ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
Παρασκευή 26 Μαΐου 2017
Κυριάκος Μητσοτάκης: Αυτή δεν είναι κυβέρνηση. Είναι πολιτικός στρατός ατάκτων
ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Επέλεξα να μιλήσω και σήμερα για τα θέματα της Παιδείας, διότι δεν πρόκειται να εξέλθουμε από την πολύχρονη κρίση, αν δεν αναγεννήσουμε το εκπαιδευτικό μας περιβάλλον σε όλες τις βαθμίδες. Βραχυπρόθεσμα, η οικονομία είναι αναμφίβολα το βασικό πεδίο για την πορεία της χώρας. Μακροπρόθεσμα, όμως, ο ρόλος της Παιδείας είναι καθοριστικός. Ούτως ή αλλιώς, έχει καταστεί κρίσιμος μέσα στις δοκιμασίες που περνά η ελληνική κοινωνία.
Πριν μερικούς μήνες, κ. Υπουργέ, το Σεπτέμβριο του 2016, η Νέα Δημοκρατία προκάλεσε μια Προ Ημερησίας Διατάξεως συζήτηση στη Βουλή με θέμα την Παιδεία. Είχα επισημάνει, τότε, ότι η Παιδεία πρέπει να είναι πεδίο εθνικής συνεννόησης. Και είχα τονίσει ότι δεν μπορεί να γίνονται πειράματα με το μέλλον των παιδιών μας.
Από τότε μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνονται, δυστυχώς, καθημερινά οι χειρότεροι φόβοι μου. Γιατί κάνετε ό,τι περνάει από το χέρι σας, να μεταφυτεύσετε μια διχαστική, σκληρά κομματική λογική στον ευαίσθητο χώρο της εκπαίδευσης. Ό,τι κάνετε παντού, δηλαδή. Όλα αυτά ενώ δεν έχετε κάποιο συγκροτημένο σχέδιο για το πώς θέλετε να προχωρήσει το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Ξέρετε, δηλαδή, τι θέλετε να ελέγξετε, αλλά δεν ξέρετε τι θέλετε να φτιάξετε.
Σε δύο χρόνια, έχουν αλλάξει τρεις Υπουργοί Παιδείας, με τον έναν να αναιρεί τις επιλογές του προκατόχου του. Καθένας κάνει τις δικές του επιτροπές, υποεπιτροπές, βγάζει τα δικά του πορίσματα, προχωρεί στις δικές του εξαγγελίες. Καθένας, δηλαδή, κάνει τη δική του πολιτική στην πλάτη της κοινωνίας και της παιδείας. Οπότε η εκπαίδευση προσφέρει υλικό για πυροτεχνήματα, εκτίθεται σε προσωπικές ιδεοληψίες και αντιμετωπίζεται, εν γένει, με πολύ μεγάλη προχειρότητα.
Σταχυολογώ από την πολιτική επικαιρότητα των τελευταίων μηνών και ετών: Η υποβάθμιση της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης βαφτίζεται ξαφνικά ως ολοήμερο σχολείο νέου τύπου. Νομοσχέδια παρουσιασμένα και ψηφισμένα με τυμπανοκρουσίες αποσύρονται, μέσα σε λίγους μήνες, όπως αυτά για την ιδιωτική εκπαίδευση ή για τα μεταπτυχιακά. Χιλιάδες προσλήψεις ανακοινώνονται με κάθε αφορμή και, στη συνέχεια, η Κυβέρνηση τις παίρνει πίσω, γιατί - πολύ απλά - δεν υπάρχει κανένας κεντρικός προγραμματισμός.
Και βέβαια, η κατάργηση των πανελληνίων εξετάσεων ανακοινώνεται από τον πρωθυπουργό σε ειδική φιέστα και, την επόμενη, εσείς, ο αρμόδιος Υπουργός, ανακοινώνετε ότι δεν ξέρετε πώς θα το υλοποιήσετε αυτό το σχέδιο.
Αυτό δεν είναι Κυβέρνηση. Είναι πολιτικός στρατός ατάκτων.
H αναστάτωση σήμερα στο χώρο της Παιδείας είναι διαρκής. Ταλαιπωρεί μαθητές, ταλαιπωρεί γονείς και ταλαιπωρεί, φυσικά, και τους ανθρώπους της εκπαίδευσης. Και το σημερινό νομοσχέδιο, παρότι σύντομο, μικρό, είναι ένας ακόμα κρίκος σε μια σπασμένη αλυσίδα ιδεοληψίας και προχειρότητας. Είναι, όμως, ένα νομοσχέδιο το οποίο πάει να θεραπεύσει μια αντισυνταγματική ρύθμιση.
Η Κυβέρνηση που υποσχέθηκε ότι θα είναι κάθε λέξη του Συντάγματος, έχει γράψει βιβλία ολόκληρα με αντισυνταγματικές ρυθμίσεις. Τέσσερις μέχρι τώρα. Μια κάθε εξάμηνο. Το νομοσχέδιο που συζητάμε σήμερα έρχεται με τη διαδικασία του επείγοντος, να ψηφιστεί εντός δύο ημερών. Γιατί, κ. Υπουργέ; Από τον Δεκέμβριο γνωρίζατε ότι η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε αντισυνταγματικό τον προηγούμενο νόμο Μπαλτά - Κουράκη. Και μη μας πείτε ότι δεν σας είχαμε προειδοποιήσει στη Βουλή για την κατάφορη αντισυνταγματικότητα της διάταξης, την οποία είχατε εισηγηθεί. Επί πέντε μήνες, δεν μπορούσατε να φέρετε μια ρύθμιση που να θεραπεύει το πρόβλημα της αντισυνταγματικότητας; Γιατί το κάνετε σε τόσο μεγάλη ταχύτητα και χρησιμοποιώντας τη διαδικασία του επείγοντος;
Φυσικά, δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει αυτό στη σημερινή Βουλή. Αποτελεί πλέον πάγια πρακτική της Κυβέρνησης και της κυβερνητικής πλειοψηφίας να καλείται η Ολομέλεια να συμμαζέψει αυτοσχεδιασμούς, πασαλείμματα, κουτοπονηριές της Κυβέρνησης, όταν κρίνονται αντισυνταγματικά. Όμως, στα ζητήματα της Παιδείας, που έχουν τόσο μεγάλη σημασία, θα μπορούσατε να κάνετε μια εξαίρεση. Να δείξετε μεγαλύτερη σοβαρότητα.
Αντ’ αυτού, φέρνετε σήμερα ένα νομοσχέδιο για ένα από τα πιο ευαίσθητα ζητήματα που αφορούν στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, την επιλογή διευθυντών. Πάτε να το περάσετε όσο γίνεται πιο γρήγορα, χωρίς να δίνεται χρόνος για ουσιαστική συζήτηση. Πέραν, όμως, της διαδικασίας – έχουμε ασκήσει επανειλημμένως κριτική για τον τρόπο με τον οποίο η Κυβέρνηση, αλλά και η κυβερνητική πλειοψηφία νομοθετεί – υπάρχει ουσία. Και η ουσία είναι ότι το νομοσχέδιο αυτό μάς οδηγεί πολλά βήματα πίσω.
Σε μια εποχή που πρέπει να ψάχνουμε τρόπο να αναδείξουμε τα ικανά και καταρτισμένα στελέχη της εκπαίδευσης, σε μια εποχή που θα πρέπει να επενδύσουμε στην αξιολόγηση – άλλη μια λέξη που φαίνεται ότι είναι απαγορευμένη για εσάς – και στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, εσείς τί ακριβώς κάνετε;
Φέρνετε ένα νομοσχέδιο το οποίο επαναφέρει την αρχαιότητα ως βασικό κριτήριο επιλογής των διευθυντών. Πίσω,, λοιπόν στην επετηρίδα. Πίσω στις πεπαλαιωμένες αντιλήψεις, που δεν παίρνουν υπόψη – στο βαθμό που θα έπρεπε – τα υψηλά προσόντα, την εκπαίδευση, τις δεξιότητες. Ναι, τα πτυχία.
Μου κάνει εντύπωση και ήθελα να το επιβεβαιώσω. Άκουγα την εισηγήτριά μας να λέει ότι δεν υπάρχει, κ. Υπουργέ, πρόβλεψη να υπάρχουν βασικές γνώσεις πληροφορικής, ως απαραίτητο κριτήριο για να κάνει κανείς αίτηση για να γίνει διευθυντής. Και μη μου πείτε ότι αυτό μοριοδοτείται, γιατί αυτό θα έπρεπε να είναι κριτήριο αποκλεισμού για κάποιον, αν θέλει να διεκδικήσει πραγματικά τη θέση αυτή. Είναι δυνατόν την εποχή που μεταπηδούμε στο ψηφιακό σχολείο, που υπάρχουν εργαλείο, ο διευθυντής σχολείου να μην έχει βασικές γνώσεις πληροφορικής;
Και μια κουβέντα για τη συνέντευξη. Σας άκουσα να λέτε ότι η συνέντευξη έχει μια πονεμένη ιστορία. Ρωτήστε εμένα, τι κριτική μου ασκούσατε τότε ως Αντιπολίτευση, όταν εισηγήθηκα τη δομημένη συνέντευξη για την επιλογή γενικών διευθυντών, διευθυντών και τμηματαρχών στη δημόσια διοίκηση. Βεβαίως και χρειαζόμαστε συνεντεύξεις. Αλλά συνεντεύξεις δομημένες, οργανωμένες, στο πλαίσιο του 3848, ο οποίος – λυπάμαι που το λέω για εσάς, κ. Υπουργέ – είχε ένα πολύ πιο αυστηρό πλαίσιο για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να διεξάγονται οι συνεντεύξεις. Δεν θέλουμε συνεντεύξεις που να είναι απλά αφορμή η διοίκηση να επιλέξει τελικά αυτούς που προτιμά και όχι αυτούς που πραγματικά αξίζουν.
Όλα αυτά είναι αποδείξεις του πόσο βαθύς και αξεπέραστος είναι τελικά ο συντηρητισμός σας. Το ίδιο ξεπερασμένος, όσο είναι και οι παρωχημένες ιδεολογίες σας. Αντί να πηγαίνουμε το δημόσιο σχολείο μπροστά, αντί να χτίζουμε την εκπαίδευση του 21ου αιώνα, ξαναγυρίζουμε σε λογικές του προηγούμενου αιώνα.
Και δεν είναι η πρώτη φορά. Μάχες οπισθοφυλακής στην Παιδεία δίνετε όπως - όπως και όπου μπορείτε. Προσπαθείτε να επιβάλλετε απόψεις τελείως παρωχημένες, χωρίς κοινωνική νομιμοποίηση και αντιδρώντας σε κάθε βήμα που είχε γίνει προς τα μπρος. Θέλω να σας θυμίσω τι κάνατε με το νόμο 4009 για τα Α.Ε.Ι. Από την πρώτη μέρα, επιδιώκετε να τον ακυρώσετε. Ως Αντιπολίτευση το κάνατε με τραμπουκισμούς. Ως Κυβέρνηση με καινούργιους νόμους, παραμερίζοντας προκλητικά τη συναίνεση με την οποία οικοδομήθηκαν οι πλειοψηφίες που στήριξαν αυτό το νόμο.
Θέλω να θυμίσω σε αυτή την αίθουσα ότι ο νόμος αυτός ψηφίστηκε, για πρώτη φορά στα χρονικά του Κοινοβουλίου, με μια ευρύτατη πλειοψηφία 255 βουλευτών. Ο νόμος αυτός κρίθηκε συνταγματικός, κ. Υπουργέ – σε αντίθεση με τους δικούς σας νόμους – και στηρίχτηκε στην εφαρμογή του από το 70% των καθηγητών. Και μάλιστα, η αποδοχή του δεν τονίστηκε μόνο από εμάς. Τονίστηκε από εσάς σε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο, το οποίο βρήκα και το οποίο χρονολογείται από το 2014, όταν αρθρογραφήσατε στην «Αυγή» με τίτλο «Μια σοβαρή ήττα της Αριστεράς στα πανεπιστήμια». Τί λέγατε, λοιπόν, τότε; Διαβάζω, έχει ενδιαφέρον. Ακούστε το: «Όταν, όμως, το περασμένο φθινόπωρο, οι υποψήφιοι για τα Συμβούλια Ιδρυμάτων ψηφίστηκαν κατά μέσο όρο από το 70% των συναδέλφων μας», από εκεί προήλθε το ποσοστό, «εμείς», η Αριστερά, δηλαδή, αυτή που ήταν απέναντι, «δεν θορυβηθήκαμε. Βρήκαμε, εκ των υστέρων, διάφορες δικαιολογίες για την τόσο μεγάλη συμμετοχή, παρά το ότι είχαμε επιχειρηματολογήσει πολύ πειστικά υπέρ της αποχής». Και συνεχίζετε: «Οι πανεπιστημιακοί, ως κοινωνική κατηγορία, φαίνεται να έχουν γίνει ένα εξαιρετικά συντηρητικό σώμα». Γιατί; Γιατί, προφανώς, συμμετείχαν στην εκλογή. Γι’ αυτό έγιναν συντηρητικοί «Ένα σώμα φοβισμένων», γιατί εκφράζουν την άποψή τους, «ένα σώμα λειτουργών που αρνείται πεισματικά να αποδεχτεί το λειτούργημά του και να αποτελέσει μια φωνή δημιουργικής κριτικής για όσα συμβαίνουν στο πανεπιστήμιο».
Αυτές ήταν οι απόψεις σας, κ. Υπουργέ, πριν από ακριβώς τρία χρόνια. Εξηγήστε μου γιατί θέλετε να επιβάλετε ντε και καλά τη βούληση του 30% στο 70% με την κατάργηση των Συμβουλίων και τις αλλαγές στις εκλογές αντιπρυτάνεων; Σας φαίνεται πολύ δημοκρατικό αυτό; Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η αυτοκριτική την οποία κάνατε για την ήττα σας στο νόμο, εκείνη την εποχή. Αλλά τώρα είσαστε στην Κυβέρνηση και γι΄ αυτό έχετε και άγχος να δώσετε παράταση στις θητείες των οργάνων διοίκησης των Α.Ε.Ι., μπας και προλάβετε να υλοποιήσετε πλήρως την αποδόμηση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ – θα έρθω στους ΑΝΕΛ στη συνέχεια,
Το Κράτος δεν σας ανήκει. Όπως δεν ανήκει σε κανέναν. Ανήκει στους πολίτες. Και το δικό τους συμφέρον πρέπει να υπηρετούμε. Τα πανεπιστήμια πρέπει να λειτουργούν αυτόνομα, όπως ζητά το Σύνταγμα και όπως επιβάλλει η διεθνής πρακτική. Και όσο κι αν προσπαθείτε να στήσετε παντού μηχανισμούς επιρροής, οι θεσμοί δεν είναι τόσο αδύναμοι όσο νομίζετε. Έχουν εδραιωθεί με κόπο και η φθορά τους δεν είναι εύκολη.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Η Νέα Δημοκρατία έχει και όραμα και σχέδιο για την Παιδεία. Είναι ένα όραμα που ορίζεται από τις αξίες που θέλουμε να διαπνέουν όλους τους διοικητικούς θεσμούς της χώρας: Ελευθερία. Αυτονομία. Αξιοκρατία. Αξιολόγηση. Διαφάνεια.
Και είναι ένα σχέδιο με το οποίο θα ξαναφτιάξουμε την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Με πυρήνα το ελεύθερο και αυτόνομο σχολείο, που θα είναι μια δημιουργική κυψέλη γνώσης και καινοτομίας. Εμείς θα προχωρήσουμε σε παρεμβάσεις, που θα απελευθερώσουν κάθε σχολείο από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό ενός υπερ-συγκεντρωτικού κεντρικού Κράτους και ενός Υπουργείου Παιδείας το οποίο επιμένει να ελέγχει τα πάντα στην εκπαίδευση.
Και στο εγχείρημα αυτό οι εκπαιδευτικοί πρέπει να έχουν κυρίαρχο ρόλο και θα αναδεικνύεται η σημασία, η αξία και η προσφορά τους. Για μας, οι άνθρωποι της εκπαίδευσης είναι πλούτος για τα σχολεία μας. Και πρέπει όλοι να έχουν όλη την ελευθερία να κάνουν καλά τη δουλειά τους. Εμείς θέλουμε να τους ενθαρρύνουμε να δημιουργούν, να καινοτομούν, να φέρνουν νέες ιδέες, να μην κινούνται μέσα σε ένα στενό καλούπι, ένα προκαθορισμένο πλαίσιο. Στα σχολεία παράγεται η γνώση, όχι στις διευθύνσεις της γραφειοκρατίας. Γι’ αυτό και τα στελέχη της εκπαίδευσης, ειδικά τα διοικητικά στελέχη, ειδικά οι διευθυντές των σχολείων πρέπει να έχουν την ανάλογη ποιότητα. Ώστε να μπορούν να εμπνεύσουν. Και η επιλογή τους πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές, μακριά από μικροπολιτική και πελατειακές λογικές.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, είχα την ευκαιρία να καταθέσω συγκεκριμένες προτάσεις για το πως πρέπει να γίνεται η επιλογή των διευθυντικών στελεχών της εκπαίδευσης. Ήλπιζα ότι κάποιες από αυτές θα μπορούσατε να τις είχατε αξιοποιήσει, αλλά είναι σαφές ότι δεν έχουμε τις ίδιες προτεραιότητες. Θα ήθελα να τις επαναλάβω σύντομα, για να ακούσει η κοινωνία ότι και στην Παιδεία υπάρχει ένας διαφορετικός δρόμος από αυτόν που ακολουθείτε για να πάμε επιτέλους μπροστά. Ένας δρόμος που περνά μέσα από την αξιοκρατία, τη διαφάνεια, αλλά και τη μεθοδικότητα.
Τα κριτήρια επιλογής των διευθυντών στελεχών της εκπαίδευσης πρέπει να υπακούν σε αυτές τις αξίες. Και σίγουρα, απόλυτη αξιοκρατία πρέπει να υπάρχει στα στελέχη που διευθύνουν την Παιδεία στο ανώτερο επίπεδο, δηλαδή, στους 13 περιφερειακούς διευθυντές εκπαίδευσης και στους διευθυντές εκπαίδευσης. Και δεν μπορεί πλέον να συζητάμε για εφαρμογή μιας τόσο σημαντικής δημόσιας πολιτικής με κομματικά τοποθετημένα στελέχη. Πρέπει να πάμε ένα βήμα παραπέρα: Η αποκομματικοποίηση της εκπαίδευσης και συνολικά της Δημόσιας Διοίκησης είναι βασική, είναι κεντρική προτεραιότητα.
Γι’ αυτό και η επιλογή περιφερειακών διευθυντών θα πρέπει να γίνεται από το ΑΣΕΠ με συγκεκριμένα επιστημονικά και ποιοτικά κριτήρια. Και ο ρόλος των διευθυντικών στελεχών δεν μπορεί να είναι ένας ρόλος στάσιμος. Ένας διευθυντής, μια διευθύντρια σχολικής μονάδας δεν πρέπει να περιορίζεται, σήμερα, στο σχολείο του 21ου αιώνα, μόνο στα τυπικά της καθήκοντα. Πρέπει να μπορεί να είναι σε θέση να αναλαμβάνει μια σειρά πρωτοβουλίες για την καλύτερη αξιοποίηση ανθρώπινων και υλικών πόρων. Να συμβάλλει στις διαδικασίες αξιολόγησης του εκπαιδευτικού προσωπικού και της αυτο-αξιολόγησης της σχολικής μονάδας. Δεν μπορώ να φανταστώ πως θα επιλέγουμε διευθυντές οι οποίοι δεν πιστεύουν στην έννοια της αξιολόγησης και της αυτο-αξιολόγησης. Θα πρέπει να διευρύνει τις επιμορφωτικές δράσεις. Να έχει τη δυνατότητα να αναπτύξει σχέσεις συνεργασίας με την τοπική κοινωνία. Να εμπλέκεται εν ολίγοις σε ένα φάσμα δραστηριοτήτων που επανακαθορίζουν συνολικά τη φυσιογνωμία της εργασίας του. Ξέρετε, γνωρίζω πολλούς διευθυντές οι οποίοι πληρούν αυτά τα κριτήρια κι έχουν τη δυνατότητα να ξεφύγουν από το στενό εναγκαλισμό του πλαισίου που τους έχετε βάλει. Παραπάνω τέτοιους ανθρώπους χρειαζόμαστε. Και η διαδικασία επιλογής τους θα πρέπει ακριβώς να κατατείνει στην επιλογή ανθρώπων με ακριβώς αυτά τα χαρακτηριστικά.
Αλλά για να γίνει αυτό, χρειάζεται σαφέστατη περιγραφή θέσης ευθύνης, προσδιορισμός των καθηκόντων και φυσικά μια αντικειμενική διαδικασία επιλογής που δεν θα δίνει τόσο βάρος όσο δίνετε εσείς στην «αρχαιότητα», αλλά στις ευρύτερες γνώσεις και φυσικά στις διοικητικές ικανότητες. Δεν υποτιμούμε, σε καμία περίπτωση, την εμπειρία στην εκπαίδευση. Ασφαλώς είναι σημαντικό προσόν. Δεν μπορεί να είναι το βασικό προσόν. Χρειαζόμαστε φρεσκάδα ιδεών και πιστοποιημένη διοικητική ικανότητα.
Γι’ αυτό και εμείς δεσμευόμαστε για τη θεσμοθέτηση μιας νέας διαδικασίας επιλογής που θα εξειδικεύει τη λογική την οποία σας περιέγραψα. Και όλα αυτά – επαναλαμβάνω – μέσω του ΑΣΕΠ για τις κορυφαίες θέσεις και με την επίβλεψη του ΑΣΕΠ για όλη την υπόλοιπη διαδικασία. Και αυτό θα είναι ένα πρώτο βήμα για να μπορέσουμε να δώσουμε τελικά στα σχολεία τη μεγαλύτερη ευελιξία και αυτονομία που χρειάζονται. Και μόνο έτσι, θα γίνει πραγματικότητα η αυτονομία της σχολικής μονάδας. Της μονάδας που θέλουμε να κάνουμε κύτταρο της εκπαιδευτικής μας αναγέννησης.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές,
Στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα, πρέπει να κοιτάξουμε τολμηρά μπροστά. Να αποφασίσουμε επιτέλους τι είδους σχολεία και τι εκπαίδευση θέλουμε για τα παιδιά μας. Να αποφασίσουμε τι πρέπει να τα διδάσκουμε και ποιες είναι οι δεξιότητες και ικανότητες που χρειάζονται σήμερα τα παιδιά μας για να επιβιώσουν και να διακριθούν σε ένα κόσμο που αλλάζει με πάρα πολύ μεγάλη ταχύτητα. Αλλά πρέπει να αποφασίσουμε και τι φυσιογνωμία εκπαιδευτικού χρειαζόμαστε για να διοικήσει αυτό το εκπαιδευτικό σύστημα το οποίο οραματιζόμαστε.
Και δεν θα προχωρήσουμε με μια Κυβέρνηση η οποία δίνει μάχες οπισθοφυλακής, που συντηρεί τον κρατισμό, που δεν μπορεί να απαλλαγεί από ιδεοληπτικές εμμονές, αλλά και από μια επικίνδυνη νοοτροπία ελέγχου του Κράτους. Θα προχωρήσουμε μόνο μέσα από μια μεγάλη πολιτική αλλαγή που θα ξαναφέρει στο προσκήνιο τις ιδέες της ελευθερίας, της αξιοκρατίας, της διαφάνειας, της ακομμάτιστης δημόσιας διοίκησης.
Χρειαζόμαστε ελεύθερα, αυτόνομα και δημιουργικά σχολεία. Που θα δίνουν πραγματικά εφόδια σε κάθε παιδί να φτάσει εκεί που θέλει και μπορεί.
Αυτό είναι το χρέος μας απέναντι στις επόμενες γενεές. Το ξέρουμε και θα το επιτελέσουμε.
Έρχομαι τώρα, κ. Υπουργέ, κλείνοντας, σύντομα, στο ζήτημα του τεμένους. Και θα ήθελα λίγο την προσοχή σας στο ζήτημα αυτό. Βέβαια, επιτρέψτε μου ένα πολιτικό σχολιασμό. Μόνο ως φάρσα μπορώ να εκλάβω τη στάση των ΑΝΕΛ, οι οποίοι καταψηφίζουν το σχετικό άρθρο, την ώρα που ο Υφυπουργός τους υπογράφει το νομοσχέδιο. Αλλά με τις αντιφάσεις της σημερινής Κυβέρνησης, όλα μπορούμε να τα δούμε.
Κοιτάξτε, υπάρχουν επιχειρήματα, κ. Υπουργέ, υπέρ και κατά της αλλαγής στον τρόπο διοίκησης του τεμένους. Και θα μπορούσα να δεχθώ τα επιχειρήματά σας και να συμφωνήσω με τη σχετική διάταξη, αλλά έχω μια επιφύλαξη σοβαρή – και θέλω να την εξετάσετε – στο ζήτημα της χρηματοδότησης. Η διάταξη, έτσι όπως είναι διατυπωμένη, επιτρέπει σε νομικά πρόσωπα από την αλλοδαπή να χρηματοδοτήσουν αυτό το Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και θα πρέπει να είμαστε απολύτως σίγουροι ότι διασφαλίζουμε την πηγή χρηματοδότησης και την προέλευση αυτών των πόρων. Δεν χρειάζεται να επεκταθώ περισσότερο, κ. Υπουργέ. Νομίζω ότι καταλαβαίνετε ακριβώς τι εννοώ.
Θα σας ζητούσα, λοιπόν, να αποσύρετε τη σχετική διάταξη περί χρηματοδότησης, να τη συζητήσουμε ξανά, να την επαναφέρετε ή, εν πάση περιπτώσει, να την επαναφέρετε με τέτοιο τρόπο, ώστε να υπάρχει απόλυτη εξασφάλιση ότι ο κρατικός έλεγχος, ο οποίος είναι απαραίτητος σε αυτήν τη δομή, θα επεκτείνεται και στον έλεγχο των πηγών χρηματοδότησης του τεμένους.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου