«Όλες οι νέες διατάξεις απαντούν σε ώριμα κοινωνικά αιτήματα», ανέφερε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, κατά την παρουσίαση του νομοσχεδίου.
«Ο νόμος έρχεται να αντιμετωπίσει με τρόπο αποτελεσματικό την καταθλιπτική καθημερινή εγκληματικότητα. Σήμερα κάποιος συλλαμβάνεται, το δικαστήριο του βάζει π.χ. 18 μήνες, όμως με τον τωρινό νόμο υποχρεωτικά του δίνει αναστολή και φεύγει ελεύθερος. Συλλαμβάνεται ξανά, δικάζεται και αφήνεται ελεύθερος, γιατί δεν έχει γίνει αμετάκλητη καμία καταδίκη. Σε αυτό μπαίνει ένα τέλος. Αν κάποιος συλληφθεί ξανά, τότε τον περιμένει απλώς η φυλακή», πρόσθεσε ο υπουργός.
Ο κ. Φλωρίδης σημείωσε επίσης : «Η ιστορία που κάποιος συλλαμβάνεται 102 φορές τελειώνει εδώ. Εχουν δικαιώματα ιερά όσοι κατηγορούνται, αλλά εξίσου δικαιώματα έχει και η ελληνική κοινωνία. Πρέπει πρωτίστως να προστατεύονται τα δικαιώματα των πολιτών». Σε γενικές γραμμές, με τον νέο νόμο αυστηροποιούνται πολλές διατάξεις, με στόχο να καταπολεμηθεί η παραβατικότητα.
Για αυτόν το στόχο, το υπουργείο Δικαιοσύνης θεσμοθετεί μία μεγάλη γκάμα αλλαγών, βασικότερη από τις οποίες είναι ότι εάν κάποιος καταδικαστεί σε ποινή 3 ετών και πάνω, θα εκτίει κατά κανόνα ένα μέρος της ποινής στη φυλακή. Για ποινές από 1 έτος και πάνω θα επιβάλλεται κοινωνική εργασία, για την οποία ο υπουργός ανέφερε πως θα επεκταθεί, αφού 1.500 κρατικοί φορείς θα απασχολούν τους καταδικασθέντες σε τέτοιες ποινές (παρέπεμψε, μάλιστα, σε επόμενη συνέντευξη Τύπου στις αρχές Δεκεμβρίου).
Η άλλη μεγάλη μεταρρύθμιση, που στόχο έχει να μην αποφυλακίζονται εν δυνάμει επικίνδυνοι κρατούμενοι, αφορά στη ρύθμιση της απόλυσης με όρους. Σήμερα, το αρμόδιο Συμβούλιο των Φυλακών, για να εξετάσει το αίτημα ενός κρατουμένου να αποφυλακιστεί, εξετάζει εάν πληρούνται οι τυπικές προϋποθέσεις, δηλαδή ο χρόνος που έχει παραμείνει στη φυλακή και το εάν ο φάκελός του είναι «λευκός» από πειθαρχικά παραπτώματα. «Δυστυχώς οι κώδικες του ΣΥΡΙΖΑ μετέτρεψαν το δικαίωμα να κάνεις απλά αίτηση και να κριθεί από Συμβούλιο στο να γίνεται δεκτή υποχρεωτικά. Προέβλεπε δηλαδή την υποχρεωτική απόλυση. Αυτό σήμερα αλλάζει».
Πλέον, όμως, θα εξετάζονται και ουσιαστικές προϋποθέσεις για την αποφυλάκιση του κρατουμένου «θα παρέχεται η δυνατότητα το Συμβούλιο να αξιολογήσει πολύ περισσότερα πράγματα, όπως η προσωπικότητα του κρατουμένου. Όταν εξετάζεται το αίτημα αποφυλάκισης, θα παρίσταται υποχρεωτικά ο κρατούμενος, ακόμα και μέσω “τηλεδιάσκεψης”, ώστε να έχει το Συμβούλιο εικόνα του ανθρώπου που ζητά να αφεθεί ελεύθερος».
Κομβικής σημασίας επίσης είναι το γεγονός πως ως μέγιστη ποινή επανέρχονται τα 20 χρόνια, από 15 που είχαν «κατέβει» με την προηγούμενη αλλαγή του Ποινικού Κώδικα.
Αυστηροποιούνται επίσης πολλές ακόμη ποινές, όπως ο εμπρησμός και η ανθρωποκτονία από αμέλεια (τροχαία – τιμωρείται σε βαθμό κακουργήματος όποιος παραβιάζει κόκκινο σηματοδότη και προκαλεί βαριά σωματική βλάβη ή θάνατο), αλλά και οι απόπειρες, που ως σήμερα τιμωρούνται περίπου στο μισό από ό,τι το τετελεσμένο έγκλημα. Πλέον όμως, σε κάποια βαριά αδικήματα, όπως ο βιασμός, το δικαστήριο θα μπορεί να επιβάλει ολόκληρη την ποινή. Αυτό σημαίνει πως θα μπορεί σε αυτά τα αδικήματα να επεκτείνεται και η προφυλάκιση, όπως στην περίπτωση του «δράκου» των Εξαρχείων.
Επίσης, όπως τόνισε ο υπουργός, σε όλα τα κακουργήματα πλέον η Εισαγγελία θα μπορεί να κινεί αυτεπάγγελτα την ποινική δίωξη χωρίς να χρειάζεται η υποβολή μήνυσης. Αυτό περιλαμβάνει και όλα τα οικονομικά αδικήματα και την απιστία τραπεζικών στελεχών, ρύθμιση για την οποία επέμεινε ο κ. Φλωρίδης από την πρώτη μέρα που ανέλαβε τα καθήκοντά του, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν αντιρρήσεις ακόμη και εντός της κυβέρνησης.
Ειδικό κεφάλαιο υπάρχει για την ενδοοικογενειακή βία, όπου, εκτός των αυστηρότερων ποινών, θεσπίζεται και ακαταδίωκτο, αλλά και υποχρέωση των επαγγελματιών (π.χ. κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, γιατροί, εκπαιδευτικοί) ν’ αναφέρουν αμέσως κάθε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας. Επίσης, λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα θύματα μέσω ατομικής αξιολόγησής τους και διαχείρισης του κινδύνου επανάληψης της βίας.
Σε ό,τι αφορά την επιτάχυνση στην απονομή της Δικαιοσύνης, υπάρχει επίσης πληθώρα δομικών μέτρων, όπως ο περιορισμός των αναβολών σε μία, κατά κανόνα, εκτός από περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Προβλέπεται ενίσχυση του θεσμού της ποινικής διαπραγμάτευσης (να συμφωνείται δηλαδή ποινή μεταξύ του εισαγγελέα και του κατηγορουμένου για να μη φτάνει η υπόθεση σε δικαστήριο), η οποία θα μπορεί να κινηθεί και από τον εισαγγελέα.
Αλλάζουν πολλά και σε ό,τι αφορά την ποινική δικονομία, με πολλές δίκες να «μεταφέρονται» σε μονομελή δικαστήρια από τριμελή που ήταν μέχρι σήμερα. Αντίστοιχα, στο Εφετείο, ο κανόνας θα είναι οι υποθέσεις να δικάζονται από τριμελείς και όχι πενταμελείς συνθέσεις, εκτός από τα βαριά κακουργήματα.
Βασικότερη, ίσως, μεταρρύθμιση που στόχο έχει να επιταχύνει την απονομή της ποινικής Δικαιοσύνης είναι η κατάργηση των βουλευμάτων σε πληθώρα σημαντικών κακουργημάτων. Σήμερα, μετά το τέλος της ανάκρισης, η υπόθεση οδηγείται σε Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο με βούλευμά του κρίνει εάν θα παραπεμφθεί στο ακροατήριο ή αν θα μπει στο αρχείο. Με τον νέο νόμο, το στάδιο αυτό (το οποίο στα κακουργήματα διαρκεί αρκετούς μήνες) θα καταργηθεί και οι υποθέσεις θα εισάγονται κατευθείαν στο ακροατήριο (ή στο αρχείο) με απόφαση ανακριτή και εισαγγελέα, κάτι το οποίο αναμένεται να «γλιτώσει» αρκετούς μήνες από την προδικασία.
Όλες οι διατάξεις που αφορούν στην επιτάχυνση λαμβάνονται με γνώμονα τη βούληση κατηγορουμένων, θυμάτων και της κοινωνίας, αφού όλοι συμφωνούν ότι οι δίκες πρέπει να διεξάγονται το ταχύτερο δυνατό.
Επίσης, προβλέπεται η επιβολή χρηματικών προστίμων από 1.000 έως 1.500 ευρώ -υπό τη μορφή δικαστικών εξόδων- στους λεγόμενους «καθ’ έξιν μηνυτές» κατ’ επάγγελμα ή από δόλο που υποβάλλουν ανακριβείς ή αβάσιμες μηνύσεις οι οποίες τίθενται στο αρχείο.
Τέλος, προβλέπεται εξέταση στις δίκες με τεχνολογικά μέσα για μάρτυρες, κατηγορουμένους, πραγματογνώμονες, τεχνικούς συμβούλους κ.λπ., προκειμένου να μην καθυστερούν οι δίκες.
Αναλυτικότερα, το νομοσχέδιο, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης προβλέπει:
-Από κανόνας, γίνεται εξαίρεση η αναστολή της ποινής για πλημμελήματα. Θα μπορεί να χορηγηθεί σε ποινές φυλάκισης έως ένα έτος, όταν οι αμετάκλητες προηγούμενες καταδίκες δεν υπερβαίνουν το ένα έτος.
-Έκτιση ποινών με εναλλακτικούς τρόπους κοινωφελούς εργασίας ή μετατροπή της ποινής σε χρήμα (η οποία επανέρχεται) για ποινές φυλάκισης έως 2 έτη.
-Πραγματική έκτιση μέρους της ποινής έως 6 μήνες για ποινές φυλάκισης από 2 έως 3 έτη.
-Πραγματική έκτιση σε σωφρονιστικό κατάστημα για ποινές άνω των 3 ετών.
-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης για κακουργήματα από τα 15 στα 20 έτη.
-Αύξηση του ανωτάτου ορίου κάθειρξης επί συρροής κακουργημάτων στα 25 έτη (από 20) και επί συρροής πλημμελημάτων στα 10 έτη (από 8).
-Αυστηροποίηση των προϋποθέσεων υφ’ όρον απόλυσης. Πλέον θα εναπόκειται στην ουσιαστική κρίση του δικαστικού συμβουλίου ανάλογα με την επικινδυνότητα του εγκλήματος και τα ατομικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του δράστη, ανεξαρτήτως τυπικών προϋποθέσεων συμπλήρωσης χρόνου κράτησης.
-Άμεση εκδίκαση, χωρίς τήρηση της χρονοβόρας ενδιάμεσης διαδικασίας των συμβουλίων, των κοινώς επικίνδυνων κακουργημάτων (εμπρησμός δάσους, διατάραξη ασφάλειας συγκοινωνιών) και κακουργημάτων ειδικών ποινικών νόμων.
-Αυστηροποίηση της ποινής και απαγόρευση κάθε μορφής αναστολής ή μετατροπής της ποινής για το αδίκημα του εμπρησμού δάσους.
-Πρόβλεψη επιβολής παρεπόμενης ποινής δήμευσης περιουσίας του καταδικασθέντος εμπρηστή, ανάλογης με το μέγεθος και την αξία της βλάβης.
-Ποινικοποίηση με αυστηρές κυρώσεις των προπαρασκευαστικών πράξεων εμπρησμού δηλ. της κατοχής εμπρηστικών υλών ή αντικειμένων με σκοπό την προετοιμασία διάπραξης εμπρησμού δάσους (ποινή μη αναστελλόμενη μη μετατρεπόμενη).
-Πρόβλεψη αξιοποίνου, με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος, για το αδίκημα της μη συμμόρφωσης των υπόχρεων με διατάξεις λήψης μέτρων πυροπροστασίας όταν η παράλειψη αυτή συμβάλλει ουσιωδώς στην εξάπλωση της πυρκαγιάς.
-Αύξηση του ελάχιστου ορίου ποινής για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας στα δύο έτη.
-Κατάργηση Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων και ενίσχυση της αρμοδιότητας Μονομελούς Πλημμελειοδικείου και Μονομελούς Εφετείου με σκοπό την αποδέσμευση δικαστών και την παράλληλη αξιοποίηση τους σε άλλες δίκες. Οι εφέσεις κατά αποφάσεων Τριμελούς Εφετείου θα εκδικάζονται επίσης από Τριμελές Εφετείο, που όμως θα συγκροτείται από αρχαιότερους στην ιεραρχία δικαστές.
-Ποινική διαπραγμάτευση με πρωτοβουλία του Εισαγγελέα, όταν το κρίνει σκόπιμο από τα στοιχεία της δικογραφίας.
-Υψηλά χρηματικά πρόστιμα για τους δικομανείς και όσους με δόλιες και προφανώς αβάσιμες μηνύσεις απασχολούν ασκόπως τον μηχανισμό απονομής της δικαιοσύνης.
-Περιορισμός των αναβολών από κάθε αιτία στη μία και πρόβλεψη παραβόλου υπέρ δημοσίου (ύψους από 80 έως 200 ευρώ ανάλογα με την αρμοδιότητα του δικαστηρίου), για την ενίσχυση των υποδομών της δικαιοσύνης, όταν το αίτημα αναβολής αφορά παράλληλη επαγγελματική υποχρέωση συνηγόρου σε άλλη δίκη.
- Πρόβλεψη εξέτασης με τεχνολογικά μέσα. Οποιαδήποτε κατάθεση, όπως μάρτυρα, πραγματογνώμονα, τεχνικού συμβούλου, διερμηνέα ή διαδίκου, ανωμοτί εξηγήσεις ή απολογία κατηγορουμένου, μπορεί να διεξαχθεί με τη χρήση τεχνολογικών μέσων, χωρίς τη φυσική παρουσία του προσώπου, όταν υπάρχει σοβαρό κώλυμα εμφάνισης ή κίνδυνος από την αναβολή ή για την ασφαλή διεξαγωγή της διαδικασίας.
-Αυστηροποίηση ποινών που αφορούν διάπραξη ενδοοικογενειακής βίας εις βάρος αλλά και ενώπιον ανηλίκου.
-Παροχή κινήτρων αλλά και υποχρέωση των επαγγελματιών (λ.χ κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι, ιατροί, εκπαιδευτικοί) ν’ αναφέρουν αμελλητί κάθε περίπτωση ενδοοικογενειακής βίας ενώ λαμβάνεται ειδική μέριμνα για τα θύματα μέσω ατομικής αξιολόγησης τους και διαχείρισης του κινδύνου επανάληψης της βίας και δευτερογενούς θυματοποίησης.
Το δεύτερο κεφάλαιο του νομοσχεδίου αναφέρεται στην προστασία του θεσμού της οικογένειας, της ανηλικότητας και των θυμάτων, κυρίως γυναικών, που πλήττονται με αυξανόμενη ένταση από συμπεριφορές ενδοοικογενειακής βίας, προβλέπει το επίμαχο νομοσχέδιο, με:
-Τη δημιουργία κατάλληλου υποστηρικτικού περιβάλλοντος για τα θύματα με την ενίσχυση των δημοσίων και ιδιωτικών δομών που τους παρέχουν οικονομική και ψυχολογική στήριξη.
-Τη συμπερίληψη στο προστατευτικό πλαίσιο της ενδοοικογενειακής βίας, κάθε μορφής βίας ή απειλής σε βάρος προσώπου που δέχεται τις υπηρεσίες φορέα παροχής κοινωνικής μέριμνας στον οποίο ο δράστης εργάζεται.
-Τη θέσπιση ειδικής υποχρέωσης καταγγελίας για τους επαγγελματίες που αντιλαμβάνονται κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας. Οι επαγγελματίες που θα αναφέρουν τέτοια περιστατικά (δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, νοσηλευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, ψυχολόγοι κ.λπ.), θα προστατεύονται απόλυτα από τις σε βάρος τους κακόβουλες μηνύσεις, αναφορές και πειθαρχικές διώξεις.
-Τον εμπλουτισμό των υφιστάμενων δικονομικών μέσων καταναγκασμού που χρησιμοποιούν οι δικαστικές και εισαγγελικές αρχές για την προστασία του θύματος και την πρόληψη υποτροπής του δράστη.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου