Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

ΥΠΟΒΡΥΧΙΑ: Όλη η πραγματική ιστορία που κυριαρχεί στην κόντρα Μεϊμαράκη-Καμμένου



Το θέμα των υποβρυχίων φαίνεται ότι θα μας απασχολήσει πάρα πολύ και έντονα μέχρι τις κάλπες της Κυριακής 20 Σεπτεμβρίου.

Μεϊμαράκης-Καμμένος σε μετωπική σύγκρουση για το θέμα, που ταλαιπωρεί τη χώρα χρόνια τώρα.
Τι πραγματικά έχει συμβεί μ΄ αυτή την υπόθεση; Γιατί είναι τόσο περίπλοκη; Είναι τόσο περίπλοκη;
Το Onalert.gr είχε δημοσιεύσει ίσως την πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση γι΄ αυτό το θέμα. Γραμμένη από άνθρωπο που έχει υπηρετήσει στο ΥΠΕΘΑ και γνωρίζει πολύ καλά τη λειτουργία του και οτι συμβαίνει στους εξοπισμούς. Γι΄ αυτό και πρέπει να διαβαστεί με προσοχή . Λέει πολλά ,ενδιαφέροντα και αποκαλυπτικά.Και είναι ξανά άκρως επίκαιρη!

Του Δημοσθ. Π. Μπακόπουλου

Δικηγόρου - π. Νομικού Συμβούλου ΥΠΕΘΑ

α. Το μήλον της έριδος

Η εταιρεία Howaldtswerke-Deutsche Werft (HDW) ιδρύθηκε την 1 Οκτωβρίου 1838 στο Κίελο της Γερμανίας. Σήμερα αποτελεί τμήμα του ομίλου ThyssenKrupp Marine Systems (TKMS).
Η γερμανική τεχνογνωσία στην κατασκευή υποβρυχίων ανεδείχθη κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οπότε 19 ναυπηγεία σε 11 διαφορετικές πόλεις προμήθευσαν τον φασιστικό Άξονα με περισσότερα από 1000 U - boats.
Σημειώνεται ότι στο ναυπηγείο της HDW στο Κίελο ξεκίνησε η μετατροπή της καναδικής φρεγάτας Stormont σε μια ιδιωτική, πολυτελέστατη θαλαμηγό, που αργότερα θα γινόταν γνωστή ως Christina O.

H γερμανική φιλοσοφία στην κατασκευή πολεμικών υποβρυχίων είναι ουσιωδώς διαφορετική από εκείνη των ναυτικών υπερδυνάμεων. Κεντρική επιλογή των γερμανικών ναυπηγείων υπήρξε η ανάπτυξη ενός τύπου υποβρυχίου μικρών διαστάσεων και χαμηλού κόστους, το οποίο θα μπορούσε να πωληθεί με ευκολία σε χώρες που δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να εντάξουν στο δυναμικό του πολεμικού τους ναυτικού επιθετικά υποβρύχια με τεχνολογία αιχμής, όπως τα ρώσικα κλάσης Οscar II, τα αμερικανικά κλάσης Virginia και τα βρετανικά κλάσης Astute.
Ο προσανατολισμός αυτός απεδείχθη εμπορικά επικερδής, δεδομένου ότι με την συνταγή του απλού και εύκολου πλωτού μέσου η Γερμανία έφτασε να κατέχει μέχρι και το 40% των εξαγωγών πολεμικών πλοίων.

Η διαδικασία πώλησης είναι σχετικά απλή : οι Γερμανοί πωλούν τα ανταλλακτικά και την τεχνογνωσία συναρμολόγησης και τα υπόλοιπα διεκπεραιώνονται από το κράτος - αγοραστή.
Είναι πλέον σαφές ότι τα υποβρύχια τύπου 209 και 214 της ΗDW μπορούν να αναδείξουν τα πλεονεκτήματά τους, εφόσον το Πολεμικό Ναυτικό που τα χρησιμοποιεί

(α) εστιάζει σε αποστολές δολιοφθοράς νηοπομπών (όπως συνέβαινε με τα U-boats στην μάχη του Ατλαντικού)

(β) διαθέτει γραμμές παραγωγής για την ταχεία επισκευή και αντικατάσταση όσων τεθούν εκτός υπηρεσίας

(γ) εξασφαλίζει την υπεροχή στον αριθμό των κατεχόμενων υποβρυχίων.
Στην περίπτωση του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού

(α) αποστολές δολιοφθοράς νηοπομπών είναι δύσκολο να προκύψουν στο Αιγαίο, ενώ για την «παγίδευση» περασμάτων έχουν πλέον αναπτυχθεί αποτελεσματικά και μικρότερου κόστους χερσαία οπλικά συστήματα

(β) ο λόγος ελληνικών - τούρκικων υποβρυχίων δύσκολα θα είναι πολύ καλύτερος από το 1 : 2 μέχρι το 2020

(γ) δεν υπάρχει εγχώρια κατασκευαστική βάση για την ταχεία επισκευή και αντικατάσταση όσων υποβρυχίων τύπου 209 και 214 τεθούν εκτός υπηρεσίας σε καιρό πολέμου.

Επομένως, δύσκολα μπορεί κανείς να διαφωνήσει με το συμπέρασμα σχετικής μελέτης του RAND (2005) ότι η επιλογή μιας τέτοιας συνταγής γίνεται συνήθως από πολεμικά ναυτικά που δεν χαρακτηρίζονται ως «πρώτης κατηγορίας».

Η επιλογή του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, δηλαδή μιας σημαντικής ναυτικής δύναμης, να ακολουθήσει μιας «δεύτερης κατηγορίας» πεπατημένη και να επιλέξει έναν τύπο υποβρυχίου που ούτε θα εδραιώσει το στρατηγικό πλεονέκτημα στο Αιγαίο, ούτε θα καλύψει το αριθμητικό μειονέκτημα με τεχνολογία αιχμής αφήνει πολλά ερωτηματικά αναπάντητα.
-Γιατί ένα πλωτό μέσο με απλή έως μεσαία τεχνολογία, όπως τα διάδοχα των U-boats υποβρύχια τύπου 209 και 214, δεν μπορεί να αναπτυχθεί τουλάχιστον εν μέρει από ελληνικά ναυπηγεία;

-Ποιό στρατηγικό προσανατολισμό εξυπηρετεί ένας τύπος υποβρυχίου ικανός να ανταποκριθεί σε μεσαίας δυσκολίας αποστολές καταστροφής εχθρικών πλοίων, αλλά αδύναμος να θεμελιώσει στρατηγικό πλεονέκτημα;

-Γιατί η Ελλάδα αρνείται πεισματικά να περάσει σε τύπο υποβρυχίων με μεγαλύτερη δύναμη πυρός και ικανότητα ανάληψης άνω του ενός τύπου αποστολών;

Η παροχή τεκμηριωμένων απαντήσεων αποτελεί το πρώτο βήμα για την επανεκτίμηση της αναγκαιότητας - σκοπιμότητας των πολλών δισ. ΕΥΡΩ, που μέχρι σήμερα έχει δαπανήσει ο ελληνικός λαός για να έχει στην διάθεσή του μόνο τον «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗ», ο οποίος τους τελευταίους μήνες απολαμβάνει τα ήσυχα νερά του Ναυστάθμου Σαλαμίνας, αναπαυόμενος από την επιχειρησιακή υπερένταση των ... επισκέψεων σχολείων (!)

Ας σημειωθεί ότι μια άλλη επιχειρησιακά ανεξήγητη εμμονή του Πολεμικού Ναυτικού, η προμήθεια οπλικών συστημάτων ΟΤΟ ΜΕLARA, πρόσφατα απέκτησε μια έντονα μη επιχειρησιακή διάσταση, λόγω της εμπλοκής του κ. Ανδρ. Ρωσσώνη στις έρευνες για την λίστα Λαγκάρντ.

Οι περιπτώσεις των υποβρυχίων της HDW και των οπλικών συστημάτων OTO MELARA αναδεικνύουν με τα μελανότερα χρώματα τις συνέπειες της έλλειψης ουσιαστικού δημοκρατικού ελέγχου στις προμήθειες στρατιωτικού εξοπλισμού. Οι περίφημες «ιδιαιτερότητες» του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας αποτέλεσαν άλλοθι, όχι μόνο για πολιτικούς, αλλά και για στρατιωτικούς, κάθε φορά που οι εισηγήσεις για την κατασπατάληση δισεκατομμυρίων ΕΥΡΩ αδυνατούσαν να εδραστούν σε τεχνοκρατικά επιχειρήματα. Οι συνθήκες είναι ώριμες και τα παθήματα του παρελθόντος τόσα, ώστε πλέον να αναληφθούν νομοθετικές πρωτοβουλίες για την κατάργηση του μονοπωλίου των εν ενεργεία και εν αποστρατεία στρατιωτικών στην διατύπωση και διαμόρφωση γνώμης σε θέματα προμηθειών μέσων και συστημάτων για τις Ένοπλες Δυνάμεις, χωρίς το συμπέρασμα αυτό να υποβαθμίζει την κρίσιμη και ουσιαστική συνδρομή τους. Η Ελλάδα διαθέτει πλέον επιστημονικό δυναμικό με ποιότητα και ποσότητα, που μπορεί να εγγυηθεί την διαμόρφωση ενός συστήματος προμηθειών αμυντικού υλικού με δικλείδες διαφάνειας, έμφαση στην εγχώρια παραγωγή και καινοτομία και αποδοτική αξιοποίηση των περιορισμένων για τα επόμενα χρόνια χρηματικών πόρων. Μοναδική λύση αποτελεί η διατύπωση δημόσιας πρότασης για την αντιμετώπιση των στρεβλώσεων αδιαφάνειας, που δημιουργήθηκαν από την εμμονή των λίγων να θεωρούν ότι οι προμήθειες στρατιωτικού εξοπλισμού είναι αυστηρά «στρατιωτική υπόθεση».

β. Οι συμβάσεις ναυπήγησης υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού

αα. Υποβρύχια τύπου 209

Τα υποβρύχια τύπου 209 σχεδιάστηκαν από την Ingenieurkonto Lubeck Gmbh (IKL) σε συνεργασία με τα Ναυπηγεία HDW. Το 1971-72 τέσσερα υποβρύχια Τύπου 209/1100 Κλάσεως ΓΛΑΥΚΟΣ παραδόθηκαν από την HDW στο Ελληνικό ΠΝ (τον πρώτο χρήστη της Κλάσεως 209), ακολουθούμενα από μια δεύτερη παράδοση τεσσάρων υποβρυχίων Τύπου 209 Κλάσεως ΠΟΣΕΙΔΩΝ το 1979. Πρόκειται για υποβρύχια με μικρό εκτόπισμα (περίπου 1.230 τόνοι), compact διαστάσεις (μήκος μόλις 54,1 μ.), μέτρια αυτονομία (50 ημέρες) και οκτώ (8) τορπιλοσωλήνες 533 χιλ.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 ξεκίνησε η διαδικασία «εκσυγχρονισμού» των τεσσάρων (4) υποβρυχίων τύπου ΓΛΑΥΚΟΣ. Σύμφωνα με την πάγια εμπορική πολιτική των Γερμανών, οι εργασίες στο Υ/Β ΤΡΙΤΩΝ εκτελέσθηκαν στο Κίελο, στα ναυπηγεία της HDW, και στα υπόλοιπα τρία υποβρύχια στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας. Το πρόγραμμα «εκσυγχρονισμού» ολοκληρώθηκε μετά από σχεδόν μια δεκαετία και κόστισε πάνω από 200 εκατ. ΕΥΡΩ.

Τελικά, στις 9 Ιουνίου 2011, μια δεκαετία μετά τον εκσυγχρονισμό του, το υποβρύχιο ΓΛΑΥΚΟΣ, το πρώτο παγκοσμίως συμβατικό υποβρύχιο τύπου 209, υπέστειλε και επισήμως την σημαία του.

Η ιστορία των υποβρυχίων τύπου 209 του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού εμφανίζει ουσιώδεις ομοιότητες με εκείνη των διαδόχων τους τύπου 214. Η Ελλάδα διατηρεί το μάλλον εκ του αποτελέσματος θλιβερό προνόμιο να παραγγέλνει πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο τα υποβρύχια της HDW. Επιπρόσθετα, χαρακτηρίζεται από μια ροπή προς «εκσυγχρονισμούς» πλωτών μέσων με φτωχά αποτελέσματα, δεδομένου ότι κανένα παγκοσμίως παραδεκτό κριτήριο αξιολόγησης αποτελεσμάτων δεν μπορεί να εξηγήσει για ποιό λόγο ένα υποβρύχιο παροπλίζεται δέκα (10) μόλις χρόνια μετά τον «εκσυγχρονισμό» του. Σημειώνεται ότι παρόμοιες παθογένειες παρατηρήθηκαν και σε άλλα προγράμματα «εκσυγχρονισμού» του Πολεμικού Ναυτικού, τα οποία πάντως δεν αποτελούν αντικείμενο του παρόντος.

Σε μια ευνομούμενη Πολιτεία, η οποία δεν θα εστίαζε μόνο στην (όχι ανάξια προσοχής) αξία αγοράς των κουρτινόξυλων της συζύγου του κ. Άκη Τσοχατζόπουλου για λόγους εντυπώσεων, αλλά στην χρηστή διοίκηση του δημοσίου χρήματος, οι διαδικασίες, τα κριτήρια (πχ κατά πόσο αξιολογήθηκε το life cycle cost), τα συλλογικά όργανα και τα αποτελέσματα του προγράμματος προμήθειας και εκσυγχρονισμού των υποβρυχίων τύπου 209 θα είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο ενδελεχούς εξέτασης, μελέτης και αξιολόγησης.

Δυστυχώς, η μη διεξαγωγή μιας τέτοιας ενδελεχούς έρευνας, με σκοπό όχι απαραίτητα την απόδοση ποινικών ευθυνών, αλλά πρωτίστως την αποτίμηση της αποτελεσματικότητας των εσωτερικών διεργασιών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, είχε ως αποτέλεσμα οι παθογένειες του παρελθόντος να κληρονομηθούν και στο πρόγραμμα - μαμούθ των υποβρυχίων τύπου 214.
ββ. Υποβρύχια τύπου 214

Με την σύμβαση υπ΄αριθμ. 012Β/00 μεταξύ της Γενικής Διεύθυνσης Εξοπλισμών και της ΕΝΑΕ συμφωνήθηκε η προμήθεια τεσσάρων (3+1) υποβρυχίων τύπου 214, εκ των οποίων το πρώτο (1ο) (ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ) προβλέφθηκε να ναυπηγηθεί στην Γερμανία (Κίελο) και τα υπόλοιπα 3 (ΠΙΠΙΝΟΣ - ΜΑΤΡΩΖΟΣ - ΚΑΤΣΩΝΗΣ) στο Σκαραμαγκά.

Το συμβατικό τίμημα ανήλθε στα 1,712 δισ. ΕΥΡΩ (2.145 δισ ΕΥΡΩ περιλαμβανομένων των αναπροσαρμογών), για την καταβολή του οποίου προβλέπονταν ορόσημα συμβατικά γεγονότα (milestones).
Oι προβλεπόμενοι χρόνοι παράδοσης είχαν ως εξής :

Υποβρύχιο 1 : Σεπτέμβριος 2005
Υποβρύχιο 2 : Ιούνιος 2008
Υποβρύχιο 3 : Ιούνιος 2009
Υποβρύχιο 4 : Ιούνιος 2010

Η σύμβαση προέβλεπε την δυνατότητα τροποποιήσεων, την συγκρότηση ομάδας ελέγχου ποιότητας εκ μέρους του Ελληνικού Δημοσίου, την δυνατότητα τεχνικών αλλαγών σχεδίασης (TCPs) και την επιτυχή διεξαγωγή κατά σειρά εργοστασιακών δοκιμών (FAT), δοκιμών αποδοχής εν όρμω (HAT) και δοκιμών αποδοχής εν πλώ (SAT).

Mε την σύμβαση 021Β/02 συμφωνήθηκε ανάμεσα στην Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και τα ΕΝΑΕ η αναβάθμιση τριών υποβρυχίων τύπου 209 με δικαίωμα προαίρεσης για ακόμη ένα, συνολικής αξίας 826.173.947 ΕΥΡΩ. Το πρόγραμμα περιελάμβανε δύο (2) ομάδες εργασιών: η πρώτη αφορούσε στη γενική ναυτική επιθεώρηση των σκαφών και στην αποκατάσταση των ευρημάτων, την ολική αντικατάσταση της υπερκατασκευής και των καταστρωμάτων, τη γενική επισκευή των τεσσάρων κύριων μηχανών, τη γενική επιθεώρηση και επισκευή του κινητήρα πρόωσης, καθώς και το σύνολο των λοιπών εργασιών προγραμματισμένης συντήρησης και μακράς ακινησίας επί του υλικού. Η δεύτερη ομάδα αφορούσε στον εκσυγχρονισμό και περιελάμβανε : τοποθέτηση ενός σύγχρονης τεχνολογίας ολοκληρωμένου συστήματος διαχείρισης μάχης με δυνατότητα βολής κατευθυνόμενων βλημάτων Sub Harpoon, αντικατάσταση του Συστήματος Διεύθυνσης Βολής Τορπιλών, εγκατάσταση Συστήματος Βολής Βλήματος (WES), εγκατάσταση συστήματος αναερόβιας πρόωσης (AIP: Air Independent Propulsion), αντικατάσταση των ραντάρ επιφανείας, ηλεκτρονικών μέσων υποστήριξης (ESM: Electronic Support Measures), εγκατάσταση κεραίας έγκαιρης προειδοποίησης ESM, εγκατάσταση ιστού SATCOM (δορυφορικών επικοινωνιών), εκσυγχρονισμό του επικοινωνιακού συστήματος και αντικατάσταση του ιστού επικοινωνιών, εγκατάσταση δύο αδρανειακών συστημάτων ναυτιλίας και ηλεκτρονικού δρομομέτρου, εγκατάσταση δύο αδρανειακών συστημάτων ναυτιλίας και ηλεκτρονικού δρομομέτρου, εγκατάσταση συστήματος εκτόξευσης παραπλανητικών δολωμάτων (decoys), εγκατάσταση τακτικής ζεύξης δεδομένων (Link-11), αντικατάσταση stand πηδαλίων, αντικατάσταση ηλεκτροπαραγωγών ζευγών εναλλασσόμενου ρεύματος, αντικατάσταση έλικας, αντικατάσταση συστήματος αντίστροφης όσμωσης (reverse osmosis), μετασκευή θυρίδων καθόδου για την υποδοχή βαθυσκάφους διάσωσης, λήψη μέτρων μείωσης θορύβου. Μετά την αναβάθμιση η διάρκεια πλεύσης σε κατάδυση με 4 κόμβους χωρίς αναπνευστήρα υπολογίστηκε πως θα επεκταθεί από 95 σε 362,5 ώρες, ενώ η επικάλυψη της έλικας θα εξασφάλιζε χαμηλότερο ίχνος θορύβου.
Οι συμφωνημένοι χρόνοι παράδοσης είχαν ως εξής :

-Υποβρύχιο ΩΚΕΑΝΟΣ : 30 Νοεμβρίου 2007
-Υποβρύχιο ΠΟΝΤΟΣ : 31 Αυγούστου 2010
-Υποβρύχιο ΑΜΦΙΤΡΙΤΗ : 30 Νοεμβρίου 2012

Άλλες 12 εταιρίες θα εμπλέκονταν στην συμπαραγωγή (ΜΕΤΚΑ, Siemens Hellas, Intracom, Γερμανός, Πυρκάλ, ΕΜΕΚ, ΕΛΦΟΝ, motomarine, Χουρδάκης κλπ), ενώ συμφωνήθηκε η παροχή αντισταθμιστικών ωφελημάτων αξίας άνω των 250 εκατ. ΕΥΡΩ.

Στις 27 Φεβρουαρίου 2001 άρχισε η κατασκευή του πρώτου από τα 3 (συν 1 option) υποβρύχια Type 214 από την HDW στο Κίελο της Γερμανίας. Στις 31 Μαίου 2002 η Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών ανακοίνωσε την ενεργοποίηση της προαίρεσης και για το τέταρτο υποβρύχιο, υπογράφοντας συμβόλαιο αξίας 409.000.000 ευρώ.

Στις 30 Σεπτεμβρίου 2006, το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας αρνήθηκε την παραλαβή του πρώτου υποβρυχίου Type 214 "ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ", καθώς παρατηρήθηκαν τα εξής προβλήματα :

-Πρόβλημα ευστάθειας στην επιφάνεια με ύψος κύματος 3 μέτρα και μήκος 56 μέτρα (συνθήκες που συναντώνται συνήθως στον Ατλαντικό ωκεανό), όπου το υποβρύχιο λαμβάνει κλίση 45-60% ως προς το κάθετο επίπεδο. Παράλληλα, παρατηρήθηκε γενικό πρόβλημα αυξημένης διατοίχισης

-Προβλήματα στη λειτουργία του εξελιγμένου συστήματος μάχης ISUS

-Υποδεέστερες των αναμενόμενων επιδόσεις του σόναρ πλευρικής διάταξης (FAS: Flank Array Sonar)

-Θόρυβος στις χαμηλές συχνότητες που πιθανά να οφείλεται στον άξονα ή την προπέλα του υποβρυχίου

-Προβληματική λειτουργία ορισμένων ειδικών φίλτρων του αναερόβιου συστήματος πρόωσης, με αρνητικές επιπτώσεις στην παρατηρησιμότητα του υποβρυχίου και στην διάρκεια ζωής των κυλίνδρων μεταλλικού υδριδίου

Δύο χρόνια αργότερα το υποβρύχιο υποβλήθηκε και σε νέες θαλάσσιες δοκιμές. Οι δοκιμές έγιναν υπό την επίβλεψη του γερμανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Στρατιωτικής Τεχνολογίας και Προμηθειών (BWB) και με παρατηρητές αξιωματικούς του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, στα ανοικτά της Νορβηγίας. Ωστόσο, ούτε οι συγκεκριμένες δοκιμές έπεισαν το ελληνικό Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ότι τα προβλήματα έχουν ξεπεραστεί επιτυχώς.

Αναφορικά με το υποβρύχιο ΩΚΕΑΝΟΣ, οι εργασίες ξεκίνησαν το Νοεμβρίου του 2004, όταν το σκάφος κόπηκε σε δύο σημεία για να προστεθεί μελλοντικά το τμήμα ΑΙΡ και να αφαιρεθούν οι 4 πετρελαιοκινητήρες με τις ηλεκτρογεννήτριες, ο ηλεκτροκινητήρας πρόωσης, οι αντλίες κυτών και άλλα συστήματα. Κατά την διάρκεια των εργασιών αυτών προέκυψε η ανάγκη αντικατάστασης του κελύφους των πετρελαιοκινητήρων MTU 12V493 TY60 εξαιτίας ρωγμών, μαζί με άλλες, πρόσθετες εργασίες.

Στις 31 Μαΐου 2006 υποβλήθηκε αναθεώρηση της σύμβασης αναβάθμισης για τελική έγκριση και υπογραφή, όμως το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας καθυστέρησε να ανταποκριθεί.

Τελικά, τον Σεπτέμβριο 2009 η γερμανική ιδιοκτησία των ΕΝΑΕ κατήγγειλε και τις δυο (2) συμβάσεις.

Μέχρι το χρονικό σημείο της καταγγελίας, το Ελληνικό Δημόσιο έχει καταβάλει τα εξής ποσά :

Από την έναρξη της ισχύος των συμβάσεων και ως τον Μάρτιο του 2004, δηλαδή με Υπουργούς Εθνικής Άμυνας τους κκ. Άκη Τσοχατζόπουλο και Γιάννο Παπαντωνίου καταβλήθηκαν τα εξής ποσά:

-989.830.460€ για την σύμβαση 012Β/00
-330.767.681€ για την σύμβαση 021Β/02 και επομένως συνολικά 1.320.598.141€.

Από Μάρτιο του 2004 και έως την 21/9/2009 (ημερομηνία καταγγελίας των συμβάσεων), δηλαδή με Υπουργούς Εθνικής Άμυνας τους κ. Σπ. Σπηλιωτόπουλο και Β. Μεϊμαράκη, κατεβλήθησαν τα εξής ποσά :

405.427.062€ για την σύμβαση 012Β/00
307.014.476€ για την σύμβαση 021Β/02 και επομένως συνολικά 712.441.538€

Συνεπώς συνολικά, από τις Κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. είχε καταβληθεί μέχρι 21/9/2009 το ποσό: 2.033.039.679€.

Η κατάσταση, που κλήθηκε να αντιμετωπίσει η νέα Πολιτική Ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας τον Οκτώβριο του 2009 ήταν ιδιαίτερα δυσάρεστη. Το Ελληνικό Δημόσιο είχε καταβάλει για το πρόγραμμα ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ 1,45 δισ ΕΥΡΩ σε σύνολο 1,85 δισ ΕΥΡΩ, χωρίς να έχει παραλάβει έστω ένα (1) υποβρύχιο. Επιπρόσθετα, είχαν καταβληθεί 638 εκατ. ΕΥΡΩ από τα συνολικά 821 εκατ. ΕΥΡΩ του προγράμματος NEPTUNE II χωρίς και πάλι να υπάρχει έστω ένα (1) παραδοτέο. Εξάλλου, υπήρχαν και οι παρακάτω εκκρεμότητες :
-εκκρεμούσε η τροποποίηση υπ΄αριθμόν 17 της σύμβασης 012Β/00 με αντικείμενο την εξέταση όλων των θεμάτων, τα οποία επηρέαζαν την περαιτέρω ομαλή εκτέλεση του προγράμματος (επίλυση τεχνικών και νομικών ζητημάτων, επαναπροσδιορισμός χρονοδιαγράμματος παραδόσεων και παραλαβών, εξέταση εκκρεμών TCPs, επανακαθορισμός διαδικασιών δοκιμών παραλαβής)

-το υποβρύχιο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ είχε ολοκληρώσει τις δοκιμές αποδοχής εν πλω (SAT) και εκκρεμούσε η παραλαβή του, τα υποβρύχια 2 και 3 ήταν έτοιμα για την έναρξη δοκιμών αποδοχής εν πλω (SAT) και το υποβρύχιο 4 ήταν στο στάδιο δοκιμών αποδοχής εν όρμω (HAT) με προοπτική πέρατος εντός πέντε (5) μηνών από την επανέναρξη των εργασιών

-εκκρεμούσε η ένταξη 24 TCPs σε τροποποίηση και για 5 η αποδοχή και έγκρισή τους από την Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων (ΓΔΑΕΕ)

-εκκρεμούσε η εφαρμογή των τεχνικών «διορθωτικών μέτρων» για τη συμπεριφορά των υποβρυχίων στον κυματισμό κατά τον πλού στην επιφάνεια στα τρία (3) υποβρύχια, που ναυπηγήθηκαν στα ΕΝΑΕ.

-εκκρεμούσε η συμφωνία και θεσμοθέτηση του πλαισίου διεξαγωγής των δοκιμών αποδοχής εν πλω (SAT) στην Ελλάδα, προκειμένου να εκδοθεί άδεια απόπλου από το αρμόδιο Λιμεναρχείο. Με βάση τα αντίστοιχα ισχύοντα για τα εμπορικά πλοία απαιτείτο η υπηκοότητα του Κυβερνήτη να είναι Ελληνική και η ασφάλεια του υποβρυχίου να πιστοποιηθεί από αναγνωρισμένο Νηογνώμονα ή διπλωματούχο ναυπηγό. Οι δοκιμές εν πλω θα γίνονταν με ευθύνη και πλήρωμα των ΕΝΑΕ - HDW (Γερμανοί υπήκοοι). Επίσης, τα ΕΝΑΕ είχαν αποταθεί σε νηογνώμονες, όμως οι τελευταίοι δεν αναλάμβαναν την έκδοση του πιστοποιητικού περί ασφαλούς πλου, καθότι δεν είχαν παρακολουθήσει το πρόγραμμα κατασκευής. Το πρώην ΥΕΝ/ΑΝΠ είχε δηλώσει αναρμοδιότητα και είχε παραπέμψει το θέμα στα συμβαλλόμενα Μέρη. Τα ΕΝΑΕ είχαν υποβάλει στην Γενική Διεύθυνση Εξοπλισμών και Επενδύσεων για επικύρωση αντίστοιχο Κανονισμό Εκτέλεσης Δοκιμών Υποβρυχίων εν πλω, ο οποίος εφαρμοζόταν στην Γερμανία και είχε εκπονηθεί από το Υπουργείο Θαλάσσιων Μεταφορών. Η Ομάδα Ελέγχου Ποιότητας και το ΓΕΝ πρότειναν ελαφρές τροποποιήσεις επί του κατατεθέντος Κανονισμού, όπως λύσεις για την υπηκοότητα του Κυβερνήτη (Πτυχιούχος της Σχολής Υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού ή αντίστοιχης σχολής άλλου κράτους), ενώ η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων απήντησε ότι η σύμβαση δεν προβλέπει εκπόνηση και επικύρωση ανάλογου κανονισμού και επομένως δεν υφίστατο συμβατική υποχρέωση εκ μέρους του Αγοραστή.

Την ίδια εποχή (μετά τις εκλογές του Οκτωβρίου 2009) το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού εξακολουθούσε να επιθυμεί την παραλαβή των τεσσάρων (4) υποβρυχίων τύπου 214 και φυσικά την επίλυση των εκκρεμοτήτων, που αναλύθηκαν παραπάνω.
Δεν αποτελεί μυστικό ανάμεσα σε όσους υπηρετούσαμε εκείνη την εποχή στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας ότι είχε διατυπωθεί μέχρι και πρόταση πώλησης του υποβρυχίου ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ στα ΕΝΑΕ αντί τιμήματος 400 εκατ. ΕΥΡΩ, με το οποίο θα συμψηφίζονταν οι κατά την άποψη των Γερμανών υφιστάμενες οφειλές των 410 εκατ. ΕΥΡΩ. Η λύση αυτή προϋπέθετε την ανάληψη ενεργειών ναυπήγησης ενός νέου υποβρυχίου το κόστος του οποίου θα υπερέβαινε κατά 80-120 εκατ ΕΥΡΩ το τίμημα της πώλησης λόγω τιμαριθμικών αναπροσαρμογών. Εξάλλου, το ενδεχόμενο αυτό παρατίθεται αναλυτικά και στην αιτιολογική έκθεση του Νόμου 3885/2010.

Αναφορικά με το πρόγραμμα NEPTUNE II, η κατάσταση δεν είναι εντυπωσιακά καλύτερη. Το Πολεμικό Ναυτικό είχε παραδώσει στα ΕΝΑΕ μόνο τον ΩΚΕΑΝΟ από τα συνολικά τρία (3) υποβρύχια του προγράμματος, είχαν καταβληθεί συνολικά 637 εκατ. ΕΥΡΩ από τα 821 εκατ. ΕΥΡΩ του συνόλου της Σύμβασης, οι Γερμανοί θεωρούσαν ότι τους οφείλονται περίπου 105 εκατ. ΕΥΡΩ, ενώ εκκρεμούσε η τροποποίηση υπ΄αριθμόν 7 με αντικείμενο τις επιπρόσθετες εργασίες οι οποίες προέκυψαν κατά την υλοποίηση των συμβατικών εργασιών, καθώς και η αποδοχή των TCPs και του χρονοδιαγράμματος πληρωμών και παραδόσεων. Το Πολεμικό Ναυτικό είχε ήδη αρχίσει να σκέφτεται σοβαρά την αντικατάσταση του προγράμματος εκσυγχρονισμού των υποβρυχίων 2 και 3 του προγράμματος με την κατασκευή δυο (2) νέων υποβρυχίων τύπου 209/AIP.
Στις 22 Φεβρουαρίου 2010 οι κκ. Λούκα Κατσέλη και Χάρης Παμπούκης πραγματοποιούν «επίσκεψη – αστραπή» (όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ την ίδια ημερομηνία) και συνάντηση με τον εκπρόσωπο του ηγεμόνα στη δυτική πλευρά του Αμπού Ντάμπι, Σεϊχη Hamdan bin Zayed Al Nahyan, στην οποία, σύμφωνα με δημοσιεύματα του Τύπου τα οποία δεν διαψεύστηκαν, εκδηλώθηκε ενδιαφέρον και για τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.

Η αίσθηση (όχι φυσικά και η βεβαιότητα) που έχω τόσο εγώ, όσο και αρκετοί ακόμα που υπηρετούσαν εκείνη την περίοδο στο Στρατόπεδο Παπάγου είναι ότι η Abu Dhabi Mar «μπήκε στο παιχνίδι» της αγοράς των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά μετά την προαναφερόμενη επίσκεψη.
Στην αιτιολογική έκθεση του Νόμου 3885/2010 γίνεται αναφορά στην από 1η Μαρτίου 2010 ανακοίνωση της Κυβέρνησης με την οποία «χαιρετίζει την απόφαση του ομίλου Abu Dhabi Mar (“ADM”) να επενδύσει στον ελληνικό ναυπηγοεπισκευαστικό τομέα αποκτώντας την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου των Ελληνικών Ναυπηγείων Α.Ε. (“ΣΚΑΡΑΜΑΓΚΑΣ”) και των Αρχών του Εμιράτου Abu Dhabi να υποστηρίξουν αυτή την απόφαση.»

Σήμερα εκ του αποτελέσματος μπορούμε με βεβαιότητα να εξάγουμε το συμπέρασμα ότι η πρακτική κατάρτισης συμβάσεων μετά από «ταξίδια - αστραπή» κρατικών αξιωματούχων και όχι μέσα από διαφανείς διαγωνιστικές διαδικασίες δεν εξυπηρέτησε το δημόσιο συμφέρον.

Την 18 Μαρτίου 2010 υπογράφηκε η Συμφωνία Πλαίσιο ανάμεσα στην Ελληνική Δημοκρατία και τις εταιρείες ThyssenKrupp Marine Systems AG, Howaldtswerke Deutsche Werft GmbH (HDW), Abu Dhabi MAR LLC και ΕΝΑΕ. Το Ελληνικό Δημόσιο εκπροσωπήθηκε από τους κκ. Γ. Παπακωνσταντίνου και Ευ. Βενιζέλο, όμως ο κυρωτικός της συμφωνίας Νόμος 3885/2010 φέρει τις υπογραφές και των κκ. Χ. Παμπούκη, Λ. Κατσέλη, Μ. Χρυσοχοϊδη και Π. Μπεγλίτη.

Με την ανωτέρω Συμφωνία έγιναν αμοιβαία αποδεκτά τα εξής :

(α) Στο πλαίσιο του προγράμματος ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ συμφωνήθηκε να παραληφθεί το υποβρύχιο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ με το κλείσιμο της συμφωνίας, και τα υπόλοιπα τρία (3) υποβρύχια να παραληφθούν μετά την ολοκλήρωση των απαραίτητων εργασιών και δοκιμών.

Στο πλαίσιο του προγράμματος Neptune II συμφωνήθηκε η ολοκλήρωση των εργασιών στο υποβρύχιο ΩΚΕΑΝΟΣ και η παραγγελία δυο (2) νέων υποβρυχίων τύπου 214, αντί του εκσυγχρονισμού δυο (2) υποβρυχίων τύπου 209.

Ο ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ παραδόθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2010. Οι νέες ημερομηνίες παράδοσης των υπόλοιπων υποβρυχίων είχαν ως εξής:

A. Πρόγραμμα ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ

Υ/Β ΠΙΠΙΝΟΣ : Απρίλιος 2012

Υ/Β ΜΑΤΡΩΖΟΣ : Φεβρουάριος 2013

Υ/Β ΚΑΤΣΩΝΗΣ : Δεκέμβριος 2013

B. Πρόγραμμα NEPTUNE II

Y/B ΩΚΕΑΝΟΣ : Μάιος 2012

Υ/Β 214 Νο. 1 : 27 Ιουλίου 2018

Υ/Β 214 Νο. 2 : 27 Ιουλίου 2019

Με τον Νόμο 3885/2010 το Ελληνικό Δημόσιο παραιτήθηκε από οποιαδήποτε απαίτησή του σε βάρος των Γερμανών, αποδέχτηκε ως αληθή τα αποτελέσματα των δοκιμών του ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗ που διεξήχθησαν το 2008, επέστρεψε στην HDW τις εγγυητικές επιστολές καλής εκτέλεσης της κύριας σύμβασης και καθιέρωσε έναν μηχανισμό επιβολής κυρώσεων, που είναι ουσιωδώς διαφορετικός από τα ισχύοντα στο εθνικό και κοινοτικό δίκαιο δημοσίων συμβάσεων. Ειδικότερα, σε περίπτωση υπερημερίας του αναδόχου το εθνικό και κοινοτικό δίκαιο δημοσίων συμβάσεων προστατεύει το δικαίωμα της αναθέτουσας αρχής να αποδεσμευθεί από τον ασυνεπή αντισυμβαλλόμενο και να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της αζήμια μέσω άλλων προμηθευτών, ενώ στην περίπτωση των υποβρυχίων ο Νόμος 3885/2010 απέκλεισε οποιαδήποτε τέτοια δυνατότητα, οριστικοποίησε την ομηρία του ελληνικού Δημοσίου από τους Γερμανούς και καθιέρωσε μια δυνατότητα καταγγελίας, η οποία είναι περισσότερο εύκολη λύση για τον ασυνεπή ανάδοχο, παρά συμβατική κύρωση, αφού δεν οδηγεί ούτε σε κατάπτωση εγγυητικών επιστολών, ούτε σε αποκατάσταση της αποθετικής ζημίας του Πολεμικού Ναυτικού.

Όσο για την ακύρωση των οφειλόμενων Αντισταθμιστικών Ωφελημάτων και την μη επιβολή κυρώσεων για την μη προσήκουσα υλοποίησή τους, επισημαίνεται απλά ότι έρχεται σε αντίθεση με την επιλογή της ίδιας Πολιτικής Ηγεσίας του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας να θεσμοθετήσει την μετάβαση σε ΑΩ «νέου τύπου» με το άρθρο 87 του Νόμου 3883/2010. Επιπρόσθετα, αναπάντητα ερωτηματικά αφήνει το άρθρο 10 παρ. 4 του Νόμου 3892/2010, για το οποίο είναι απαραίτητο να ξεκαθαριστεί εάν εμπόδισε φορολογικούς ελέγχους τόσο της κύριας σύμβασης, όσο και της σύμβασης αντισταθμιστικών ωφελημάτων.

Μετά την θέση σε ισχύ του Νόμου 3885/2010 έγιναν πληρωμές προς τα ΕΝΑΕ 362.750.000.00 ΕΥΡΩ, οι οποίες κατανέμονται ως εξής :

-πρόγραμμα ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ 128.500.000,00 ΕΥΡΩ

-πρόγραμμα NEPTUNE II 132.250.000,00 ΕΥΡΩ

-πρόσθετα υλικά : 102.000.000,00 ΕΥΡΩ

Σε σχέση με την πρόοδο των εργασιών επισημαίνονται τα εξής :

-έχει καταβληθεί το 96% του τιμήματος του προγράμματος ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ, αλλά το ελληνικό Δημόσιο έχει παραλάβει μόνο τον ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗ

-έχει εξοφληθεί πλήρως και ολοσχερώς το υποβρύχιο ΩΚΕΑΝΟΣ, χωρίς να έχει παραδοθεί, και επιπλέον καταβλήθηκαν 132.250.000 ΕΥΡΩ για τα δυο (2) νέα υποβρύχια τύπου 214, των οποίων η κατασκευή δεν άρχισε ποτέ.

Επιχειρώντας να εκλαϊκεύσει κανείς το αποτέλεσμα του Νόμου 3885/2010, θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πρόκειται για ταχυδακτυλουργικό κόλπο. Οι Γερμανοί αποφεύγουν οποιαδήποτε κύρωση για την ενδεχόμενη συμβατική τους ασυνέπεια μέχρι τον Σεπτέμβριο 2009, «ξεφορτώνονται» ΑΩ αξίας 250 εκ. ΕΥΡΩ και λαμβάνουν μια νέα παραγγελία αξίας σχεδόν 1 δισ. ΕΥΡΩ.

Όσο για το ελληνικό Δημόσιο, μπήκε σε νέες περιπέτειες, έχοντας απέναντί του τον επενδυτή κ. Ισκ. Σάφα και μια εταιρεία με μετοχικό κεφάλαιο μόλις 25.000 ΕΥΡΩ.

Τα αποτελέσματα των επιλογών του Νόμου 3885/2010 έγιναν αντιληπτά τον Αύγουστο του 2011, όταν η Γενική Διεύθυνση Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων διαπίστωσε ότι :

(α) το Ελληνικό Δημόσιο έχει καταβάλει 132,25 εκατ. ΕΥΡΩ χωρίς να έχει παραλάβει αντίστοιχη κυριότητα ή εγγυητική επιστολή

(β) τα ΕΝΑΕ είναι υπερήμερα από τον Μάιο 2011 για το υποβρύχιο ΠΙΠΙΝΟΣ και από τον Ιούλιο 2011 για το υποβρύχιο ΩΚΕΑΝΟΣ.

(γ) τα ΕΝΑΕ δεν παρέδωσαν τα πρόσθετα υλικά αξίας 117 εκατ. ΕΥΡΩ, παρά το γεγονός ότι εισέπραξαν 103 εκατ. ΕΥΡΩ, λόγω προβλημάτων που σχετίζονταν με διπλοεγγραφές και ανύπαρκτα υλικά

(δ) τα ΕΝΑΕ έχουν περιέλθει σε αδυναμία υποβολής έγκυρης εγγυητικής επιστολής με επικείμενο το χρόνο λήξης της

(ε) τα ΕΝΑΕ δεν προσκόμισαν παραστατικό φορολογικού ελέγχου διαχειριστικής περιόδου μέχρι 30-9-2009 που αποτελούσε υποχρέωση ενεργοποίησης της σύμβασης

(στ) τα ΕΝΑΕ έχουν περιέλθει σε αδυναμία κατάθεσης τίτλων μεταβίβασης κυριότητας για δυο (2) υποβρύχια

(ζ) δεν κατατέθηκαν επίσημα μετοχολόγια προκειμένου να καταστεί δυνατή η πλήρωση των όρων διαφάνειας

(η) η HDW αρνήθηκε να δεσμευτεί στις υποχρεώσεις διαφάνειας για τα υποκατασκευαστικά της συμβόλαια

(θ) διαπιστώθηκαν σοβαρές αποκλίσεις από την σύμβαση σχετικά με την μη προσκομιδή ή την χρονική διάρκεια ασφαλιστηρίων συμβολαίων.

Είναι εύλογο να αναρωτιέται κανείς με βάση ποια δικαιολογητικά και ποιές διαβεβαιώσεις καταβλήθηκαν, υπό το πρίσμα των ανωτέρω παρατηρήσεων της ΓΔΑΕΕ, σχεδόν 400 εκατ. ΕΥΡΩ στα ΕΝΑΕ μετά την θέση σε ισχύ του Νόμου 3885/2010.

Ακόμα, όμως, μεγαλύτερες είναι οι απορίες που γεννώνται από τους χειρισμούς του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας στην συνέχεια. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι η σύμβαση ναυπήγησης αποτελεί σύμβαση έργου, ο εργοδότης (δηλ. εν προκειμένω το Ελληνικό Δημόσιο) έχει το δικαίωμα να αναστείλει τις πληρωμές, εφόσον διαπιστώσει αδυναμία του εργολάβου (δηλ. εν προκειμένω των ΕΝΑΕ) να εκτελέσει την σύμβαση. Υπό αυτό το πρίσμα, ορθώς και συμφώνως προς την σύμβαση το Ελληνικό Δημόσιο παύει τις τμηματικές πληρωμές του προγράμματος NEPTUNE II προς τα ΕΝΑΕ μετά τον Μάιο του 2011, οπότε η HDW διακόπτει την συνεργασία της με τα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά, τα οποία για το λόγο αυτό περιέρχονται σε αδυναμία υλοποίησης του συγκεκριμένου προγράμματος. Εν τω μεταξύ από πλευράς ΕΝΑΕ έχει παρουσιαστεί αδυναμία επίτευξης των παρακάτω συμβατικών γεγονότων (milestones) :

α. Υπογραφή πρωτοκόλλου SAT Release Meeting Υποβρυχίου ΠΙΠΙΝΟΣ την 27 Μαϊου 2011

β. Υπογραφή πρωτοκόλλου SAT Release Meeting Υποβρυχίου ΩΚΕΑΝΟΣ την 27 Ιουλίου 2011.

Τους επόμενους μήνες ακολουθούν διαπραγματεύσεις με τους ιδιοκτήτες των Ναυπηγείων, οι οποίες τον Αύγουστο 2011 δείχνουν να επιστρέφουν σε καλό δρόμο, αφού τα ΕΝΑΕ υποβάλουν στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας μονογραμμένες συμβάσεις συνέχισης της συνεργασίας τους με την HDW υπό αίρεση. Το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας απορρίπτει τα σχέδια των μονογραμμένων συμβάσεων, ζητώντας ενεργές και όχι υπό αίρεση συμφωνίες, αλλά πάντως καταβάλει την δόση Μαΐου του προγράμματος NEPTUNE II ύψους 37.250.000 ΕΥΡΩ, απαιτώντας την επανεκκίνηση των εργασιών. Όι εργασίες δεν ξεκίνησαν ποτέ.

Μέχρι σήμερα, δυόμισι (2,5) χρόνια μετά, η υπόθεση των υποβρυχίων βρίσκεται ακριβώς εκεί που βρισκόταν το καλοκαίρι του 2011. Η Πολιτική και Στρατιωτική Ηγεσία έχει ήδη από τον Αύγουστο 2011 εντοπίσει τα αδύναμα σημεία του Νόμου 3885/2010 και τις κατάλληλες λύσεις (επικαιροποίηση του καταλόγου των excess materials, μεταβίβαση κυριότητας των υποβρυχίων σε αντιστοιχία με τις πληρωμές, διεύρυνση εγγυήσεων προκειμένου να καλύπτονται εξολοκλήρου τα υλικά και οι εργασίες στα συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, παροχή διευκολύνσεων για την ολοκλήρωση των δοκιμών αποδοχής), αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει αναληφθεί συγκεκριμένη πρωτοβουλία επίλυσης του προβλήματος, εκτός από συσκέψεις και ανταλλαγές επιστολών.

Κατά την διάρκεια της καθυστέρησης αυτής δεν εφαρμόστηκαν ούτε καν οι διατάξεις του Νόμου 3885/2010, δεδομένου ότι στις 27 Μαρτίου 2012 το Ελληνικό Δημόσιο θεμελίωσε δικαίωμα καταγγελίας της Σύμβασης 012Β/00 και στις 27 Ιουνίου 2012 δικαίωμα καταγγελίας της Σύμβασης 021Β/02.

Από το με ημερομηνία 7-12-2011 έγγραφο του τότε Α/ΓΕΝ Ναυάρχου ε.α. κ. Κοσμά Χρηστίδη συνάγεται ότι έγινε μια προσπάθεια σύνδεσης των πληρωμών με την πρόοδο των εργασιών, ωστόσο, όπως επισημαίνει ο τότε Α/ΓΕΝ, «προωθήθηκε από ΕΝΑΕ προσχέδιο πινάκων ποσοστών κυριότητας....Επί των ανωτέρω πινάκων προτεινόμενων από την Ανάδοχο εταιρεία......α. η προτεινόμενη ποσόστωση δεν εμφανίζει αναλογική (είτε οριζόντια είτε κάθετα) αύξηση του ποσοστού κυριότητας ανά υποβρύχιο σε σχέση με τις αντίστοιχες πληρωμές.....».

Κερασάκι στην τούρτα αποτελεί ο νεοπαγής ισχυρισμός της ιδιοκτησίας των Ναυπηγείων, σύμφωνα με τον οποίο το τίμημα που συμφωνήθηκε μόλις το 2010 υπολείπεται κατά 75 εκατ. ΕΥΡΩ του κόστους ολοκλήρωσης των προγραμμάτων.

Τα αποτελέσματα του Νόμου 3885/2010 και της παρατεταμένης ατολμίας του Ελληνικού Δημοσίου μετά το καλοκαίρι του 2011 ήταν το Πολεμικό Ναυτικό να μην παραλαμβάνει υποβρύχια, τα οποία χρειάζεται, η σημαντικότερη ίσως ναυπηγική μονάδα της Μεσογείου να παρακμάζει και 1.200 εργαζόμενοι να καταδικάζονται στην ανέχεια.

γ. Κρατική Ενίσχυση των ΕΝΑΕ : «Σταθερή γιατί κινείται» (;)

Κεντρικό ρόλο στην υπόθεση των ΕΝΑΕ έχουν διαδραματίσει οι φερόμενες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ως παράνομες κρατικές ενισχύσεις ύψους σχεδόν 600 εκατ. ΕΥΡΩ. Αν και το Ελληνικό Δημόσιο δεν προσέφυγε κατά της απόφασης αυτής, το έπραξαν τα ΕΝΑΕ και η HDW, τόσο με την από 23 Αυγούστου 2011 προσφυγή τους κατά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κατά της απόφασης της Επιτροπής Ε(2010) 8274 τελικό, της 1ης Δεκεμβρίου 2010 (Υπόθεση Τ-466/11, Δικηγόροι Κ. Χρυσόγονος, Α. Μιτσής), όσο και με την από 15-5-2012 αναίρεση των ΕΝΑΕ κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 15ης Μαρτίου 2012, T-391/08 (Υπόθεση C-246/12-P, Δικηγόροι Ι. Δρόσος, Β. Καραγιάννης). Παρά την τεκμηριωμένη και βάσιμη νομική επιχειρηματολογία των ΕΝΑΕ, το ΔΕΚ επέμεινε στην άποψή του περί δήθεν παράνομων κρατικών ενισχύσεων και υποχρεωτικής ανάκτησής τους.

Αποτελεί άποψη του γράφοντος ότι στην υπόθεση αυτή έχει εκφύγει της προσοχής ο ρόλος της Τράπεζας Πειραιώς. Ειδικότερα :

Στις 11.10.2001 υπεγράφη μεταξύ της «Ελληνικής Τράπεζας Βιομηχανικής Αναπτύξεως ΑΕ» και του Επενδυτικού / Διαχειριστικού Συνεταιρισμού Εργαζομένων Ναυπηγείων (που συμβλήθηκαν ως μέτοχοι πωλητές) και της πλειοδότριας Κοινοπραξίας HDW - Ferrostaal ενοχική σύμβαση πώλησης του 100% των μετοχών της ΕΝΑΕ. Κατ΄εφαρμογή της σύμβασης αυτής υπεγράφη μεταξύ των συμβαλλομένων το από 11.5.2002 Πρόσθετο Σύμφωνο με το οποίο η ΕΤΒΑ υποσχέθηκε ανέκκλητα ότι η ίδια δεν έχει κάνει, ούτε έχει συμφωνήσει να κάνει κάτι εξαιτίας του οποίου οποιαδήποτε επιδότηση επένδυσης, άλλη επιδότηση, οποιαδήποτε επιχορήγηση ή άλλη κρατική ενίσχυση, που θεωρείται κρατική ενίσχυση ληφθείσα από την Εταιρία, με οποιαδήποτε τυχόν μορφή, είναι ή μπορεί να είναι πιθανό να επιστραφεί ολικά ή μερικά για λόγους μη συμμόρφωσης με τους κανόνες ενισχύσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στην συνέχεια το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την υποχρέωση να καταβάλει το ίδιο οποιοδήποτε ποσό αντιστοιχούσε σε ενδεχόμενη ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων τόσο έναντι των Γερμανών αγοραστών των ΕΝΑΕ, όσο και έναντι της Τράπεζας Πειραιώς που αγόρασε την ΕΤΒΑ.

Κατά την διάρκεια της έρευνας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις φερόμενες ως παράνομες κρατικές ενισχύσεις των ΕΝΑΕ, αυτή η διπλή εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου κρίθηκε παράνομη κρατική ενίσχυση τόσο υπέρ των Ναυπηγείων, όσο και υπέρ της Τράπεζας Πειραιώς. Για το λόγο αυτό η Ολομέλεια του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με την υπ΄αριθμόν 142/2009 γνωμοδότησή της έκρινε την διπλή αυτή εγγύηση αυτοδίκαια άκυρη.

Ωστόσο, η ακυρότητα της υποχρέωσης του Ελληνικού Δημοσίου να αποζημιώσει την HDW ή την Τράπεζα Πειραιώς για την ενδεχόμενη ανάκτηση παράνομων κρατικών ενισχύσεων δεν συνεπιφέρει αυτοδίκαια και ακυρότητα της συμβατικής υποχρέωσης (εγγυητική ευθύνη) της Τράπεζας Πειραιώς, στην οποία κατέληξε η ΕΤΒΑ, αρχικά έναντι των Γερμανών αγοραστών των Ναυπηγείων και σήμερα έναντι των καθολικών διαδόχων τους.

Δεδομένου ότι ο Νόμος 3885/2010 δεν περιέχει διάταξη που να απαλλάσσει την Τράπεζα Πειραιώς από την προαναφερόμενη εγγυητική της ευθύνη, ούτε και έχει γίνει γνωστή σχετική διεκδίκηση των ΕΝΑΕ, το ιδιαίτερο αυτό νομικό τρίγωνο χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.
δ. Αντί συμπεράσματος
Η περιπέτεια των υποβρυχίων του Πολεμικού Ναυτικού αναδεικνύει σε υπέρτερο βαθμό το ανεδαφικό της αρχής που προτάσσει τα πολιτικά/διπλωματικά και στρατηγικά/επιχειρησιακά κριτήρια και τα θεωρεί ισχυρότερα και ουσιωδέστερα των τεχνοκρατικών. Πίσω από αυτή την έωλη επιχειρηματολογία οχυρώνονται όσοι υποστηρίζουν κατάφωρα ανορθολογικές επιλογές και λύσεις στις αμυντικές προμήθειες. Ως εκ τούτου, σπανίως οι επιλογές καλύπτουν πραγματικές ανάγκες και προορίζονται να αντιμετωπίσουν πραγματικούς κινδύνους. Το πρόβλημα έγκειται σε αυτήν ακριβώς την θεμελιώδη (και προφανώς εσφαλμένη) τοποθέτηση στην ιεράρχηση των κριτηρίων. Στην πραγματικότητα, τα κριτήρια, πολιτικά, διπλωματικά, στρατηγικά και επιχειρησιακά, είναι –πρωτίστως- τεχνοκρατικά και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζονται. Το πρόβλημα, μέσα στην χαοτική του πολυπλοκότητα, είναι –εν τέλει- απλό. Η άμυνα σχεδιάζεται και υλοποιείται έναντι κινδύνου ή απειλής. Άρα, εφόσον προσδιοριστούν οι κίνδυνοι και οι απειλές, σχεδιάζεται το βέλτιστο (ή το καταλληλότερο στο πλαίσιο ανελαστικών περιορισμών) σχήμα για την αντιμετώπισή και εξουδετέρωσή τους και χαράσσεται η ακολουθητέα (βραχυ-, μέσο- και μακροπρόθεσμη) πολιτική/ στρατηγική για την εξασφάλιση των πόρων και των μέσων που εξυπηρετούν το σχήμα. Τίποτε από αυτά τα εξόχως ορθολογικά και τεχνοκρατικά δεν συναντά ο καλόπιστος παρατηρητής στις εξεταζόμενες υποθέσεις.

Υ.Γ. Ευχαριστώ ειλικρινά τους ανώνυμους ήρωες του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας που συνέβαλαν καθοριστικά στην συγγραφή του άρθρου.


Πηγή : onalert.gr


0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου