε λόγω χαμηλής απόδοσης της ανάρτησης για ένα συγκεκριμένο τροχό είτε λόγω μεγάλης διαφοράς απόδοσης που εμφανίζουν οι αναρτήσεις του συγκεκριμένου άξονα. Το πρόβλημα αυτό ρυθμίζεται μετρώντας τον ‘καλό’ άξονα 2 φορές χωρίς να κατοχυρωθούν οι τιμές του άξονα που εμφανίζει πρόβλημα. Ομοίως και για τη μέτρηση πέδησης, όπου το σύνηθες πρόβλημα συναντάται όχι στη συνολική απόδοση αλλά στη μονόπλευρη πέδηση οχημάτων στον πίσω άξονα, ειδικότερα στα παλαιότερα οχήματα εφοδιασμένα με ταμπούρα.
Ένδειξη ότι ένας άξονας χρησιμοποιείται 2 φορές για να παρακαμφθεί ένα χαλασμένο αμορτισέρ αποτελεί το γεγονός ότι στο Δελτίο αποτυπώνονται ίδιες αποδόσεις ανάρτησης για τους δύο άξονες, παραδείγματος χάρη 80% – 75% για τον εμπρόσθιο άξονα και 80% – 75% και για τον πίσω άξονα. Επίσης, οι δύο άξονες θα παρουσιάζουν το ίδιο βάρος που πρακτικά δεν συνηθίζεται.
Μη καταγραφή οπτικών ελλείψεων και αριθμός φωτογραφιών
Οι οπτικές ελλείψεις με τη μεγαλύτερη συχνότητα που εκούσια αποφεύγεται η καταχώρηση τους σε Δελτία Τεχνικού Ελέγχου αφορούν στα ελαστικά με εμφανή σημάδια γήρανσης, τα φώτα εμπρός και πίσω, τα φώτα πέδησης και τους δείκτες αλλαγής πορείας που δε λειτουργούν, τις ενδείξεις χιλιομετρητών με μικρότερη ένδειξη σε σχέση με τον προηγούμενο έλεγχο, τους αδήλωτους κινητήρες, στις αδήλωτες εγκαταστάσεις υγραεριοκίνησης και τις αφαιρέσεις καταλύτη. Ένα ΚΤΕΟ μπορεί να αποκρύψει μια εμφανή παρέμβαση στο χιλιομετρητή ενός οχήματος χωρίς να αναγράφεται στο Δελτίο Τεχνικού Ελέγχου η παρατήρηση για τα προ διετίας χιλιόμετρα και επομένως να μην απαιτείται η σημείωση της νέας Σοβαρής Έλλειψης 7.11a. Όταν ένα όχημα προσκομισθεί σε ένα ΚΤΕΟ και έχει λιγότερα χιλιόμετρα από τη προηγούμενη φορά αλλά πρέπει οπωσδήποτε να ‘περάσει’ (π.χ. 160.000 χλμ το 2016 και 87.000 χλμ το 2018), ο ελεγκτής θα καταχωρήσει λίγο περισσότερα χιλιόμετρα σε σχέση με την ένδειξη του 2016, ρεαλιστική ώστε να μην αμφισβητηθεί (π.χ. 174.000 χλμ). Εφόσον δεν υπάρχει κάποιος αποτρεπτικός παράγοντας (π.χ. μία φωτογραφία του οδομέτρου κατά τη διάρκεια του ελέγχου), το πρόβλημα των «γυρισμένων χιλιόμετρων» θα διαιωνίζεται.
Σύμφωνα με την παρ. 3β του άρθρου 1 του ΦΕΚ 3469 / 28.12.2012, ορίζονται οι προϋποθέσεις των τεχνικών προδιαγραφών των γραμμών ελέγχου των ιδιωτικών ΚΤΕΟ διευκρινίζοντας τη μορφή, ονομασία και τον αριθμό φωτογραφιών για κάθε όχημα σε έξι (6). Με το άρθρο 3 του ΦΕΚ 2200 / 06.09.2013, ο αριθμός των απαιτούμενων φωτογραφιών μειώνεται σε τρεις (3), όπου η πρώτη και η δεύτερη φωτογραφία περιορίζονται σε εμπρόσθια και οπίσθια λήψη ενός οχήματος από σταθερά εγκατεστημένες κάμερες σε μια γραμμή ελέγχου και η τρίτη φωτογραφία απεικονίζει την εμπρόσθια πλευρά του οχήματος μέσω κινητής μηχανής που χειρίζεται ο ελεγκτής. Αν κατά τη κρίση ενός ελεγκτή διαπιστώνονται σημαντικές ελλείψεις, φωτογραφίες πέραν των τριών (3) υποχρεωτικών θα αποθηκεύονται αλλά δεν θα αποστέλλονται. Ο αριθμός των τριών (3) φωτογραφιών είναι επαρκής μόνο για τη ταυτοποίηση του οχήματος και αδυνατεί να προβάλει μη εγκεκριμένες μετατροπές όπως αλλαγή κινητήρα και εγκατάσταση υγραεριοκίνησης όταν αυτές να έχουν δηλωθεί στην άδεια κυκλοφορίας. Για μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα στη διεξαγωγή ενός τεχνικού ελέγχου, απαιτούνται περισσότερες υποχρεωτικές φωτογραφίες οι οποίες θα αποστέλλονται στο Μηχανογραφικό Σύστημα του Υπουργείου, όπως φωτογραφία του χώρου του κινητήρα, της ένδειξης χιλιομέτρων και της κατάστασης των ελαστικών.
Έκδοση Κάρτας Ελέγχου Καυσαερίων
Η Κάρτα Ελέγχου Καυσαερίων (ΚΕΚ) είναι υποχρεωτική για τα οχήματα σε κυκλοφορία. Πιο συγκεκριμένα, τα IX και Φορτηγά IX έως 3,5t, οφείλουν να εφοδιάζονται με ΚΕΚ από τον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας τους και τα βαρέα οχήματα με τα ΕΔΧ από τους 6 μήνες. Ο θεσμός της ΚΕΚ αποτελεί έναν μικρής έκτασης τεχνικό έλεγχο, παρ’ όλ’ αυτά τα τελευταία χρόνια δεν έχουν θεσμοθετηθεί τροποποιημένες και αυστηρότερες οδηγίες ως προς τη διενέργεια και έκδοσή της, καθώς η έκδοση μιας ΚΕΚ δεν απαιτεί λήψη και αποστολή φωτογραφικού υλικού, αποστολή αποτελεσμάτων στο ΜΣ του Υπουργείου και δεν έχει ελάχιστο χρόνο διεξαγωγής.
Διαδικασία εύρεσης της αρχικής δήλωσης σε περιοδικό έλεγχο οχήματος που φέρει εγκατάσταση υγραερίου
Από την 1η Μαρτίου 2018 σύμφωνα με το ΦΕΚ Β’ 4856/29.12.2017, το ΚΤΕΟ που διενεργεί τον περιοδικό έλεγχο οφείλει να αναζητήσει από την αρμόδια Δ/νση Μεταφορών και Επικοινωνιών της Περιφέρειας ή από το ΚΤΕΟ στο οποίο διεξήχθη ο αρχικός τεχνικός έλεγχος έγκρισης της διασκευής, φωτοαντίγραφο της υπεύθυνης δήλωσης του Παραρτήματος 1 της υπουργικής απόφασης ΦΑ1/3936/2015 (Β’2733) (Προέβην στη διασκευή…..). Αν η ανωτέρω αρχική υπεύθυνη δήλωση δεν είναι εφικτό να ανευρεθεί, υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο η υπεύθυνη δήλωση του Παραρτήματος 3 της Β’ 4856/29.12.2017, η οποία δεν πρέπει να φέρει ημερομηνία ελέγχου του υπευθύνου τεχνικού πέραν του ενός μηνός από την ημερομηνία προσκόμισης του οχήματος για τεχνικό έλεγχο. Αν ο ενδιαφερόμενος δεν προσκομίσει την υπεύθυνη δήλωση, στο δελτίο σημειώνεται η Σοβαρή Έλλειψη 12401.1 και το όχημα υποβάλλεται σε επανέλεγχο.
Σύμφωνα με τη παράγραφο 6.1 του άρθρου 9 της ίδιας απόφασης αν σε ένα εκ των τριών βασικών εξαρτημάτων του συστήματος, δηλαδή της δεξαμενής, του εξαεριωτή ή υποβιβαστή πίεσης (πνεύμονας) εφόσον υφίσταται ή της ηλεκτρονικής μονάδας ελέγχου όχημα με εγκατεστημένο σύστημα υγραερίου έχει αλλαχθεί η δεξαμενή ή ο εγκέφαλος, τότε το όχημα υποβάλλεται εκ νέου σε Ειδικό Έλεγχο Εγκ. Υγραερίου, ο οποίος κοινοποιείται στο ΥΜΕ χωρίς να εκδίδεται νέα άδεια κυκλοφορίας και σύμφωνα με την παράγραφο 6.2, αν αντικατασταθεί οποιοδήποτε εξάρτημα πέραν των τριών παραπάνω αναφερόμενων βασικών εξαρτημάτων, σε σχέση με αυτά της αρχικής εγκατάστασης – δήλωσης, τότε ο εν λόγω έλεγχος θα πραγματοποιείται με την υποβολή στο ΚΤΕΟ νέας Υπεύθυνης Δήλωσης του Παραρτήματος 3.
Η διαδικασία εξεύρεσης της αρχικής δήλωσης παρουσιάζει πρακτικές δυσκολίες, καθώς ένα ΚΤΕΟ, το οποίο δεν είχε προβεί σε Ειδ. Έλεγχο Εγκατάστασης Υγραερίου για το συγκεκριμένο όχημα και διενεργεί τον περιοδικό έλεγχο, αφενός θα αδυνατεί να επικοινωνήσει με κάποια Δ/νση Μεταφορών , ειδικά αν ο έλεγχος διεξάγεται αργά το απόγευμα ή Σάββατο και αφετέρου, είναι χρονοβόρα η διαδικασία ανεύρεσης του ΚΤΕΟ που στο παρελθόν διενήργησε τον Ειδικό Έλεγχο. Επίσης, αν δεν υπάρχει η δυνατότητα εξεύρεσης της αρχικής δήλωσης κατά την αρχική εγκατάσταση , δεν μπορεί να διαπιστωθεί αν έχει αντικατασταθεί κάποιο εκ των τριών βασικών εξαρτημάτων ώστε να απαιτείται εκ νέου Ειδικός Έλεγχος. Για λόγους εξυπηρέτησης, ένα ΚΤΕΟ μπορεί να ισχυριστεί ότι η αρχική δήλωση δε βρέθηκε ποτέ και σύμφωνα με τη παράγραφο 1 του Άρθρου 9 προσκομίζεται νέα υπεύθυνη δήλωση (παρέχεται από το ΚΤΕΟ) και στο όχημα δεν σημειώνονται σοβαρές ελλείψεις.
Η διαδικασία αυτή θα μπορούσε να απλοποιηθεί αν υπήρχε μία διαδικτυακή πλατφόρμα του Υπουργείου Μεταφορών όπου ένας πιστοποιημένος εγκαταστάτης θα καταχωρούσε την υπεύθυνη δήλωση ενός οχήματος με υγραεριοκίνηση πριν το όχημα ελεγχθεί και αυτή θα ήταν διαθέσιμη σε όλα τα ΚΤΕΟ της χώρας αντλώντας ταυτόχρονα τα στοιχεία κυκλοφορίας από το Μηχανογραφικό Σύστημα. Με την εφαρμογή αυτή εξασφαλίζονται:
Η γρήγορη εξεύρεση της δήλωσης από το ΚΤΕΟ που διενεργεί τον έλεγχο
Η αποφόρτιση των Δ/σεων Μεταφορών ή των ΚΤΕΟ που επωμίζονται την προαναφερθείσα διαδικασία
Η διαφάνεια του τεχνικού ελέγχου, καθώς για όσα οχήματα δεν έχει αναρτηθεί υπεύθυνη δήλωση, δεν θα μπορούν να περάσουν τον έλεγχο
Η δημιουργία αρχείου στο ΜΣ του Υπουργείου έτσι ώστε να συγκρίνονται προηγούμενες δηλώσεις με την πιο πρόσφατη οπτικά με το προσκομιζόμενο όχημα ώστε να επιβεβαιώνονται τυχόν αλλαγές στα εξαρτήματα της εγκατάστασης και να απαιτείται εκ νέου Ειδικός Έλεγχος
Η εξάλειψη του φαινομένου της διαρροής επικυρωμένων κενών δηλώσεων.
Βαρύτητα ελλείψεων σύμφωνα με την υπάρχουσα νομοθεσία
Πρόσφατα η Οδηγία 2014/45/ΕΚ ενσωματώθηκε στο Ελληνικό Δίκαιο και περιλαμβάνει την ενημερωμένη νομοθεσία σχετικά με τον έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους. Με την παρούσα απόφαση θεσπίζονται οι ελάχιστες απαιτήσεις για το θεσμό του περιοδικού τεχνικού ελέγχου των οχημάτων που χρησιμοποιούνται στο δημόσιο οδικό δίκτυο. Στην παράγραφο 3 του Παραρτήματος Ι ορίζονται οι αξιολογήσεις των αστοχιών οι οποίες συμπληρώνονται από ελλείψεις της απόφασης 12078/1343 (ΦΕΚ 435/03.03.2004), οι οποίες δεν αναφέρονται στην Ευρωπαϊκή Οδηγία. Τρείς από τις προαναφερθείσες ελλείψεις είναι οι:
1307 ( Αριθμός αναγνώρισης κινητήρα (τύπος): λείπει ή είναι παραποιημένος ή δεν συμφωνεί με την άδεια κυκλοφορίας)
1309 (Οχήματα που χρησιμοποιούν υγραέριο (LPG) ως καύσιμο – Οχήματα δύο καυσίμων (bi-fuel) ή οχήματα διπλού καυσίμου (dual- fuel): Η εγκατάσταση υγραεριοκίνησης δεν έχει λάβει έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία ( το υγραέριο δεν αναφέρεται ως καύσιμο στην άδεια κυκλοφορίας του οχήματος)
1310 (Η εγκατάσταση κίνησης με φυσικό αέριο / ή με διπλό καύσιμο δεν έχει λάβει έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία (το φ.α. δεν αναφέρεται ως καύσιμο στην άδεια κυκλοφορίας του οχήματος)
Οι παραπάνω σοβαρές ελλείψεις, προφανώς αναφέρονται σε εκτεταμένες και μη εγκεκριμένου τύπου μετατροπές, επικίνδυνες για την οδική ασφάλεια και το περιβάλλον. Επομένως, η παρούσα διαβάθμισή τους δεν ανταποκρίνεται στη βαρύτητα των κινδύνων που εγκυμονούν και κρίνεται αναγκαία η αναβάθμιση τους σε επικίνδυνες.
Επαναπροσδιορισμός προστίμων
Σύμφωνα με το άρθρο 21 του κεφαλαίου 7 της Οδηγίας 2014/45/ΕΚ, τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες σχετικά με τις ποινές που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι ποινές αυτές είναι αποτελεσματικές, αναλογικές, αποτρεπτικές και δεν εισάγουν διακρίσεις και οι κυρώσεις που επιβάλλονται στα Ιδιωτικά ΚΤΕΟ καθορίζονται από την υπ’ αριθμ. 3326/212/2015 απόφαση (Β’ 158/22.01.2015). Σύμφωνα με την τελευταία απόφαση στη παράγραφο 2 και 3 του άρθρου 3 αναφέρονται οι παραβάσεις που επιφέρουν πρόστιμο 750 και 1000 ευρώ για μη καταγραφή σοβαρών και επικίνδυνων ελλείψεων αντίστοιχα. Σύμφωνα με τα στατιστικά που ανακοινώνει το Υπουργείο Μεταφορών το 2017 σημειώθηκαν μόνο 275 επικίνδυνες ελλείψεις, ένα ποσοστό που δεν ξεπερνά το 0,01 %.
Γιώργος Ανδρής
newsauto.gr
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου