Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Η ζωή και ο θάνατος του Παύλου Μπακογιάννη με αφορμή τα 25 χρόνια απ' τη δολοφονία του απ' την 17 Νοέμβρη




H αρκετά δημοφιλής -στη δεκαετία του '80- οργάνωση 17 Νοέμβρη δολοφόνησε τον Παύλο Μπακογιάννη στις 7.58 το πρωί της 26ης Σεπτεμβρίου 1989. Τρεις ένοπλοι τον πυροβόλησαν με δύο 45άρια πιστόλια και τραυμάτισαν θανάσιμα.   Η επιλογή του προσώπου προκάλεσε έκπληξη. Δολοφονίες βασανιστών της Χούντας, συνεργατών των Αμερικανών ή μεγαλοεπιχειρηματιών ήταν συνηθισμένες.

Ο Μπακογιάννης όμως ήταν μία απ' τις πιο γνωστές 'φωνές' του αντι-δικτατορικού αγώνα, και, παρ' ό,τι δεξιός είχε προσπαθήσει για την Εθνική Συμφιλίωση, και την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού.   Θεωρούνταν με άλλα λόγια ένας άνθρωπος με σύνεση, χαμηλών τόνων, δημοκράτης και ενωτικός.

Η δολοφονική επίθεση εναντίον του απ' την 17 Νοέμβρη ξένισε ακόμα και υποστηρικτές της. Από όλους τους φιλο-χουντικούς πολιτικούς που κυβέρνησαν, που έκλεψαν, που κορόιδεψαν, η οργάνωση βρήκε να τιμωρήσει κάποιον νεοεκλεγέντα βουλευτή και μάλιστα μετριοπαθή;   Ακόμα χειρότερο θεωρήθηκε πως η 17 Νοέμβρη χρησιμοποίησε ως αιτιολογία το παρακάτω:   «Αποφασίσαμε λοιπόν να εκτελέσουμε τον απατεώνα και ληστή του λαού Μπακογιάννη.

Ο κύριος αυτός είναι υπεύθυνος όχι μόνο γιατί έκλεψε τα πρώτα 60 εκατομμύρια του ιδρυτικού κεφαλαίου της Γραμμής αλλά και για τις εκατοντάδες εκατομμύρια που είτε έκλεψε μαζί με τον συνεργάτη του Κοσκωτά για την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου Γραμμής, αλλά και για την αγορά μέσω της Γραμμής της Τράπεζας Κρήτης» (απόσπασμα από τη 12σέλιδη προκήρυξη με ημερομηνία 18.9.1989 που εστάλη στην «Ελευθεροτυπία» στις 9 Οκτωβρίου 1989).



Τους ισχυρισμούς περί "απατεώνα" Μπακογιάννη είχε κάνει δημοφιλείς η εφημερίδα ΑΥΡΙΑΝΗ του Κουρή, που στα τέλη των '80ς (όπως και σε οποιαδήποτε άλλη χρονική περίοδο) δεν ήταν και το πιο έγκυρο μέσο και πετούσε λάσπη σε αντιπάλους, ειδικά σε προεκλογικές περιόδους.  

To ότι η Αυριανή και η 17 Νοέμβρη θεώρησαν τον Μπακογιάννη ένοχο για το σκάνδαλο Κοσκωτά, τη στιγμή που έσκαγαν καθημερινά αποκαλύψεις για τον Παπανδρέου, τον Κουτσόγιωργα, τον Πέτσο και ένα σωρό ακόμα στελέχη του ΠΑΣΟΚ, κρίθηκε ως αστοχία. Το ότι η 17 Νοέμβρη όμως επέλεξε απ' όλους όσους σχετίζονταν πραγματικά με το σκάνδαλο να εκτελέσει κάποιον που είχε κριθεί ένοχος απ' την εφημερίδα του Κουρή (άτυπο κομματικό όργανο του ΠΑΣΟΚ) δεν έμεινε ασχολίαστο από τον Τύπο της εποχής.  

Η εφημερίδα «Πρώτη» στην έκτακτη έκδοσή της την Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 1989 γράφει ότι η «Αυριανή» με δημοσίευμά της στις 11.9.1989 προτρέπει σε δράση τη 17Ν, αφού αναφέρεται σε προβοκάτσια την οποία, σύμφωνα με την εφημερίδα του Κουρή, σχεδιάζει η ΝΔ κατά του ΠαΣοΚ, καλεί ουσιαστικά τη 17Ν να εμφανιστεί πριν από τις εκλογές για να κριτικάρει τις πολιτικές εξελίξεις και να αναλάβει δράση εναντίον της κυβέρνησης Τζαννετάκη.

Η «Πρώτη» συνεχίζει: «Η σατανική όσο και αφελής αυτή υπόδειξη, μετά τη σημερινή δολοφονική ενέργεια, αποκτά ουσιαστικά διάσταση και είναι σκόπιμο να εξεταστεί από τις δικαστικές αρχές».   Ο Χαρίλαος Φλωράκης, σύμφωνα με τον «Ελεύθερο Τύπο», την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου του 1989, δήλωσε για τον φόνο του Μπακογιάννη, ότι «η "Αυριανή" προετοίμασε το έγκλημα της 17Ν».  

Η «Απογευματινή» την Τετάρτη 27 Σεπτεμβρίου 1989 είχε ως πρώτο τίτλο «Πολιτικοί αρχηγοί: Να οι ηθικοί αυτουργοί. Το ΠαΣοΚ πίσω απ' τους φονιάδες. Αμεση σχέση κινήματος και εκτελεστών» και ο «Ελεύθερος Τύπος» της ίδιας ημέρας έγραφε: «Χτύπησε η πασοκική 17 Νοέμβρη».   Η «Αυγή» έγραψε την Τετάρτη 27.9.1989: «Η 17Ν ήξερε τι επιδίωκε: Να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη από τη διαδικασία της κάθαρσης.

Να δημιουργήσει κλίμα έντασης και αναταραχής. Να αναιρέσει τη βούληση του ελληνικού λαού να πορευθεί ομαλά προς τις επικείμενες εκλογές και φυσικά να "αποδείξει" ότι τα σκάνδαλα του καλαμποκιού ή των υποκλοπών ή του Κοσκωτά δεν είναι δα μια τόσο σοβαρή υπόθεση ώστε να ασχολούμαστε με αυτήν».  

Στην ίδια έκδοση, ο Χαρίλαος Φλωράκης λέει: «Οι αυριανιστές ήσαν οι μόνοι που δεν αισθάνθηκαν για τον φόνο του Μπακογιάννη ντροπή. Κάποιοι βέβαια εμφανίστηκαν υποκριτικά συντετριμμένοι. Ενώ κάποιοι άλλοι – θρασείς, προκλητικοί, αγριάνθρωποι – δεν απέκρυπταν τον επόμενο στόχο τους: "Μετά τον Μπακογιάννη", έλεγαν, "σειρά έχει ο Κύρκος"!».


ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΕΤ-1 Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 1989



Σημέρα, 25 χρόνια μετά η Αστυνομία διαθέτει την ομολογία του Βασίλη Τζωρτζάτου, ο οποίος είπε στην προανακριτική του κατάθεση ότι πήρε μέρος στη λήψη απόφασης της δολοφονίας.

Βάσει της κατάθεσής του, με τη δολοφονία εμπλέκονται ακόμη οι Αλέκος Γιωτόπουλος, Δημήτρης Κουφοντίνας, Σάββας Ξηρός και Ηρακλής Κωστάρης: «... Σε συνάντηση που είχαμε στα μέσα Αυγούστου 1989 εγώ, ο "Λάμπρος" (σ.σ.: Γιωτόπουλος), ο "Λουκάς" (σ.σ.: Κουφοντίνας) και ο "Μιχάλης" (σ.σ.: Σ. Ξηρός) με πρόταση του "Λουκά" και του "Λάμπρου" αποφασίσαμε την εκτέλεση του βουλευτή Μπακογιάννη. [...]

Την εκτέλεση έκαναν ο "Λουκάς", ο "Μιχάλης" και ο "Χάρης" (σ.σ.: Κωστάρης), χωρίς να ξέρω ποιος πυροβόλησε. Μετά την εκτέλεση και οι τρεις ήρθαν πεζή στο αυτοκίνητο όπου ήμουν εγώ».

Στη δική του κατάθεση ο Χριστόδουλος Ξηρός τονίζει: «Στη δολοφονία του Μπακογιάννη εγώ δεν συμμετείχα, πλην όμως, απ' όσα άκουσα στην οργάνωση, την ομάδα αποτελούσαν ο "Σταμάτης", ο αδελφός μου ο Σάββας, ο "Λουκάς", ο "Χάρης" και ο "Λάμπρος"».

Ο Μπακογιάννης ήταν 54 όταν έπεσε νεκρός στην είσοδο της πολυκατοικίας της οδού Ομήρου στην Αθήνα, όπου στεγαζόταν το γραφείο του. Η ζωή του είχε ξεκινήσει στις 10 Φεβρουαρίου του 1935 στο χωριό Βελωτά της Ευρυτανίας, όπως διαβάζω στην βικιπαίδεια. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του παπα - Κώστα και της Ειρήνης Μπακογιάννη.  

 Σπούδασε Πολιτικές και Κοινωνικές Επιστήμες στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, παίρνοντας πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωνσταντίας (Konstanz), στο Πανεπιστήμιο της οποίας ανακηρύχθηκε κατόπιν Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών.  

Δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας.   Ήταν διευθυντής του ελληνικού προγράμματος της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, όταν έγινε το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967. Από τη θέση αυτή αντιτάχθηκε στο δικτατορικό καθεστώς και έκανε εκπομπές με σχόλια και ειδήσεις που αναμεταδίδονταν και από την «Ντόιτσε Βέλλε» και πολύ γρήγορα έγιναν σημείο αναφοράς του αντιδικτατορικού αγώνα.  

Στο Μόναχο γνώρισε τη Ντόρα Μητσοτάκη, κόρη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, η οποία σπούδαζε στο Πανεπιστήμιο της ίδιας πόλης και την οποία και παντρεύτηκε το 1974. Μαζί της απέκτησε δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα. Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας (1974) επέστρεψε στην Ελλάδα. Εργάσθηκε στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» και το 1982 ανέλαβε εκδότης - διευθυντής του εβδομαδιαίου περιοδικού «ΕΝΑ» ως το Φεβρουάριο του 1985. Από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Σεπτέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Ν.Δ. Κώστα Μητσοτάκη.  

Τον Ιούνιο του 1989 εκλέχθηκε βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας Ευρυτανίας. Ακολούθησε η Κυβέρνηση Τζαννετάκη, στο σχηματισμό της οποίας έλαβε ενεργό ρόλο, ως διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού.

Λίγο πριν δολοφονηθεί, κατήρτησε ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Ευρυτανίας, το οποίο υπέβαλε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ως πολιτικός θεωρούνταν ήπιος και συναινετικός. Θεωρούσε επιβεβλημένη την υπέρβαση των διαχωριστικών γραμμών, την επούλωση των πληγών του Εμφυλίου και του Διχασμού και την Εθνική Συμφιλίωση. Ήταν επίσης εισηγητής, εκ μέρους της Ν.Δ., του νομοσχεδίου για την απάλειψη των συνεπειών του εμφυλίου πολέμου που υπερψηφίστηκε και έγινε Νόμος το καλοκαίρι του 1989.   Την ημέρα που δολοφονήθηκε συνέπεσε να εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση η χρηματοδότηση του προγράμματος για την Ευρυτανία, που ο ίδιος είχε καταρτίσει.




Πηγή : lifo.gr









0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου