Τιμωρητικό, αν όχι εξευτελιστικό, παραμένει εν έτει 2018 το σύστημα αντιμετώπισης των παιδιών – θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης στην Ελλάδα. Οσα παιδιά βρίσκουν το θάρρος να προβούν σε καταγγελίες, αντιμετωπίζονται με τρόπο που να το μετανιώνουν, στην καλύτερη περίπτωση. Στη χειρότερη, επιστρέφουν στην «οικογενειακή εστία» ή παραπέμπονται σε ιδρύματα, όπου οι κίνδυνοι να βιώσουν αντίστοιχες τραυματικές εμπειρίες είναι ιδιαίτερα αυξημένοι.
Την κατάσταση χαρτογραφεί ο δρ Γιώργος Νικολαΐδης, με αφορμή την πρόσφατη τιμητική εκλογή του ως προέδρου στην Επιτροπή Lanzarote του Συμβουλίου της Ευρώπης, η οποία αποτελεί επιτελικό όργανο για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική θυματοποίηση και εκμετάλλευση. Ο ίδιος είναι ψυχίατρος, διευθυντής της Δ/νσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού και επιστημονικός υπεύθυνος στο Κέντρο Ημέρας που λειτουργεί «Το Χαμόγελο του Παιδιού» για ανήλικους - θύματα κάθε μορφής βίας. Ακόμη έχει διατελέσει εθνικός αντιπρόσωπος της Ελλάδας τα τελευταία 10 χρόνια στην Επιτροπή Lanzarote, στην οποία συμμετέχουν, με έναν εκπρόσωπο, 42 χώρες που έχουν κυρώσει τη σχετική συνθήκη. Οχι χωρίς εμφανή πικρία, ο δρ Νικολαΐδης παραδέχεται ότι «η Ελλάδα έχει κακό ιστορικό στην παιδική προστασία». Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η Συνθήκη του Lanzarote αρθρώνεται σε τρεις άξονες: την πρόληψη θυματοποίησης των παιδιών. Τη δίωξη των δραστών. Την παροχή υπηρεσιών προστασίας στα θύματα. Ωστόσο, στη χώρα μας, στη διάρκεια διερεύνησης της καταγγελίας του, το παιδί-θύμα σεξουαλικής κακοποίησης θα κληθεί να καταθέσει την τραυματική του εμπειρία, κατά μέσον όρο, 14 φορές! Προσωπικά, έχω δει και περιπτώσεις που φτάνουν τις 28 φορές! Επίσης τραγικό, παιδί που αποκαλύπτει το 2002 όσα του συμβαίνουν, να βλέπει τη δικαστική του περιπέτεια να τελειώνει το 2013! Ή θύμα που βρίσκει το θάρρος να καταγγείλει τη σεξουαλική του κακοποίηση όταν ενηλικιώνεται, να καλείται για ιατροδικαστική εξέταση 4 ή 5 χρόνια αργότερα!».
Διαφορετικές διαδικασίες
Η «οδύσσεια» ενός παιδιού-θύματος δεν έχει τελειωμό. Για την καταγγελία μπορεί να στραφεί «στην αστυνομία, στην εισαγγελία, σε μια κοινωνική υπηρεσία ή σε μια υπηρεσία υγείας ή ψυχικής υγείας, στο σχολείο, σε ΜΚΟ, στο Χαμόγελο του Παιδιού... Υπάρχει ένας διάχυτος κατακερματισμός σχετικά με το πού θα απευθυνθεί. Και σε καθεμιά από αυτές τις περιπτώσεις ακολουθούνται διαφορετικές διαδικασίες», αποτυπώνει το αλαλούμ ο δρ Νικολαΐδης. «Αλλά και η αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει στο σπίτι είναι αμιγώς υποκειμενική, αφού δεν υπάρχουν αντικειμενικά κριτήρια, που να κατευθύνουν τους επαγγελματίες». Οταν δε αποφασίζεται η απομάκρυνση του θύματος από τη βιολογική του οικογένεια, «το ελληνικό σύστημα παραμένει ιδρυματικό», θα πει ο δρ Νικολαΐδης. «Κάθε φορά που αποφασίζετε να τοποθετήσετε ένα παιδί σε ίδρυμα, λάβετε υπόψη ότι, σύμφωνα με διεθνείς στατιστικές της UNICEF, ένα στα τρία θα κακοποιηθεί σεξουαλικά από τα άλλα παιδιά –εκτός της πιθανής του κακοποίησης από το προσωπικό– ενώ γύρω στο 85% θα κακοποιηθεί σωματικά», λέω στους εισαγγελείς». Αλλά και ο θεσμός της αναδοχής, εξίσου ανεπαρκής: «Αρμοδιότητα για τοποθέτηση ανήλικου θύματος σε ανάδοχη οικογένεια έχει λιγότερο από το 5% των κοινωνικών λειτουργών. Παράδειγμα: Μόνο μία κοινωνική λειτουργός στην περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας δικαιούται να βρει ποιος ενδιαφέρεται να αναλάβει ένα παιδί, να τον εκπαιδεύσει, να του αναθέσει παιδί μετά τη διαπίστωση ότι ταιριάζει με το προφίλ του και να τον εποπτεύει. Από το Ξηρόμερο μέχρι τη Ζαχάρω. Μία σε ένα πληθυσμό 800.000 κατοίκων!».
Τελικά, υπάρχει ελπίδα; «Αν και είναι θετικό ότι υπάρχουν πρωτοβουλίες, απουσιάζει ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Παιδί, μία συντονισμένη βούληση από την πλευρά της πολιτείας. Θέλουμε το κράτος όχι μόνο σε ρόλο συμμάχου αλλά και συντονιστή», καταλήγει ο δρ Νικολαΐδης.
Πώς να διακρίνει ο ειδικός εάν το παιδί διατρέχει κίνδυνο
«Στο Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού έχουμε ολοκληρώσει πρωτόκολλο με τα αντικειμενικά κριτήρια για το αν ένα παιδί που καταγγέλλει, διατρέχει κίνδυνο», εξηγεί ο δρ Νικολαΐδης. «Δημιουργήσαμε ένα καταγραφικό σύστημα για τις καταγγελίες, εκπαιδεύσαμε 400 επαγγελματίες, που σχετίζονται με την παιδική προστασία και στις δεκατρείς περιφέρειες της χώρας. Τελείωσαν τα χρήματα από την Κομισιόν, το software είναι έτοιμο, δεν ασχολείται κανείς».
Ποιες θα ήταν ρεαλιστικές, ταχείες και χαμηλού κόστους αλλαγές; «Η ρύθμιση της δικανικής εξέτασης των παιδιών-θυμάτων μέσω μίας ενιαίας προτυποποιημένης εξέτασής τους αλλά και η επίσπευση των διαδικασιών απονομής δικαιοσύνης. Η ταυτόχρονη πυροδότηση του αστικού και ποινικού δικαίου. Η άμεση αξιοποίηση των υφιστάμενων καταγραφικών μητρώων. Η επέκταση της αναδοχής».
Πόσο εκτεταμένο είναι το πρόβλημα; «Στο πλαίσιο προγράμματος πρόληψης της παιδικής κακοποίησης, που συντονίζαμε ως Ινστιτούτο στο πρόσφατο παρελθόν σε εννέα βαλκανικές χώρες, 15.000 παιδιά, ηλικίας 11, 13 και 16 χρόνων, απάντησαν σε ανώνυμα ερωτηματολόγια. Βάσει αυτών, 7,6% των παιδιών ανέφεραν μία τουλάχιστον εμπειρία σεξουαλικής θυματοποίησης που εμπεριείχε σωματική επαφή στη διάρκεια της παιδικής τους ηλικίας, εκ των οποίων το 4,5% κατά το τελευταίο έτος πριν από τη διεξαγωγή της έρευνας. Αυτό σημαίνει ένα στα 20 παιδιά. Στατιστικά, ένα παιδί σε κάθε τάξη είναι θύμα. Περίπου το 3% των ερωτηθέντων ανέφερε μία εμπειρία απόπειρας βιασμού. Ταυτόχρονα με τη διεξαγωγή της έρευνας, απευθυνθήκαμε σε όλους τους αρμόδιους φορείς. Τα περιστατικά που γνώριζαν αντιστοιχούσαν στο 0,07% εκείνων που είχαν τελεστεί στην περιοχή. Τεράστια η απόσταση ανάμεσα σε ό,τι φτάνει στις υπηρεσίες και στο τι συμβαίνει στην κοινωνία». Οσο για το προφίλ του δράστη; «Συνήθως ανήκει στον κύκλο εμπιστοσύνης του θύματος. Η σεξουαλική βία απαντάται το ίδιο, ανεξαρτήτως εισοδήματος ή κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Ο δράστης είναι κοινωνικά ενταγμένος, οικονομικά αποκατεστημένος – έχω ακούσει σε δικαστήριο από την υπεράσπιση του δράστη: “Μα…έχει master!”».
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΔΟΥ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου